Της Μαριαλένας Χαραλαμποπούλου
Η ευεργετική δράση των αρωµατικών και φαρµακευτικών φυτών, η χρήση και η συµβολή τους στην εξέλιξη της ιατρικής, έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα.
Η Κρήτη υπήρξε εξαγωγικό κέντρο φαρµακευτικών και αρωµατικών φυτών. Είναι µάλιστα χαρακτηριστικό, ότι περίπου το 15% των πινακίδων της Γραµµικής Β του 13ου αιώνα π.Χ. που ανακαλύφθηκαν στην Κνωσό, αφορούν αρώµατα και αρωµατικά φυτά.
Οι γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων για την θεραπευτική χρήση διαφόρων φυτικών ειδών αποτελούν µέχρι και σήµερα σε µεγάλο βαθµό τα θεµέλια της σύγχρονης λαϊκής θεραπευτικής.
Οι άνθρωποι οι οποίοι ειδικεύονταν στην θεραπευτική τέχνη, για να παρασκευάσουν τα φάρµακά τους, προµηθεύονταν τις πρώτες ύλες από το πλούσιο «φαρµακείο» της φύσης.
Ο Ιπποκράτης, ο «πατέρας της Ιατρικής» κατέγραψε 400 είδη βοτάνων και εισήγαγε την παρατήρηση και τον πειραµατισµό στην θεραπευτική πρακτική.
Ο Θεόφραστος, κατέγραψε στα βιβλία του (Περί Φυτών Ιστορίαι και Περί Φυτών Αιτιών) τα οποία σώζονται µέχρι σήµερα, την µορφολογία, την ανάπτυξη και την δραστικότητα 550 φυτικών ειδών.
Δηµιούργησε τον πρώτο Βοτανικό Κήπο της Αθήνας (εκεί που βρίσκεται σήµερα ο Εθνικός Κήπος) και θεωρείται ο «πατέρας της Βοτανολογίας».
Ο διασηµότερος «φαρµακογνώστης» υπήρξε ο Διοσκουρίδης καθώς στο έργο του καταγράφονται λεπτοµερώς τα βοτανικά χαρακτηριστικά και οι ιδιότητες 600 περίπου βοτάνων.
Σε κάθε αρωµατικό φυτό περιλαµβάνονται εκατοντάδες διαφορετικά χηµικά στοιχεία. Οι συνδυασµοί διαφορετικών φυτών και βοτάνων, µέσα από τις συνέργειες που δηµιουργούν οι θεραπευτικές ουσίες κάθε φυτού, µπορούν να ωφελήσουν τον οργανισµό.
Αξίζει να σηµειωθεί ότι το 25% των φαρµάκων που κυκλοφορούν σήµερα στην αγορά, είναι φυτικής προέλευσης.

Αρωµατικά Φαρµακευτικά Φυτά
Στην χώρα µας φύονται περίπου 5500 φυτά, από τα οποία τα 1.300 είναι ενδηµικά (είδος που συναντάται µόνο σε έναν συγκεκριµένο γεωγραφικό τόπο).
Ο µεγάλος βιολογικός πλούτος της Ελλάδος οφείλεται κυρίως στην γεωγραφική της θέση, στην µεγάλη τοπογραφική ποικιλότητα, στην σύνθετη γεωλογική και οικολογική ιστορία της και στις σχετικά ήπιες ανθρώπινες επεµβάσεις.
Υπάρχουν βοτανικοί «παράδεισοι» που έχουν µοναδικά φυτά στον κόσµο, όπως ο Όλυµπος, ο Ταΰγετος, η Κρήτη, η Ήπειρος, ο Άθως.
Τα αρωµατικά φυτά είναι µία οµάδα του φυτικού βασιλείου, τα οποία περιέχουν στα φύλλα, στους βλαστούς, στις ρίζες ή και στα άνθη τους, αιθέρια έλαια που τους προσδίδουν χαρακτηριστικό άρωµα.
Φαρµακευτικά είναι τα φυτά, τα οποία περιέχουν ουσίες που δρουν θεραπευτικά σε διάφορες παθήσεις.
Όλα τα αρωµατικά φυτά είναι και φαρµακευτικά αλλά τα φαρµακευτικά φυτά δεν είναι απαραιτήτως και αρωµατικά, όπως π.χ. η τσουκνίδα, η µολόχα, η κάππαρη κ.ά.
Για εκατοντάδες χρόνια, τα αρωµατικά φυτά χρησιµοποιήθηκαν από διάφορους πολιτισµούς, ως αρτύµατα και αφεψήµατα, για την αντιµετώπιση προβληµάτων υγείας αλλά και για την διατροφή.
Σήµερα τα αρωµατικά φυτά και τα αιθέρια έλαιά τους χρησιµοποιούνται στην φαρµακοβιοµηχανία, στην παραγωγή τροφίµων και ποτών, καλλυντικών αλλά και στην µελισσοκοµία.
Έρευνες έχουν αποδείξει ότι πολλά αρωµατικά φαρµακευτικά φυτά παρουσιάζουν αντιµικροβιακές, αντιοξειδωτικές, αντιµυκητιακές ιδιότητες και χρησιµοποιούνται ως παραδοσιακά φαρµακευτικά προϊόντα ή ως συστατικά φαρµακευτικών σκευασµάτων.
Τα ελληνικά βότανα, περιέχουν περισσότερα βιοδραστικά συστατικά σε σχέση µε τα ίδια βότανα από άλλες χώρες και αυτό οφείλεται στις ιδιαίτερες εδαφοκλιµατικές συνθήκες της Ελλάδος που είναι ιδανικές για την καλλιέργεια των φαρµακευτικών και αρωµατικών φυτών.
Στον µεγάλο κατάλογο των αρωµατικών φαρµακευτικών φυτών συµπεριλαµβάνονται η ρίγανη, το θυµάρι, το θρούµπι, το φασκόµηλο, ο γλυκάνισος, ο µάραθος (µαραθόσπορος), ο βασιλικός, το χαµοµήλι, η δάφνη, το δίκταµο, το κρίταµο, η µέντα, ο δυόσµος, η λεβάντα, το φλησκούνι, το µελισσόχορτο, η µαντζουράνα, το κυνόροδο και τέλος τα µοναδικά και πολύ γνωστά προϊόντα κάποιων περιοχών της Ελλάδος όπως η µαστίχα Χίου, ο κρόκος Κοζάνης, το δίκταµο Κρήτης και το τσάι του βουνού της Βρύναινας (Ν. Μαγνησίας).

Κρόκος Κοζάνης
Ο κρόκος (ή το λουλούδι κρόκου), από το οποίο παράγεται το σαφράν, συλλεγόταν ήδη από την Μινωική περίοδο (2600-1100 π.Χ.). «Οι συλλέκτριες κρόκου», µια τοιχογραφία που χρονολογείται από το 1600 π.Χ., απεικονίζει νεαρές γυναίκες που συλλέγουν κρόκο, αντικατοπτρίζοντας έτσι την σηµασία που είχε ήδη από εκείνη την εποχή.
Οι τοιχογραφίες της Μινωικής εποχής πιστοποιούν την χρήση του κρόκου ως βαφικό και φαρµακευτικό υλικό.
Ο κρόκος Κοζάνης ή ελληνικό σαφράν (ζαφορά), προέρχεται από την κωµόπολη του Κρόκου που βρίσκεται 5 χλµ. νοτιοδυτικά της Κοζάνης και είναι παγκοσµίως γνωστός για την εξαιρετική ποιότητα, το ζωηρό χρώµα και την έντονη γεύση του.
Αποτελεί προϊόν Προστατευόµενης Ονοµασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.) και η καλλιέργειά του στην περιοχή αυτή χρονολογείται από τον 17ο αιώνα.
Οι ιδιαίτερες εδαφοκλιµατικές συνθήκες που επικρατούν εκεί, σε συνδυασµό µε τις εξειδικευµένες γνώσεις για την καλλιέργεια και την συγκοµιδή των φυτών, δίνουν ένα προϊόν εξαιρετικής ποιότητας
Τα άνθη του κρόκου αρχίζουν να εµφανίζονται στα µέσα Οκτωβρίου για 20 έως 25 ηµέρες. Κατά την συγκοµιδή, τα άνθη συλλέγονται προσεκτικά µε το χέρι, από την ανατολή µέχρι την δύση του ηλίου, µέσα σε ποδιές ή σε καλάθια.
Στην συνέχεια, συγκεντρώνονται σε ένα ειδικό τραπέζι και µε την βοήθεια ηλεκτρικού ανεµιστήρα, χωρίζονται οι στήµονες και τα στίγµατα από το υπόλοιπο άνθος.
Η ξήρανση είναι το σηµαντικότερο και δυσκολότερο µέρος της διαδικασίας, η οποία απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και δεξιότητα, γιατί η ποιότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προϊόντος µπορεί να αλλάξουν αν δεν γίνει σωστά.
Χρειάζονται περίπου 50.000 στίγµατα για να προκύψουν 100 γραµµ. κόκκινου κρόκου! Ο κρόκος Κοζάνης είναι από τους καλύτερους ποιοτικά στον κόσµο, γι’ αυτό και είναι από τα ακριβότερα µπαχαρικά.
Τα τελευταία χρόνια το επιστηµονικό ενδιαφέρον έχει εστιαστεί στον κρόκο Κοζάνης µε πολλαπλές αναφορές που αφορούν στην διατροφική του αξία και στις θετικές επιπτώσεις του στην ανθρώπινη υγεία, όπως αντιοξειδωτική και αντιφλεγµονώδη δράση, αντιυπερτασικές και καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες, ως αντιδιαβητικό και αντικαταθλιπτικό.
Ο κρόκος χρησιµοποιείται σε µικρές ποσότητες στην µαγειρική, λόγω της έντονης γεύσης του, στην παρασκευή χρωµάτων ή στην βαφή ενδυµάτων και στην σύνθεση καλλυντικών ή φαρµακευτικών προϊόντων.

Τσάι του βουνού
Ο Θεόφραστος (372-287 π.Χ.), έγραψε ότι ο «Σιδερίτης», το γνωστό µας τσάι του βουνού, ονοµάστηκε έτσι λόγω της ιδιότητάς του να θεραπεύει πληγές από σιδερένια αντικείµενα.
Οι Έλληνες πίστευαν ότι δεν ήταν µόνο αναζωογονητικό και θεραπευτικό για το κοινό κρύωµα του χειµώνα αλλά και φάρµακο για σοβαρές περιπτώσεις, όπως οι τραυµατισµοί.
Σύµφωνα µε µια δεύτερη εκδοχή, το όνοµά του αποδίδεται στην υψηλή περιεκτικότητα σιδήρου που περιέχει το φυτό.
Το τσάι του βουνού είναι πολυετές, αυτοφύεται στα περισσότερα βουνά (σε υψόµετρο 400 µ. και πάνω) και είναι από τα πιο περιζήτητα ενδηµικά φυτά της χώρας µας.
Το 2011, η «Εφηµερίδα της Εθνοφαρµακολογίας» εξέτασε τις ιδιότητες των φυτών της οικογένειας του Σιδερίτη (πάνω από 150 είδη) όπου διαπιστώθηκε η αντιµικροβιακή, αντιφλεγµονώδης και αναλγητική τους δράση.
Το τσάι του βουνού έχει θετική επίδραση στα κρυολογήµατα, τα αναπνευστικά προβλήµατα, την πέψη, το ανοσοποιητικό σύστηµα και το ήπιο άγχος, καθώς τονώνει χωρίς να προκαλεί αϋπνία επειδή δεν περιέχει καφεΐνη (όπως το τσάι της Ασίας). Πρόσφατες µελέτες δείχνουν ότι βοηθά στην πρόληψη της οστεοπόρωσης και του Αλτσχάιµερ.
Από τα πιο γνωστά είδη είναι το «τσάι του Ολύµπου», το βλάχικο τσάι ή τσάι του Άθω, το τσάι του Ταΰγετου, το τσάι του Παρνασσού ή τσάι του Βελουχίου, το τσάι της Εύβοιας και η Μαλοτήρα, το γνωστό τσάι της Κρήτης.

Μαστίχα Χίου
Ο Ηρόδοτος (484-420 π.Χ.), αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στην αρχαία Ελλάδα µασούσαν το αποξηραµένο ρητινώδες υγρό που έρεε από τον φλοιό του µαστιχόδενδρου.
Η µαστίχα θεωρείτο ευεργετική για την ανθρώπινη υγεία, της απέδιδαν πολλές ιδιότητες και την χρησιµοποιούσαν σε συνδυασµό µε άλλα φυσικά προϊόντα για την θεραπεία πολλών ασθενειών.
Η µαστίχα προέρχεται από την καλλιέργεια του µαστιχόδεντρου ή αλλιώς σχίνου, που παραδοσιακά ευδοκιµεί στο νότιο τµήµα της Χίου. Είναι ουσιαστικά η φυσική ρητίνη, δηλαδή το παχύρρευστο υγρό, που εκκρίνεται σαν δάκρυ από τον κορµό και τα κλαδιά του δέντρου.
Αυτό το δάκρυ µετά από κάποιες ηµέρες σκληραίνει και παίρνει την µορφή της γνωστής µαστίχας. Από το 1997 έχει χαρακτηριστεί προϊόν Προστατευόµενης Ονοµασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π).
Έκπληξη προκαλεί, ότι όλες οι προσπάθειες που έχουν γίνει για να καλλιεργηθεί ο µαστιχοφόρος σχίνος σε άλλες περιοχές στην Ελλάδα ακόµη και σε άλλα κράτη, έχουν αποτύχει.
Ακόµη και στην βόρεια Χίο όπου φύονται µαστιχόδενδρα, αυτά δεν παράγουν ρητίνη.
Η «µοναδικότητα» της καλλιέργειας της µαστίχας πιθανόν να οφείλεται στο «µικροκλίµα» της περιοχής, το οποίο ευνοεί την καλλιέργεια του µαστιχόδεντρου µόνο στο συγκεκριµένο τµήµα της Χίου.
Η καλλιέργεια του µαστιχοφόρου θάµνου στην νότια Χίο και η εξαγωγή της αρωµατικής µαστίχας συνιστά µια µοναδική παγκοσµίως παραδοσιακή καλλιέργεια, που µεταβιβάζεται προφορικά και εµπειρικά από γενιά σε γενιά και διαµορφώνει εδώ και αιώνες το πολιτισµικό, αρχιτεκτονικό, κοινωνικό και φυσικό τοπίο των 24 Μαστιχοχωρίων ( Άγιος Γεώργιος Συκούσης, Αρµόλια, Βαβύλοι, Βέσσα, Βουνό, Ελάτα, Έξω Διδύµα, Θολοποτάµι, Θυµιανά, Καλαµωτή, Kαλλιµασιά, Καταρράκτης, Kοινί, Λιθί, Μέσα Διδύµα, Μεστά, Μυρµήγκι, Νένητα, Νεοχώρι, Ολύµποι, Παγίδα, Πατρικά, Πυργί, Φλάτσια).
Επιστηµονικές µελέτες σήµερα επιβεβαιώνουν τα πολλαπλά οφέλη του ελληνικού αυτού προϊόντος για τον οργανισµό µας χάρη στην αντιφλεγµονώδη, αντιµικροβιακή και αντιοξειδωτική του δράση.
Η κατανάλωση µαστίχας Χίου συµβάλει στην βελτίωση της στοµατικής υγείας και στην πρόληψη της τερηδόνας. Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι βοηθά σε πεπτικά προβλήµατα όπως στις καούρες, στο έλκος, το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού και σε φλεγµονώδεις νόσους του εντέρου (νόσος Crohn).
Ένα άτοµο µπορεί να µασήσει µαστίχα Χίου όπως την κανονική τσίχλα ή µπορεί να την καταπιεί σε µορφή κάψουλας ή σκόνης. Επίσης, προστίθεται και σε άλλα προϊόντα, όπως ροφήµατα, τσάι, καφέ, γαλακτοκοµικά, αρτοσκευάσµατα, γλυκά, µαρµελάδες και καραµέλες. Επίσης διατίθεται αιθέριο έλαιο από µαστίχα.
Στον Ευρωπαϊκό Οργανισµό Φαρµάκων (European Medicines Agency, EMA) η φυσική µαστίχα Χίου έχει καταχωρηθεί ως “παραδοσιακό φάρµακο φυτικής προέλευσης” µε τις ακόλουθες ενδείξεις: α) Ήπια δυσπεπτικά ενοχλήµατα και β) Συµπτωµατική θεραπεία ήπιας φλεγµονής του δέρµατος και επούλωση µικρών δερµατικών πληγών.
Η τεχνογνωσία της παραδοσιακής µαστιχοκαλλιέργειας στην Χίο αποτελεί στοιχείο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονοµιάς της UNESCO (2014).

Ελλάδα, ο παράδεισος των φυτών
Η Ελληνική γη στάθηκε µέσα στο χρόνο σαν µια κιβωτός που διέσωσε πολλά είδη του φυτικού βασιλείου και µπορεί να αποτελεί µόλις το 6% της έκτασης της Μεσογείου αλλά φιλοξενεί το 26% της µεσογειακής χλωρίδας.
Μαζί µε τις βαλκανικές χώρες, κατέχει το 50% της φυτικής ποικιλότητας της Ευρώπης (6.700 είδη και υποείδη).
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα αυξανόµενο ενδιαφέρον για τα ελληνικά αρωµατικά φυτά και τις δεκάδες χρήσεις τους. Η ελληνική και διεθνής βιοµηχανία χρησιµοποιεί τα αρωµατικά φυτά για την παραγωγή καλλυντικών, φαρµάκων και τροφίµων.
Στην Ελλάδα είχαµε πάντα αγάπη για τα βότανα και τα φυσικά ροφήµατα είχαν εξέχουσα θέση στην κουλτούρα µας.
Με τα χρόνια βέβαια, άλλα ξεχάστηκαν και άλλα κρίθηκαν γραφικά. Αν σε µια συγκέντρωση ζητούσες τσάι του βουνού ή χαµοµήλι πιθανότατα θα εισέπραττες κάποιο περιπαικτικό σχόλιο.
Όµως τα πράγµατα άλλαξαν και οι επιστήµονες µάς προτρέπουν να χρησιµοποιούµε τα αρωµατικά φαρµακευτικά φυτά, ως προληπτικά µέσα καθώς τα αντιοξειδωτικά συστατικά τους θωρακίζουν την υγεία.
Έτσι, εκείνα που απορρίπταµε µε υπεροψία και αµάθεια ήρθε ο καιρός να πάρουν την «ρεβάνς» και να ξαναβρεθούν στην ζωή µας!

Πηγές: