Ιταλία: Γιατί όλοι τα έχουν βάλει με την Μελόνι

Η κυβέρνηση Μελόνι, πιστή στις ακροδεξιές της ρίζες και στη νεοφιλελεύθερη πολιτική της, αντιμετωπίζει ένα κρίσιμο τεστ στις 8 και 9 Ιουνίου, μέρες κατά τις οποίες οι Ιταλοί πολίτες καλούνται να ψηφίσουν, μ΄ ένα «ναι», ή μ΄ ένα «όχι», σε πέντε δημοψηφίσματα που αφορούν τα εργασιακά δικαιώματα και τη χορήγηση ιταλικής ιθαγένειας.

Τέσσερα ερωτήματα έχουν προταθεί από τη Γενική Συνομοσπονδία Ιταλικών Εργατικών Συνδικάτων (CGIL) και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ενώ το πέμπτο έχει προταθεί από το κόμμα Più Europa, με τη στήριξη του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSI), των Ιταλών Ριζοσπαστών (Radicali Italiani), του Δημοκρατικού Κόμματος (Pd), του Possibile, του Κινήματος 5 Αστέρων και της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης (Rifondazione Comunista).

Οι δυνάμεις αυτές ζητούν την ακύρωση ορισμένων διατάξεων προκειμένου να επανέλθουν προηγούμενοι κανόνες που είχαν καταργήσει κυβερνήσεις τεχνοκρατών και της δεξιάς, κυρίως μέσω του Jobs Act, που έκανε τις απολύσεις ευκολότερες και πιο φθηνές.

Συγκεκριμένα για τις παράνομες απολύσεις, προτείνεται η κατάργηση ενός από τα διατάγματα του Jobs Act που αφορά στις συμβάσεις αορίστου χρόνου με στόχο την επαναφορά του δικαιώματος επανένταξης εργαζομένων στη θέση τους σε όλες τις περιπτώσεις παράνομης απόλυσης.

Για τις αποζημιώσεις, όταν γίνονται απολύσεις σε επιχειρήσεις με λιγότερους από 15 εργαζόμενους, προτείνεται ο δικαστής να ορίζει το ποσό της αποζημίωσης, χωρίς να υπάρχει ανώτατο όριο, όπως ισχύει σήμερα, ενώ για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου προτείνεται η κατάργηση ορισμένων διατάξεων του σχετικού Νομοθετικού Διατάγματος, που ρυθμίζει τη δυνατότητα σύναψης συμβάσεων ορισμένου χρόνου, καθώς και τους όρους για τις παρατάσεις και τις ανανεώσεις.

Αιχμή του δόρατος είναι, πάντως, το πέμπτο ερώτημα που έχει σχέση με την απόκτηση ιθαγένειας.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης προτείνουν τη μείωση από 10 σε 5 χρόνια της περιόδου νόμιμης διαμονής στην Ιταλία που απαιτείται για να μπορούν οι ενήλικοι υπήκοοι τρίτων χωρών να ζητήσουν την ιταλική ιθαγένεια.

Η αριστερά – από την CGIL μέχρι τους Ριζοσπάστες και την Rifondazione Comunista υπερασπίζεται το «ναι» ως εργαλείο κοινωνικής επαναθεμελίωσης.

 

Οι προτάσεις για τη διενέργεια των δημοψηφισμάτων έχουν συγκεντρώσει πολύ περισσότερες από τις απαιτούμενες 500.000 υπογραφές, αλλά η Μελόνι και οι σύμμαχοί της είναι κατηγορηματικά αντίθετοι.

Θεωρούν ότι τόσο τα δημοψηφίσματα όσο και οι αλλαγές που προτείνονται είναι «παρωχημένες» και «επικίνδυνες για την ανταγωνιστικότητα».

Τα ίδια έλεγε στο παρελθόν και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι.

Ανάλογη είναι η αντίδραση της Μελόνι στο ενδεχόμενο μείωσης από 10 σε 5 χρόνια του ελάχιστου χρόνου νόμιμης παραμονής για να μπορεί ένας μη Ευρωπαίος να αιτηθεί την ιταλική ιθαγένεια.

Η ιταλίδα πρωθυπουργός απέρριψε την πρόταση, κατηγορώντας την αντιπολίτευση ότι «επιβραβεύει την παράνομη μετανάστευση» και υπονομεύει την «εθνική ταυτότητα». Για να επιβεβαιώσει έτσι την ξενοφοβική και αντιμεταναστευτική πολιτική της, που έχει συμβάλει στη μετατροπή της Μεσογείου σε μαζικό τάφο προσφύγων και την ιταλική κοινωνία σ΄ ένα αυξανόμενα ξενοφοβικό περιβάλλον.

Και σα να μην έφτανε αυτό, τις τελευταίες εβδομάδες υπουργοί της κυβέρνησης καλούν το εκλογικό σώμα να μην ψηφίσει ώστε να μην επιτευχθεί το όριο συμμετοχής.

Στην πραγματικότητα αυτό που διακυβεύεται είναι ο κοινωνικός χαρακτήρας του ιταλικού κράτους και η προστασία των πιο ευάλωτων εργαζομένων και μεταναστών.

Κοντολογίς, η Ιταλία για μια ακόμη φορά βρίσκεται σ΄ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: είτε θα επιστρέψει σ΄ ένα κοινωνικό κράτος με ισχυρά εργατικά και ανθρώπινα δικαιώματα, είτε θα παραδοθεί πλήρως στην αυταρχική νεοδεξιά που χτίζει τείχη αντί για γέφυρες.

Εάν υπερψηφιστούν τα δημοψηφίσματα, θα καταργηθούν οι διατάξεις που περιορίζουν την προστασία των εργαζομένων και θα ανοίξει ο δρόμος για πιο δίκαιες και ανθρώπινες πολιτικές.

Αντίθετα, αν επικρατήσει το «όχι», ή αν δεν επιτευχθεί το όριο συμμετοχής, η κυβέρνηση Μελόνι θα ενισχυθεί, ερμηνεύοντας το αποτέλεσμα ως επιβεβαίωση της πολιτικής της.

Οι δημοσκοπήσεις, πάντως, παρότι δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Ιταλών (σε ποσοστό 62%) θεωρεί «πολύ σημαντικά» τα δημοψηφίσματα, προβλέπουν χαμηλά ποσοστά συμμετοχής.

*Ο Παύλος Νεράντζης είναι δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ, διδάκτωρ του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, συγγραφέας του βιβλίου «Η αλήθεια βομβαρδίζεται. Τα ΜΜΕ και ο πόλεμος με το βλέμμα ενός πολεμικού ανταποκριτή», εκδ. Παπαζήση.

πηγή: tvxs

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή