Πώς θα λειτουργεί η Αρχή Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή – Τι προβλέπεται για τη μεταβατική περίοδο
Η αποστολή της Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου που τέθηκε σε διαβούλευση από το υπουργείο Ανάπτυξης έως τις 11 Νοεμβρίου συνίσταται στα εξής:
α) στην ενίσχυση της διαφάνειας της αγοράς,
β) στην αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου,
γ) στην αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών,
δ) στην προάσπιση των οικονομικών τους συμφερόντων και
ε) στη διαμόρφωση μίας υγιούς καταναλωτικής συνείδησης.
Κατά την επιδίωξη της αποστολής της, η Αρχή ασκεί τις παρακάτω αρμοδιότητες:
α) Αναφορικά με την εποπτεία και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς:
αα) διενεργεί ελέγχους για την αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου κατά την παραγωγή, αποθήκευση, διακίνηση και εμπορία των προϊόντων στην αγορά και την παροχή υπηρεσιών,
αβ) ελέγχει την τήρηση του ν. 4177/2013 (Α’ 173), περί των κανόνων ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών, του ν. 4849/2021 (Α’ 207), περί αναμόρφωσης και εκσυγχρονισμού του ρυθμιστικού πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας του υπαίθριου εμπορίου, του άρθρου 65, περί υποχρέωσης αποδοχής μέσων πληρωμής με κάρτα και της παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 4446/2016 (Α’ 240), περί της υποχρέωσης ενημέρωσης του καταναλωτή, κατά την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας για προϊόντα και υπηρεσίες, της καταπολέμησης φαινομένων παραπλάνησης των καταναλωτών σε όλα τα στάδια της διακίνησης και εμπορίας αγαθών, καθώς και παροχής υπηρεσιών,
αγ) εκπονεί, από κοινού με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο και Προγραμματισμό, για την αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων και υπηρεσιών,
αδ) συγκροτεί και συντονίζει μεμονωμένα ή μικτά κλιμάκια ελέγχου σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο, για τον έλεγχο της αγοράς, την πάταξη του παράνομου εμπορίου και την εποπτεία της εφαρμογής των κανόνων διακίνησης εμπορίας προϊόντων και παροχής υπηρεσιών, με τη συμμετοχή των υπηρεσιών που ασκούν ελεγκτικό έργο, δηλαδή της αρμόδιας υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε., της Δημοτικής Αστυνομίας, καθώς και των υπηρεσιών του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των φορέων που εποπτεύονται από αυτό, της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας και των διευθύνσεων Ελέγχου του υπουργείου Υγείας, όποτε αυτό απαιτείται,
αε) τηρεί ψηφιακό σύστημα διαχείρισης των δεδομένων,
αστ) εκπονεί μελέτες, έρευνες και αναλύσεις για την αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης της αγοράς,
αζ) ελέγχει τη συμμόρφωση των παρόχων επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης και επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (L 186) και τον ν. 4753/2020 (Α’ 227),
αη) διενεργεί τακτικούς και έκτακτους ελέγχους και ελέγχους κατόπιν καταγγελίας, για τη διαπίστωση παραβάσεων που αφορούν στα έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας,
αθ) διαπιστώνει παραβάσεις, συντάσσει σχετικές εκθέσεις ελέγχου και επιβάλλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
β) Αναφορικά με την παρακολούθηση και την εποπτεία εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή:
βα) λαμβάνει και εξετάζει καταγγελίες και αναφορές καταναλωτών και ενώσεων καταναλωτών για παράβαση των κανόνων που αποβλέπουν στην προστασία των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών, καθώς και των κανόνων που αφορούν στην προστασία των οφειλετών από αθέμιτες πρακτικές ενημέρωσης,
ββ) διενεργεί ελέγχους, περιλαμβανομένων των σαρώσεων (sweeps) σε ιστοσελίδες ηλεκτρονικών καταστημάτων, μετά από καταγγελία ή αυτεπαγγέλτως, της παραβίασης των κανόνων προστασίας του καταναλωτή στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών,
βγ) επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα στους παραβάτες της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή,
βδ) ελέγχει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την προστασία των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών, ιδίως του ν. 2251/1994 (Α’ 191) (Α’ 191), ή άλλων ειδικών διατάξεων που προβλέπουν αρμοδιότητα της Αρχής σε σχέση με αγαθά και υπηρεσίες,
βε) αναπτύσσει δράσεις ενημέρωσης και εκπαίδευσης του καταναλωτικού κοινού για τα δικαιώματα και τα μέσα προστασίας των συμφερόντων του για την πρόληψη φαινομένων παραβίασης της κείμενης νομοθεσίας για την προστασία αυτών,
βστ) συμμετέχει σε ομάδες εργασίας, επιτροπές, δίκτυα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών οργανισμών στα οποία συμμετέχουν αρχές εφαρμογής της νομοθεσίας προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και υπηρεσιών και ιδίως στο Δίκτυο Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (Consumer Protection Cooperation Network-CPC) ή σε αρχές εφαρμογής της νομοθεσίας σχετικά με την εποπτεία της αγοράς ή φορείς εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών,
βζ) λειτουργεί ως Αρμόδια Αρχή και ως Ενιαίο Γραφείο Σύνδεσης σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 2006/2004 (L 345) και συνεργάζεται στο πλαίσιο αυτού με άλλες αρμόδιες εθνικές αρχές, καθώς και με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την εφαρμογή του,
βη) συγκαλεί την Επιτροπή Προστασίας Ανήλικων Καταναλωτών του άρθρου 7α του ν. 2251/1994,
βθ) τηρεί σε ηλεκτρονική μορφή και διαχειρίζεται τα Μητρώα Διοικητικών Κυρώσεων και Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών.
γ) Αναφορικά με την εξώδικη επίλυση των καταναλωτικών διαφορών:
γα) επιλαμβάνεται της συναινετικής επίλυσης των διαφορών μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών ή ενώσεων καταναλωτών, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αναφοράς ενός τουλάχιστον εκ των ενδιαφερομένων μερών, εκδίδοντας πορίσματα – συστάσεις,
γβ) εποπτεύει τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας (ECC-Net),
γγ) παρακολουθεί την εφαρμογή στον ιδιωτικό τομέα της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 του ν. 3769/2009 (Α’ 105).
δ) Αναφορικά με την υποστήριξη των καταναλωτών, παρέχει νομική συνδρομή στους καταναλωτές και συγκεκριμένα:
δα) ασκεί ένδικα βοηθήματα για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών (αντιπροσωπευτικές αγωγές) και συμμετέχει σε δίκες που αφορούν στην προστασία αυτών,
δβ) παραλαμβάνει τις αιτήσεις των καταναλωτών σε περίπτωση αμετάκλητης απόφασης επί αντιπροσωπευτικής αγωγής για επανόρθωση ή αποκατάσταση και επιβάλλει κυρώσεις, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 10ια του ν. 2251/1994.
ε) Προβαίνει σε κάθε άλλη συναφή ενέργεια και πράξη για την εκτέλεση του έργου της.
Αρμοδιότητες
Σημειώνεται ότι στην Αρχή συστήνεται πενταμελές Συμβούλιο Διοίκησης, αποτελούμενο από τον πρόεδρο και τέσσερα ακόμη τακτικά μέλη. Η θητεία των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μία φορά, με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης.
Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες της Αρχής και του Συμβουλίου Διοίκησης.
Στην Αρχή συστήνονται 500 θέσεις, πέραν των καλυπτόμενων από μετακλητούς, εκ των οποίων, 300 τουλάχιστον θέσεις καταλαμβάνονται από Ελεγκτές.
Στη νέα Αρχή συνενώνονται το προσωπικό και οι αρμοδιότητες των παρακάτω υφισταμένων υπηρεσιών:
α) της Διυπηρεσιακής Μονάδας Ελέγχου Αγοράς του υπουργείου Ανάπτυξης, εκτός του τμήματος Χημικών Αναλύσεων,
β) της διεύθυνσης Προστασίας Καταναλωτή, που υπάγεται στη γενική διεύθυνση Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτή της γενικής γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης,
γ) του τμήματος Γ’ Επικοινωνίας και Εξωστρέφειας, που υπάγεται στη διεύθυνση Πολιτικής και Ενημέρωσης Καταναλωτή της γενικής διεύθυνσης Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτή της γενικής γραμματείας Εμπορίου του υπουργείου Ανάπτυξης και
δ) της ανεξάρτητης αρχής «Συνήγορος του Καταναλωτή».
Μεταβατικές διατάξεις
Για την πλήρη λειτουργία του νέου σχήματος προβλέπονται και οι παρακάτω μεταβατικές διατάξεις:
- Μέχρι τον διορισμό των οργάνων διοίκησης της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 12, περί διαδικασίας επιλογής των οργάνων διοίκησης της Αρχής, τα όργανα διοίκησης διορίζονται, με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης, μετά από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
- Μέχρι τον διορισμό των οργάνων διοίκησης της Αρχής, η διοικητική υποστήριξη και η δικαστική εκπροσώπηση της Αρχής παρέχονται από τις αντίστοιχες οργανικές μονάδες του υπουργείου Ανάπτυξης.
- Μέχρι τη λειτουργία της διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής και το αργότερο μέχρι την 31η.12.2027, η οικονομική υποστήριξη παρέχεται από τις αντίστοιχες οργανικές μονάδες του υπουργείου Ανάπτυξης.
- Μέχρι τη συγκρότηση του Υπηρεσιακού και του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Αρχής και πάντως όχι για περισσότερο από έξι μήνες, το προσωπικό της Αρχής εξακολουθεί να υπάγεται στο Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο στο οποίο υπαγόταν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
- Μέχρι τη λειτουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής και πάντως το αργότερο μέχρι την 31η.12.2027, το συνολικό κόστος μισθοδοσίας βαρύνει τους προϋπολογισμούς των φορέων προέλευσης των Ελεγκτών και του λοιπού προσωπικού της Αρχής και καταβάλλεται από αυτούς.
- Μέχρι τη λειτουργία της Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών της Αρχής, οι απαραίτητες δαπάνες για τη μισθοδοσία και τη λειτουργία της Αρχής καλύπτονται από πιστώσεις που έχουν εγγραφεί στον ειδικό φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών «Γενικές Κρατικές Δαπάνες», κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, και μόνο στην περίπτωση που αυτές δεν καλύπτονται από τις ήδη εγγραφείσες πιστώσεις στον Κρατικό Προϋπολογισμό για τις καταργούμενες υπηρεσίες της παρ. 4 του άρθρου 3, περί αποστολής και αρμοδιοτήτων της Αρχής, ή σε κάθε περίπτωση από το αποθεματικό. Για κάθε ένα από τα επόμενα έτη, οι απαραίτητες πιστώσεις εγγράφονται στον ετήσιο προϋπολογισμό της Αρχής.
- Κατά τον πρώτο χρόνο της λειτουργίας της Αρχής οι υπάλληλοί της αξιολογούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
- Η απόσπαση των υπαλλήλων της Αρχής, οι οποίοι κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της Αρχής αξιολογούνται ως ανεπαρκείς ή ακατάλληλοι, λύεται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου της Αρχής.
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης