NYT: Γιατί το BBC αντιμετωπίζει τη χειρότερη κρίση των τελευταίων δεκαετιών
Εύκολα μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι η παραίτηση δύο ανώτερων στελεχών του BBC, μετά τις σφοδρές επικρίσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, αποτελεί παράδειγμα της έντονης πίεσης που ασκεί ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στους ειδησεογραφικούς οργανισμούς.
Ωστόσο, το BBC δεν είναι ούτε CBS ούτε ABC τα οποία έφτασαν σε συμβιβασμό με τον Αμερικανό πρόεδρο για τις αγωγές που είχε ασκήσει εναντίον τους. Η τρέχουσα κρίση που βιώνει – η σοβαρότερη που έχει αντιμετωπίσει το BBC εδώ και δεκαετίες – δεν αφορά τόσο τον Τραμπ, σύμφωνα με τους ειδικούς, όσο τις άλυτες εντάσεις ενός φημισμένου δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού που λειτουργεί σε έναν έντονα διχασμένο πολιτικό και δημοσιογραφικό κόσμο, αναφέρουν οι New York Times σε ανάλυσή τους.
Διασυρμένο από πολιτικούς εχθρούς, οι οποίοι το κατηγορούν για χρόνια μεροληψία – στην περίπτωση αυτή, προς τα αριστερά – και στο στόχαστρο ανταγωνιστικών μέσων ενημέρωσης, τα οποία δυσανασχετούν με τη δημόσια χρηματοδότησή της, το BBC αποτελεί διαρκές θέμα αντιπαράθεσης στις πολιτικές διαμάχες της Βρετανίας. Με την παγκόσμια εμβέλειά του, έρχεται τακτικά σε σύγκρουση και με ξένες κυβερνήσεις, από την Ινδία έως τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο γενικός διευθυντής του BBC Τιμ Ντέιβι και η διευθύνουσα σύμβουλος του BBC News Ντέμπορα Τέρνες ανακοίνωσαν την παραίτησή τους μετά την αναταραχή που προκλήθηκε λόγω μοντάζ, το οποίο θεωρήθηκε παραπλανητικό, για ντοκιμαντέρ σχετικά με τον ρόλο του Τραμπ στις επιθέσεις της 6ης Ιανουαρίου του 2021 στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Οι παραιτήσεις τους, ωστόσο, ήρθαν έπειτα από σειρά άλλων επικρίσεων σχετικά με την κάλυψη ευαίσθητων θεμάτων, από τον πόλεμο στη Γάζα μέχρι τα δικαιώματα των τρανς ατόμων.
«Είναι μια κρίσιμη στιγμή για το BBC να είναι αμερόληπτο, επειδή δεν υπάρχει μεγάλη αμεροληψία στον κόσμο», δήλωσε ο Χάουαρντ Στρίνγκερ, πρώην πρόεδρος του CBS News, ο οποίος κάποτε διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του BBC. «Σαφώς θεώρησαν ότι ήταν σημαντικό να αντιμετωπίσουν τον Τραμπ, αλλά σε αυτή την περίπτωση, αυτό έδωσε στον Τραμπ μια ευκαιρία και άφησε τον Τιμ Ντέιβι εκτεθειμένο».
«Το BBC έχει περισσότερους εχθρούς από όσους είχα εγώ στο CBS News», συνέχισε ο κ. Στρίνγκερ, «επειδή η κυβέρνηση παρεμβαίνει και οι βρετανικές εφημερίδες ανταγωνίζονται πολύ περισσότερο το BBC από ό,τι οι εφημερίδες στις ΗΠΑ».
Τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι το BBC δεν έχει ευθύνη για τα προβλήματα, σχολιάζουν οι ΝΥΤ. Ο πρόεδρος του διοικητικού του συμβουλίου Σαμίρ Σαχ ζήτησε συγγνώμη σε επιστολή του προς κοινοβουλευτική επιτροπή χθες, Δευτέρα, για «λάθος κρίση» στο μοντάζ.
Το ντοκιμαντέρ, με τίτλο «Trump: A Second Chance?», το οποίο προβλήθηκε πριν από τις προεδρικές εκλογές του περασμένου έτους, συνδύαζε πλάνα από σχόλια που έκανε ο Τραμπ με διαφορά περίπου 50 λεπτών σε ομιλία του στις 6 Ιανουαρίου, λίγο πριν ξεσπάσουν ταραχές στο Καπιτώλιο. Ο Σαχ αναγνώρισε ότι το μοντάζ «έδινε την εντύπωση άμεσης προτροπής σε βία».
Η καθυστέρηση της απολογίας του BBC έχει προκαλέσει αμηχανία στους υπαλλήλους του. Αναλυτές ανέφεραν ότι αν ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός είχε απλώς παραδεχτεί γρήγορα το λάθος, θα μπορούσε να είχε περιορίσει την κρίση.
Η κριτική αυτή ήταν μία από τις πολλές που διατυπώθηκαν σχετικά με την κάλυψη της BBC σε ένα ευρύ και ιδιαίτερα επικριτικό υπόμνημα που διέρρευσε από τον Μάικλ Πρέσκοτ, έναν δημοσιογράφο που έγινε σύμβουλος επικοινωνίας και ήταν ανεξάρτητος εξωτερικός σύμβουλος της επιτροπής συντακτικών προτύπων του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού.
Αυτό ώθησε την εκπρόσωπο Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, να χαρακτηρίσει το BBC «100% ψευδείς ειδήσεις».
Ο Τζον Σόπελ, ο οποίος κάλυψε την πρώτη θητεία του Τραμπ ως συντάκτης του BBC για τη Βόρεια Αμερική, ανέφερε από πλευράς του ότι πάντα φοβόταν το κόστος οποιουδήποτε λάθους, δεδομένης της προβολής του βρετανικού Μέσου και της συνήθειας του προέδρου να επιτίθεται στην αρνητική δημοσιότητα.
«Δεν υπάρχει περιθώριο για λάθη. Απλώς πρέπει να είσαι σχολαστικός», σημείωσε. «Το να βρεθείς σε δύσκολη θέση, με τον Τραμπ θυμωμένο μαζί σου, σημαίνει ότι έχεις χάσει», πρόσθεσε.
Στη δήλωση παραίτησής του την Κυριακή, ο Ντέιβι δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο ντοκιμαντέρ, ωστόσο παραδέχθηκε δημοσίως ότι «έχουν γίνει κάποια λάθη» και πως ως γενικός διευθυντής «πρέπει να αναλάβει την ευθύνη». Αυτό δεν εμπόδισε φυσικά τον Τραμπ να χαρακτηρίσει τόσο τον Ντέιβι όσο και την Τέρνες ως «διεφθαρμένους δημοσιογράφους» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μια σειρά λαθών για τον γενικό διευθυντή του BBC
Το 2023, ο Ντέιβι δέχτηκε κριτική για την αδράνεια του στην υπόθεση του Χου Έντουαρντς, ενός παρουσιαστή της BBC που κατηγορήθηκε για σεξουαλική κακοποίηση. Ο κ. Έντουαρντς αργότερα ομολόγησε την ενοχή του σε τρεις κατηγορίες για πρόσβαση σε άσεμνες εικόνες παιδιών.
Την ίδια χρονιά, ο Ντέιβι αντιμετώπισε μια ανταρσία μετά την απομάκρυνση του Γκάρι Λίνεκερ, ενός δημοφιλούς σχολιαστή του ποδοσφαίρου, από την εβδομαδιαία εκπομπή του. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Λίνεκερ είχε συγκρίνει την πολιτική της συντηρητικής κυβέρνησης για τους αιτούντες άσυλο με εκείνη της Γερμανίας τη δεκαετία του 1930. Ο Ντέιβι επανέφερε τον Λίνεκερ πριν τερματίσει τη σύμβασή του το 2025, μετά από μια προκλητική ανάρτηση σχετικά με το Ισραήλ.
Το 2024, ο Ντέιβι βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο της κριτικής για την αποτυχία του, σύμφωνα με τους επικριτές, να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες για ανάρμοστη σωματική συμπεριφορά και ακατάλληλη γλώσσα προς τους συναδέλφους του από τον παρουσιαστή του MasterChef, Γκρεγκ Γουάλας. Ο Γουάλας απομακρύνθηκε τότε, με τον Ντέιβι να παρατηρεί: «Κανείς δεν είναι αναντικατάστατος».
Ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς έφερε μια νέα σειρά προβλημάτων. Μια ταινία ντοκιμαντέρ του 2025, με τίτλο «Γάζα: Πώς να επιβιώσεις σε μια ζώνη πολέμου», δέχτηκε σφοδρή κριτική όταν αποκαλύφθηκε ότι ο πατέρας του 13χρονου αφηγητή ήταν αξιωματούχος της Χαμάς. Ο Ντέιβι απέσυρε την ταινία από το διαδικτυακό πρόγραμμα αναπαραγωγής της BBC, δηλώνοντας ότι είχε χάσει την εμπιστοσύνη του σε αυτήν.
«Διδακτική στιγμή για το BBC»
Πριν ο Τραμπ μπει στη μάχη, το BBC ήταν τακτικά στόχος μιας φάλαγγας δεξιών αντιπάλων. Ο Μπόρις Τζόνσον, ο συντηρητικός πρώην πρωθυπουργός, ζήτησε «να πέσουν κεφάλια» λίγο μετά τη διαρροή του υπομνήματος του κ. Πρέσκοτ.
«Έχουμε τον εθνικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα της Βρετανίας να χρησιμοποιεί ένα εμβληματικό πρόγραμμα για να λέει προφανείς ανακρίβειες για τον στενότερο σύμμαχο της Βρετανίας», έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η βρετανική κυβέρνηση έχει προσφέρει στο BBC περιορισμένη υποστήριξη, αν και ο ρόλος του Τραμπ στο δράμα έχει φέρει τον πρωθυπουργό Κίρ Σταρμερ σε δύσκολη θέση. Έχει προσπαθήσει να αποφύγει τη σύγκρουση με τον Τραμπ σε θέματα όπως οι δασμοί και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τη Δευτέρα, ανώτεροι αξιωματούχοι χαρακτήρισαν την κατακραυγή ως «διδακτική στιγμή» για τον ραδιοτηλεοπτικό φορέα. Ακόμη και οι πιο ένθερμοι υπερασπιστές του BBC συμφώνησαν.
«Έκαναν ένα λάθος και όταν το ανακάλυψαν, δεν το παραδέχτηκαν», είπε η κα Enders. «Το καλύτερο για το BBC είναι να κάνει μια επανεκκίνηση και να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα. Το να εκδηλώσει το BBC πολιτική μεροληψία είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα που θα μπορούσε να κάνει σε αυτόν τον κόσμο».
Γιατί η διαμάχη με τον Τραμπ ήρθε τη χειρότερη δυνατή στιγμή
Η διαμάχη – την οποία έχουν εκμεταλλευτεί προσωπικότητες της βρετανικής πολιτικής δεξιάς, καθώς και ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του – έρχεται την ώρα που οι επικεφαλής του BBC ετοιμάζονται να ξεκινήσουν μια σειρά τεταμένων διαπραγματεύσεων με υπουργούς σχετικά με τους κανόνες που πρέπει να τηρεί και, κυρίως, τον τρόπο χρηματοδότησής της.
Το αποτέλεσμα θα καθορίσει αν ο ιστορικός βρετανικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας, που κάποτε ήταν η φωνή μιας αυτοκρατορίας, θα επιβιώσει σε κάτι που μοιάζει με την τρέχουσα μορφή του.
Η αντιπολίτευση δεν έχασε χρόνο και καθόρισε τους όρους της μάχης. «Η απλή απομάκρυνση δύο μελών του προσωπικού δεν εξαλείφει τα πολιτισμικά προβλήματα που είναι βαθιά ριζωμένα στο BBC και υπάρχουν εδώ και πολλές δεκαετίες», δήλωσε ο Φάρατζ, σύμμαχος του Τραμπ που ηγείται του κόμματος Reform UK, το οποίο βρίσκεται στην κορυφή των δημοσκοπήσεων στη Βρετανία και θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός της χώρας.
Στο στόχαστρό του βρίσκεται επίσης η αναθεώρηση του δεκαετιών παλιού μοντέλου χρηματοδότησης της BBC, το οποίο βασίζεται σε ετήσια συνδρομή που καταβάλλουν τα νοικοκυριά.
«Δεν πρόκειται για τον Τραμπ. Ο Τραμπ είναι απλώς η τελευταία σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι μετά από όσα είδαμε τις τελευταίες εβδομάδες, μήνες και, στην πραγματικότητα, δεκαετίες», δήλωσε ο Φάρατζ. Η κρίση έχει αφήσει τους Βρετανούς φιλελεύθερους σε μια δύσκολη θέση. Σε επιστολή που έστειλε σήμερα στον πρωθυπουργό Κίρ Σταρμερ, στην ηγέτιδα των Συντηρητικών Κέμι Μπάντενοχ και στον Νάιτζελ Φάρατζ του Reform, ο ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών Εντ Ντέιβι κάλεσε τους Βρετανούς πολιτικούς να υπερασπιστούν το BBC, προειδοποιώντας: «Το BBC ανήκει στη Βρετανία, όχι στον Τραμπ».
Με πληροφορίες από New York Times, Politico
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης