Ιστορίες διατροφής: Η γλυκιά ιστορία του παγωτού

Της Μαριαλένας Χαραλαµποπούλου

Γεωπόνος,
Τεχνολόγος Τροφίµων Γ.Π.Α

Στον σύγχρονο κόσµο που ζούµε, γεµάτο κλιµατιστικά και ψυγεία, εύκολα µπορούµε να θεωρήσουµε ότι το παγωτό είναι µια σύγχρονη ανακάλυψη. Όµως αυτό, απέχει πολύ από την πραγµατικότητα. Το διασηµότερο και πιο αγαπητό έδεσµα στον κόσµο έχει µακραίωνη ιστορία και κάποτε ήταν µια πολύτιµη λιχουδιά που προοριζόταν κυρίως για βασιλιάδες.

Οι αρχαίοι Έλληνες απολάµβαναν ένα παγωµένο παρασκεύασµα από µέλι και φρούτα συνδυασµένα µε χιόνι, το οποίο διατίθετο στην Αγορά της Αθήνας.

Ο Ιπποκράτης, ο πατέρας της ιατρικής, ενθάρρυνε τους ασθενείς να τρώνε πάγο σε συνδυασµό µε µέλι και γάλα, διότι πίστευε πως ο πάγος αυξάνει τους χυµούς της ευζωίας.

Ο Μέγας Αλέξανδρος απολάµβανε να τρώει φρούτα που είχαν παγώσει από το χιόνι περιχυµένα µε µέλι. Το επιδόρπιο αυτό θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα σορµπέ παγωτό µε σιρόπι.

Την ίδια περίοδο, οι Πέρσες παρασκεύαζαν παγωτό, µε την πρόσµιξη χυµού σταφυλιών και χιονιού.

Το «γιακάλ» (yakhchal) ήταν το αρχαίο ψυγείο-αποθήκη στην Περσία, το 400 π.Χ. τo οποίo χρησιµοποιούνταν κυρίως για την αποθήκευση πάγου από τα βουνά, καθώς και για την αποθήκευση τροφίµων (eartharchitecture.com)

Η αγάπη του Ρωµαίου αυτοκράτορα Νέρωνα για τις ‘’παγωµένες λιχουδιές’’ είχε εξελιχθεί σε µανία και οι υπηρέτες του, για να φέρουν πάγο, ανέβαιναν στις χιονισµένες βουνοκορφές των Απέννινων.

Αρκετούς αιώνες αργότερα (618-907 µ.Χ.) εµφανίστηκε στην Κίνα µια εξελιγµένη µορφή του γλυκίσµατος: πάγος αναµεµειγµένος µε γάλα και ρύζι, κάτι σαν παγωµένο ρυζόγαλο.

Το παγωτό όµως, όπως το ξέρουµε σήµερα δεν προήλθε ούτε από τους Πέρσες ούτε από τους Κινέζους και τους Ρωµαίους αλλά από τους Άραβες! Οι Άραβες εφηύραν την συνταγή για το παγωτό, µε βασικά συστατικά το γάλα και την ζάχαρη.

Ήδη από τον 10ο αιώνα, παγωτά από γάλα, κρέµα, αρωµατισµένο ροδόνερο, αποξηραµένα φρούτα και ξηρούς καρπούς καταναλώνονταν σε όλες τις αραβικές κτήσεις, ειδικά στην Βαγδάτη, την Δαµασκό και το Κάιρο.

Στις αρχές του 17ου αιώνα, ο βασιλιάς Κάρολος Α’ της Αγγλίας πλήρωνε τον Γάλλο σεφ του, 500 λίρες ετησίως ως «επίδοµα σιωπής», για να µην αποκαλύψει την συνταγή του εντυπωσιακού επιδορπίου ‘’που θύµιζε χιόνι’’ !

Η συνταγή µε τον καιρό διέρρευσε, όµως το παγωτό παρέµεινε έδεσµα των πλουσίων καθώς η συντήρηση του πάγου ήταν δύσκολη και δαπανηρή.

Επίσης, η παρασκευή παγωτού εκείνη την εποχή αποτελούσε «µεγάλο µπελά»: Μέσα σε έναν κάδο γεµάτο πάγο και αλάτι, τοποθετούσαν ένα µεταλλικό δοχείο στο οποίο έριχναν τα συστατικά του παγωτού και τα ανακάτευαν σαν «τρελοί» για περίπου 40 λεπτά, έως ότου παγώσει το µείγµα.

 Η πρώτη παγωτοµηχανή

Η πρώτη µηχανή παγωτού κατασκευάστηκε από την Αµερικανίδα νοικοκυρά, Νάνσυ Τζόνσον, στην οποία κατοχυρώθηκε δίπλωµα ευρεσιτεχνίας το 1843. Ήταν µια χειροκίνητη ξύλινη παγωτοµηχανή µε µανιβέλα, µέσα στην οποία ανακατευόταν το µείγµα παγωτού µε πάγο και αλάτι, µέχρι να παγώσει.

Χάρη στην πατέντα της Τζόνσον και το µικρό µέγεθος της παγωτοµηχανής, η ποσότητα πάγου και αλατιού που χρησιµοποιούνταν ήταν λιγότερη, µε αποτέλεσµα η τιµή του παγωτού να πέσει και το παγωτό να γίνει προσιτό στο ευρύ κοινό.

Αργότερα, η Τζόνσον πούλησε τα δικαιώµατα της κατασκευής της στον Γουίλιαµ Γιάνγκ για 200 δολάρια, ο οποίος τιµώντας την, «βάφτισε» την παγωτοµηχανή µε το όνοµα της εφευρέτριας: “The Johnson Patent Ice Cream Freezer”.

 Το παγωτό στην Ελλάδα

Μέχρι τον 20ό αιώνα, το παγωτό είχε ταξιδέψει σε όλα τα µήκη και πλάτη της γης. Στην Αθήνα, οι αριστοκράτες το δοκίµασαν για πρώτη φορά το 1835 σε µια κοσµική εκδήλωση του Βαυαρού πρωθυπουργού Άρµασπεργκ.

Την εκδήλωση είχε διοργανώσει η σύζυγός του, µε σκοπό να διαφηµίσει το ζαχαροπλαστείο που θα άνοιγε ένας Ιταλός, ονόµατι Κάλβος. Εκείνος, της πρότεινε να παρασκευάσει παγωτά για τους προσκεκληµένους αλλά η προσπάθεια εξελίχθηκε σε φιάσκο, καθώς ο Κάλβος, θέλοντας να δηµιουργήσει εντυπωσιακά παγωτά, χρησιµοποίησε χηµικές χρωστικές, µε αποτέλεσµα να πάθουν όλοι δηλητηρίαση!

Οι πρώτες εντυπώσεις από τα παγωτά στην ελληνική πρωτεύουσα δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστες και χρειάστηκαν κάποια χρόνια για να αποκατασταθεί η «χαµένη τιµή» του παγωτού.

Το 1841, ο ζαχαροπλάστης Καρδαµάνης, έφτιαχνε και πουλούσε παγωτό, στο καφενείο του, µεταξύ των οδών Αιόλου και Αγίου Μάρκου. Επίσης, σηµαντική ήταν η συµβολή των Επτανησίων που ήρθαν στην Αθήνα την δεκαετία του 1850 και είχαν µάθει την ιταλική τέχνη του παγωτού.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, το παγωτό έκανε θραύση στα γαλακτοπωλεία και τα ζαχαροπλαστεία της πρωτεύουσας και καθιερώθηκε ως η απόλυτη καλοκαιρινή απόλαυση ολόκληρης της οικογένειας.

Η Ελλάδα απέκτησε την δική της µονάδα προϊόντων γάλακτος και παγωτού, το 1934. Τα αδέλφια Σουραπά, από τα Βέρβενα της Αρκαδίας, µετανάστες στο Σικάγο, επέστρεψαν στον τόπο τους και αποφάσισαν να ιδρύσουν την Εθνική Βιοµηχανία Γάλακτος (ΕΒΓΑ).

Το 1936, η εταιρεία παρουσίασε το παγωτό «ξυλάκι» που της χάρισε την πρώτη ευρεσιτεχνία, το παγωτό σε κύπελλο και το χωνάκι µε σοκολάτα και αµύγδαλο.

Σταδιακά άρχισαν να ανοίγουν µικρές και µεγαλύτερες µονάδες παρασκευής παγωτού, όπως το Κρι-Κρι στις Σέρρες, το Αγνό, η Δέλτα αλλά και κάποιες οικοτεχνίες µε µικρή εµβέλεια.

 Κρύο, κρύο είναι µπούζι και γλυκό σαν το καρπούζι!

Την δεκαετία του 1930 δεν υπήρχαν ψυγεία και για να φάει κανείς παγωτό, έπρεπε να περιµένει να ακούσει τον παγωτατζή της γειτονιάς να περνά από τον δρόµο, διαλαλώντας την γλυκιά πραµάτια του.

Με το τρίτροχο ποδήλατο, ο παγωτατζής έκανε βόλτες στα δηµοτικά σχολεία, στις εκκλησίες, στα πανηγύρια, στις εκδροµές, στους ποδοσφαιρικούς αγώνες και όπου αλλού σύχναζε πολύς κόσµος.

Πώς έφτιαχναν όµως τότε τα παγωτά; Νόστιµα και απλά. Έβραζαν το γάλα και πρόσθεταν ζάχαρη, αυγά, κακάο ή βανίλια.

Το βρασµένο µείγµα, τοποθετείτο σε έναν µεταλλικό κάδο, ο οποίος βρισκόταν σε ένα ξύλινο βαρέλι. Ανάµεσα στο βαρέλι και στον κάδο, υπήρχε πάγος στον οποίο έριχναν στρώσεις αλατιού για να διατηρείται η θερµοκρασία κάτω από το µηδέν. Στην συνέχεια, το µείγµα αναδευόταν µέχρι να πήξει.

Έπειτα, φόρτωναν το βαρέλι στην καρότσα τους και έπαιρναν δρόµο για να συναντήσουν τους πελάτες τους. Κατά διαστήµατα έριχναν κοµµάτια πάγου εξωτερικά για να µην λιώσει το παγωτό.

Το επάγγελµα του παγωτατζή γνώρισε µεγάλη επιτυχία.

Μετά το καλοκαίρι του 1935, και µε την δηµιουργία των εταιρειών παγωτού, οι παγωτατζήδες εµφανίζονται ανεβασµένοι σε τρίτροχα ποδήλατα πάνω στα οποία ήταν τοποθετηµένα κοµψά µικρά ψυγεία, προσφορά των εταιρειών παγωτού, τις διαφηµίσεις των οποίων είχαν στις πλαϊνές πλευρές τους.

Το επάγγελµα εξαφανίστηκε περίπου το 1970, όταν τα παγωτά άρχισαν να πωλούνται στα καταστήµατα και οι άνθρωποι αγόραζαν όποτε ήθελαν παγωτό, οπότε δεν χρειαζόταν να περιµένουν τον παγωτατζή.

 Η ιστορία του Θωµά Καρβέλα

Ο Αθανάσιος Θωµάς Καρβέλας, γεννήθηκε το 1906 στην Αθήνα και σε ηλικία 4 ετών µετανάστευσε µε τους γονείς του στην Νέα Υόρκη.

Το 1932, δανείστηκε 15 δολάρια για να ενοικιάσει ένα µεταχειρισµένο φορτηγό, µε το οποίο θα πουλούσε παγωτά.

Στις 30 Μαΐου του 1934, την Ηµέρα Μνήµης στην Νέα Υόρκη, ο Τοµ Κάρβελ, όπως πλέον ονοµαζόταν, οδηγούσε το γεµάτο µε παγωτό φορτηγό του, όταν για κακή του τύχη έσκασε το λάστιχο. Το παγωτό άρχισε σιγά σιγά να λιώνει και ο Τοµ έτρεξε στο κοντινότερο κατάστηµα (ένα εργαστήριο κεραµικής), για να προµηθευτεί ηλεκτρικό ρεύµα και να σώσει το παγωτό.

Όταν επέστρεψε, είδε πολύ κόσµο να έχει µαζευτεί στο φορτηγό του και να ρωτάει τι είδους «µαλακό παγωτό» ήταν αυτό. Ο Τοµ άδραξε την ευκαιρία, έστησε έναν πρόχειρο πάγκο και άρχισε να πουλάει το παγωτό, µε τους πελάτες να έχουν ενθουσιαστεί µε το νέο «είδος», καθώς µέχρι εκείνη την στιγµή, τα παγωτά ήταν αποκλειστικά σκληρής υφής.

Ο Τοµ ξεπούλησε και έβγαλε το τεράστιο -για την εποχή- ποσό των 3.500 δολαρίων (σηµερινή αξία 65.000 δολάρια) !

Τα επόµενα δύο χρόνια, ο Καρβέλας αγόρασε το εργαστήριο κεραµικής, από το οποίο είχε προµηθευτεί ηλεκτρικό ρεύµα, και το µετέτρεψε στο πρώτο σηµείο πώλησης παγωτού µε την επωνυµία «Carvel». Χάρη στις µηχανικές του γνώσεις, έφτιαξε µια µηχανή που διατηρούσε το παγωτό σε µαλακή υφή και κατοχύρωσε την ευρεσιτεχνία.

Ο Τοµ Κάρβελ είναι ο άνθρωπος που επινόησε το «παγωτό µηχανής» και ο πρώτος επιχειρηµατίας που έφερε την λογική του «1 συν 1 δώρο» στην αγορά.

Αύξησε την τιµή του παγωτού και έδινε µε κάθε παγωτό, ακόµα ένα δώρο στον πελάτη, δηµιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι αγοράζει κάτι φθηνότερα!

Μετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, οι µηχανές του πωλούνταν σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ και η επιχείρησή του άρχισε να αναπτύσσεται µε γοργούς ρυθµούς. Το 1947 κατοχύρωσε το εµπορικό σήµα της αλυσίδας του, ίδρυσε δική του σχολή, όπου εκπαίδευε τους καινούργιους υπαλλήλους και εξελίχθηκε σε έναν από τους προδρόµους του τύπου εµπορικής ανάπτυξης που ονοµάζουµε “franchise” !

Ακόµη, ο Καρβέλας µοίραζε στους υπαλλήλους έναν οδικό χάρτη µε τις επιχειρήσεις του σε όλη την επικράτεια, το “The Shopper’s Road”, το οποίο περιελάµβανε συµβουλές και πληροφορίες για ταξίδια, µαγείρεµα και νέους τρόπους προώθησης των προϊόντων.

Τα καταστήµατα «Carvel» µέχρι το 1981 έφτασαν τα 700 και ο Τοµ Κάρβελ έγραψε ιστορία στην Αµερική, λόγω της µαεστρίας του σε επίπεδο µάρκετινγκ!

Πίστευε ότι η «εικόνα» έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση των προϊόντων και γι’ αυτό ήταν ο πρώτος γενικός διευθυντής εταιρείας που πρωταγωνιστούσε σε διαφηµιστικά στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο.

Το 1985, δήλωσε στους Times: «Μπορείς να βάλεις έναν ψηλό, όµορφο εκφωνητή, µε τέλεια φωνή, τέλεια προφορά και την τέλεια γραµµατική. Αλλά πολλοί λίγοι αγοραστές παγωτού µοιάζουν µε αυτούς. Τα διαφηµιστικά µας απευθύνονται σε ανθρώπους που µοιάζουν µε εµάς, µιλούν σαν κι εµάς και ακούγονται σαν κι εµάς».

Χρόνια νωρίτερα, όταν είχε ερωτηθεί για ποιο λόγο αποφάσισε να γίνει ο ίδιος το κεντρικό πρόσωπο της εταιρείας, η απάντησή του ήταν «αφοπλιστική»: «Δεν µπορούσα να βρω κάποιον φθηνότερο από εµένα…»!

Στις συνεντεύξεις του, όταν τον ρωτούσαν αν σκέφτεται να συνταξιοδοτηθεί, απαντούσε «αγριεµένος»: «Να πάρω σύνταξη; Γιατί; Αφού δεν δουλεύω. Όταν µπορείς να ξυπνάς κάθε µέρα και να κάνεις αυτό που απολαµβάνεις και αγαπάς, δεν είναι δουλειά! Εξάλλου δεν βρίσκω το νόηµα να βλέπω στην τηλεόραση ταινίες και σειρές που όλη µέρα δείχνουν βία και τρακαρίσµατα».

Ο «πατέρας του παγωτού µηχανής» µε την χαρακτηριστική εµφάνισή του, εξελίχθηκε σε καλτ φιγούρα της αµερικανικής τηλεόρασης και τα παγωτά Carvel εµφανίστηκαν σε τηλεοπτικές σειρές, σε επεισόδια των Simpsons, ακόµη και σε σκετς της εκποµπής “Saturday Night Live”.

Στην Ελλάδα, πάντως, το παγωτό µε το όνοµά του δεν έφτασε ποτέ.

Ο Τοµ Κάρβελ απεβίωσε το 1990, αφήνοντας πίσω του µια αµύθητη περιουσία, ένα τεράστιο brand που διέθετε 400 καταστήµατα σε όλο τον κόσµο κι έναν µύθο επιχειρηµατικότητας που διδάσκεται µέχρι και σήµερα σε επιχειρηµατικά σεµινάρια στην Αµερική.

Όλα ξεκίνησαν από µία ατυχία, ένα σκασµένο λάστιχο, που ο Τοµ κατάφερε να µετατρέψει σε ευκαιρία!

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή