Στα “κόκκινα” η Ερυθρά θάλασσα: Η αντίδραση της διεθνούς ναυτιλίας στις επιθέσεις των Χούθι

Η Ερυθρά Θάλασσα ξαναμπήκε στο επίκεντρο της διεθνούς ανησυχίας, μετά τις νέες επιθέσεις που εξαπέλυσαν οι αντάρτες Χούθι από την Υεμένη, χτυπώντας εμπορικά πλοία που διέρχονταν από τη θαλάσσια οδό. Το πιο αιματηρό επεισόδιο σημειώθηκε όταν το φορτηγό πλοίο Eternity C, με σημαία Λιβερίας και ελληνική διαχείριση, δέχθηκε συνδυασμένη επίθεση με drone, ταχύπλοα και εκρηκτικά, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τρία μέλη του πληρώματος και να τραυματιστούν άλλοι. Την ίδια ώρα, άλλο πλοίο, το Magic Seas, επίσης ελληνικών συμφερόντων, βυθίστηκε μετά από πλήγμα, ενώ το πλήρωμα πρόλαβε να εγκαταλείψει το σκάφος.
Οι επιθέσεις αυτές ήρθαν να υπενθυμίσουν με βίαιο τρόπο πως η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα δεν έχει τελειώσει, παρά τις κατά καιρούς διεθνείς στρατιωτικές επιχειρήσεις που είχαν στόχο να διασφαλίσουν την ελευθερία ναυσιπλοΐας. Αντιθέτως, δείχνουν πως οι Χούθι διαθέτουν επιχειρησιακή δυνατότητα, στόχευση και κυρίως πρόθεση να συνεχίσουν τις επιθέσεις, πλήττοντας όχι μόνο την ισραηλινή ναυτιλία, αλλά και όσα πλοία θεωρούν “συνδεδεμένα” με την αντίπαλη πλευρά, με βάση ιδιοκτησία, διαχειρίστρια εταιρεία ή προηγούμενους προορισμούς.
Αυτό δημιουργεί ένα κλίμα αβεβαιότητας για ολόκληρη την παγκόσμια ναυτιλία.
Οι ναυλωτές, οι πλοιοκτήτες και οι ασφαλιστικές εταιρείες καλούνται να λάβουν δύσκολες αποφάσεις. Σύμφωνα με πληροφορίες από την Lloyd’s List και την Financial Times, τα ασφάλιστρα στην περιοχή έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί, ξεπερνώντας το 1% της αξίας του πλοίου σε κάποιες περιπτώσεις. Αυτό σημαίνει ότι για ένα πλοίο αξίας 100 εκατομμυρίων δολαρίων, η ασφαλιστική κάλυψη μπορεί να κοστίζει έως και 1 εκατομμύριο δολάρια για ένα μόνο πέρασμα από την Ερυθρά.
Το πραγματικό δίλημμα, όμως, δεν είναι μόνο οικονομικό.
Πλοιοκτήτες και διαχειριστές πρέπει να επανεξετάσουν εξ ολοκλήρου την προσέγγισή τους στην ανάλυση κινδύνου. Δεν αρκεί πλέον η απλή αποφυγή του Ισραήλ στον τελευταίο λιμένα ή η απουσία φορτίου που να σχετίζεται με στρατιωτικό εξοπλισμό. Οι Χούθι επιλέγουν στόχους με τρόπο απρόβλεπτο, και η διεθνής κοινότητα δεν έχει ακόμη καταφέρει να διαμορφώσει ένα αποτελεσματικό αποτρεπτικό πλαίσιο.
Οι επιπτώσεις είναι ήδη αισθητές. Πολλές ναυτιλιακές επιλέγουν πλέον να ακολουθούν τη διαδρομή γύρω από το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, παρά τη μεγαλύτερη απόσταση και το υψηλότερο κόστος καυσίμων. Τα εμπορεύματα καθυστερούν, το κόστος μεταφοράς αυξάνεται και η πίεση στον παγκόσμιο εφοδιασμό μεγαλώνει, ειδικά για αγαθά που μεταφέρονται από την Ασία στην Ευρώπη.
Οι στρατιωτικές αποστολές, όπως η “Prosperity Guardian” υπό τις ΗΠΑ και η ευρωπαϊκή “Aspides”, δεν έχουν καταφέρει να εξαλείψουν την απειλή.
Το αντίθετο, οι επιθέσεις συνεχίζονται, παρά την παρουσία πολεμικών πλοίων.
Και αυτό γεννά νέα ερωτήματα για την αποτελεσματικότητα της διεθνούς παρέμβασης και τη δυνατότητα ουσιαστικής προστασίας των εμπορικών πλοίων σε περιοχές αυξημένου κινδύνου.
Σε αυτό το κλίμα, η ελληνική ναυτιλία βρίσκεται σε ευάλωτη θέση.
Με μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου στόλου υπό ελληνική διαχείριση και παρουσία σε δρομολόγια υψηλού κινδύνου, οι αποφάσεις που λαμβάνονται τώρα θα καθορίσουν όχι μόνο την επιχειρησιακή στρατηγική των επόμενων μηνών, αλλά και τη γεωπολιτική στάση της χώρας στο πλαίσιο της διεθνούς ναυτιλιακής αρχιτεκτονικής.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κατάσταση στην Ερυθρά Θάλασσα δεν είναι πια μια περιφερειακή κρίση.
Είναι ένας παγκόσμιος ναυτιλιακός πονοκέφαλος που δεν δείχνει να υποχωρεί και για πολλούς, είναι ήδη αργά για να γυρίσουν πίσω.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης