Ανοίγει πάλι η κάνουλα των στεγαστικών δανείων

Μετά την περασμένη περίοδο στασιμότητας, που σημαδεύτηκε από την οικονομική κρίση της χώρας μας, οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιστρέψει σε σταθερά ανοδικούς ρυθμούς στη στεγαστική πίστη.

Το 2024, σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις τραπεζών, έκλεισε με εκταμιεύσεις νέων στεγαστικών δανείων ύψους 1,8 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο κατά περίπου 38% σε σχέση με το 2023, όταν είχαν χορηγηθεί 1,3 δισ. ευρώ. Η άνοδος αυτή καταγράφεται σε μια αγορά που είχε αγγίξει ιστορικά χαμηλά, με μόλις 300 εκατ. ευρώ ετησίως την περίοδο της βαθιάς κρίσης, για να ανέλθει στα 600 εκατ. ευρώ το 2020, που σηματοδότησε την έναρξη της σταδιακά αυξητικής τάσης των νέων εκταμιεύσεων.

Το πρώτο τετράμηνο του 2025 επιβεβαιώνει τη θετική τάση, με εκταμιεύσεις άνω των 500 εκατ. ευρώ, ενώ οι εκτιμήσεις των τραπεζών συγκλίνουν στο ότι θα ξεπεραστούν και οι περυσινές επιδόσεις, χάρη και στην ώθηση που δίνει το πρόγραμμα ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΙΙ. Το μέσο στεγαστικό δάνειο σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 110.000 και 120.000 ευρώ, ενώ το ποσοστό εγκρίσεων νέων αιτήσεων ξεπερνά το 70%. Όπως έχουν επισημάνει σε δημόσιες τοποθετήσεις τους αρμόδια τραπεζικά στελέχη, το τραπεζικό σύστημα έχει πλέον αναβαθμίσει τις υποδομές και γενικότερα τις μονάδες αξιολόγησης δανείων, με εκπαιδευμένο προσωπικό και σύγχρονα συστήματα που επιτρέπουν ταχύτερη και πιο αξιόπιστη εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας των υποψήφιων δανειοληπτών. Ωστόσο, όπως αναγνωρίζουν τραπεζικά στελέχη η ταχεία επάνοδος της στεγαστικής πίστης έχει να αντιμετωπίσει την πρόσκληση της περιορισμένης προσφορά ακινήτων σε σχέση με την ζήτηση που εκτιμάται ότι θα λυθεί σταδιακά λόγω των παρεμβάσεων που έχουν ανακοινωθεί από την πολιτεία .

Το μέσο στεγαστικό δάνειο κυμαίνεται στα 120.000 ευρώ και το ποσοστό εγκρισιμότητας προσεγγίζει το 80% καθώς οι περισσότεροι που αιτούνται δάνειο δεν έχουν ανοίγματα που να τους δημιουργούν προβλήματα στη διάρκεια της αξιολόγησης. Το μέσο προφίλ του δανειολήπτη είναι μεταξύ 35-50 ετών με ένα ή δυο παιδιά που αναζητά για αγορά ακίνητο για πρώτη κατοικία μεταξύ 80 και 120 τετραγωνικών μέτρων.

Τι ακίνητα επέλεξαν οι αγοραστές το 2024

Ποια όμως είναι τα ακίνητα που επιλέγουν να αγοράσουν οι Έλληνες; Τη σταθερή προτίμηση των αγοραστών σε παλαιότερες και πιο οικονομικές κατοικίες, σε σύγκριση με νεόδμητα ακίνητα, επιβεβαιώνουν τα στοιχεία που κατέγραψε το κτηματομεσιτικό RE/MAX Ελλάς, για το 2024. Ειδικότερα, σύμφωνα με αποτελέσματα έρευνας που βασίστηκε σε χιλιάδες αγοραπωλησίες που πραγματοποιήθηκαν το περασμένο έτος από τα 86 γραφεία του γραφείου σε όλη την επικράτεια. για μία ακόμα χρονιά, οι κατοικίες αναδείχθηκαν κυρίαρχες στις επιλογές των αγοραστών, αντιπροσωπεύοντας το 77,1% του συνόλου των ακινήτων που πωλήθηκαν πανελλαδικά. Ακολουθούν τα οικόπεδα και τα αγροτεμάχια με ποσοστό 18,2%, ενώ περιορισμένο ενδιαφέρον καταγράφηκε για επαγγελματικά ακίνητα, όπως γραφεία και καταστήματα, καθώς αυτά αφορούσαν μόλις το 4,7% των συνολικών αγοραπωλησιών.

Αναφορικά με την προτίμηση των αγοραστών σε παλαιές κατοικίες, το 66,1% των οικιστικών ακινήτων που άλλαξαν χέρια το 2024 ήταν ηλικίας άνω των 20 ετών. Η τάση αυτή αποδίδεται στο γεγονός ότι οι αγοραστές αναζητούν ακίνητα σε προσιτές τιμές και στην περίπτωση που απαιτηθεί μία ανακαίνιση, το συνολικό κόστος να επιτρέπει στο ακίνητο να εμφανίσει αξιόλογη υπεραξία μελλοντικά.

Την ίδια στιγμή, τα νεόδμητα ακίνητα ηλικίας έως 5 ετών, συγκέντρωσαν το αγοραστικό ενδιαφέρον σε ποσοστό 19,3% επί του συνόλου. Πρόκειται για ποσοστό σημαντικά αυξημένο σε σχέση με το 2023, γεγονός που υποδηλώνει σταδιακή ενίσχυση της ζήτησης για νέα, σύγχρονα σπίτια – ιδίως σε περιοχές όπου η ανοικοδόμηση έχει αυξηθεί.

Στην Αττική, σύμφωνα με την έρευνα της RE/MAX Ελλάς, η υπεροχή των κατοικιών είναι ακόμη πιο έντονη, καθώς αυτές αποτέλεσαν το 87,6% των συνολικών πωλήσεων ακινήτων. Αντίθετα, τα επαγγελματικά ακίνητα αφορούσαν το 6,7% και τα οικόπεδα μόλις το 5,7% των συνολικών πωλήσεων.

Όσον αφορά την ηλικία των ακινήτων, το 82,9% των κατοικιών που πωλήθηκαν ήταν ηλικίας άνω των 20 ετών. Τα νεόδμητα αφορούσαν μόλις το 4%, στοιχείο που αντικατοπτρίζει την περιορισμένη διαθεσιμότητα νέων ακινήτων στο Λεκανοπέδιο, αλλά και τη μεγάλη ζήτηση για πιο οικονομικές λύσεις.

Η Θεσσαλονίκη ακολουθεί με παρόμοια ποσοστά, με τις κατοικίες να καταλαμβάνουν το 88,2% των συνολικών πωλήσεων και τα επαγγελματικά το 8,4%. Όσον αφορά τα οικόπεδα, αυτά κάλυψαν το 3,4% των συνολικών ακινήτων που πωλήθηκαν το περυσινό έτος. Σχετικά με την ηλικία των ακινήτων που πωλήθηκαν στη Θεσσαλονίκη, το 80,6% των κατοικιών ήταν άνω των 20 ετών, ενώ οι νεόδμητες άγγιξαν το 7,6%. Πρόκειται για ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το αντίστοιχο της Αττικής.

Στην υπόλοιπη Ελλάδα, η εικόνα διαφοροποιείται ελαφρώς. Οι κατοικίες εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια επιλογή των αγοραστών σε ποσοστό 71,7%, όμως τα οικόπεδα και τα αγροτεμάχια κατέχουν ενισχυμένο μερίδιο σε ποσοστό 25%. Από την άλλη τα επαγγελματικά ακίνητα κέρδισαν το ενδιαφέρον μόλις του 3,3% των συνολικών αγοραστών.

Πάντως, η προτίμηση για παλαιές κατοικίες στην υπόλοιπη Ελλάδα παραμένει, αλλά σε ηπιότερο βαθμό. Το 56,2% των κατοικιών που πωλήθηκαν ήταν άνω των 20 ετών, ενώ αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τα νεόδμητα ακίνητα έφτασαν στο 28% – το υψηλότερο ποσοστό πανελλαδικά.

Η έρευνα της RE/MAX Ελλάς για τις προτιμήσεις των αγοραστών το 2024, όπως εκτιμά η εταιρεία, επιβεβαιώνει ότι εκείνοι που αποκτούν ακίνητο συνεχίζουν να επιλέγουν κυρίως κατοικίες, με ιδιαίτερη προτίμηση στα παλαιά ακίνητα λόγω κόστους. Ωστόσο, καταγράφεται σταδιακή ενίσχυση της ζήτησης για νεόδμητα σπίτια ιδίως εκτός Αττικής. Παράλληλα, η επένδυση σε γη παραμένει σημαντική επιλογή, ιδίως στην περιφέρεια.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή