Κυριακή, 9 Νοεμβρίου 2025

Νέα έρευνα φωτίζει τον ρόλο της σεροτονίνης στην ανάπτυξη του καρκίνου

Η σεροτονίνη είναι γνωστή και ως η «ορμόνη της ευτυχίας», λόγω του ρόλου της στη ρύθμιση της διάθεσης.

Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι αυτό το γνώριμο μόριο ενδέχεται να παίζει έναν απρόσμενο ρόλο στην ανάπτυξη του καρκίνου — όχι μέσω των επιδράσεών του στον εγκέφαλο, αλλά μέσω ενός τελείως διαφορετικού μηχανισμού σε άλλα μέρη του σώματος.

Παρότι η σεροτονίνη συνδέεται κυρίως με τον εγκέφαλο, σχεδόν το 95% της συνολικής ποσότητας του οργανισμού παράγεται στο έντερο. Από εκεί, εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος και και αλληλεπιδρά με πολλά όργανα και ιστούς, όπως το ήπαρ, το πάγκρεας, οι μύες, τα οστά, ο λιπώδης ιστός και τα κύτταρα του ανοσοποιητικού.

Η σεροτονίνη του εντέρου συμβάλλει στη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα μέσω των δράσεών της στο ήπαρ και το πάγκρεας, καθώς και στη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος μέσω του λιπώδους ιστού. Επίσης, βοηθά στη διατήρηση της υγείας των οστών, στη διέγερση της όρεξης και της κινητικότητας του εντέρου, στη σεξουαλική λειτουργία, στην επούλωση των πληγών και στην ενίσχυση της ανοσίας έναντι επιβλαβών μικροοργανισμών.
Με λίγα λόγια, η σεροτονίνη καθοδηγεί πολυάριθμες κυτταρικές λειτουργίες σε όλο το σώμα, με επιδράσεις που ξεπερνούν κατά πολύ τη ρύθμιση της διάθεσης.

Η σεροτονίνη «συνδέεται» με το DNA

Το 2019, επιστήμονες από την Ιατρική Σχολή Icahnτου Mount Sinaiστη Νέα Υόρκη, ανακάλυψαν ότι η σεροτονίνη μπορεί να εισέλθει στα κύτταρα και να αλληλεπιδράσει άμεσα με το DNA. Διαπίστωσαν ότι συνδέεται με μοριακούς «διακόπτες», οι οποίοι καθορίζουν αν ένα γονίδιο είναι ενεργό ή ανενεργό — και ότι αυτή η σύνδεση μπορεί να ενεργοποιήσει συγκεκριμένα γονίδια.

Έκτοτε, πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η σεροτονίνη ενεργοποιεί γονίδια που σχετίζονται με την ανάπτυξη του καρκίνου. Ο μηχανισμός αυτός έχει παρατηρηθεί σε καρκίνους του εγκεφάλου, του ήπατος και του παγκρέατος, και πιθανόν να εμπλέκεται και σε άλλους τύπους καρκίνου.

Προς στοχευμένες «επιγενετικές» θεραπείες

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Λίμερικ στην Ιρλανδία μελετούν σήμερα την αλληλεπίδραση της σεροτονίνης με το DNA, προκειμένου να κατανοήσουν πώς επηρεάζει τον καρκίνο. Η αναγνώριση των σημείων όπου η σεροτονίνη συνδέεται με γονίδια που σχετίζονται με τον καρκίνο, θα μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη στοχευμένων επιγενετικών θεραπειών — δηλαδή θεραπειών που ελέγχουν ποια γονίδια ενεργοποιούνται ή απενεργοποιούνται.

Αυτές οι θεραπείες στοχεύουν να επαναπρογραμματίσουν τα καρκινικά κύτταρα τροποποιώντας την έκφραση των γονιδίων τους, χωρίς να αλλάζουν τη γενετική αλληλουχία του DNA. Έτσι, μπορούν να απενεργοποιήσουν επιβλαβή γονίδια και να ενεργοποιήσουν προστατευτικά, προσφέροντας πιο ακριβή στόχευση σε σχέση με τις σημερινές μεθόδους, όπως η χειρουργική επέμβαση, η χημειοθεραπεία ή η ακτινοθεραπεία. Αν και οι θεραπείες αυτές συχνά σώζουν ζωές, είναι επιθετικές, έχουν σημαντικές παρενέργειες και δεν προλαμβάνουν πάντα τις υποτροπές.

Ο ρόλος της σεροτονίνης του εντέρου και τα αντικαταθλιπτικά

Οι επιστήμονες διερευνούν επίσης το πώς η σεροτονίνη που παράγεται στο έντερο φτάνει στα καρκινικά κύτταρα. Η κατανόηση αυτής της οδού θα μπορούσε να επιτρέψει στους γιατρούς να ρυθμίζουν τα επίπεδα της σεροτονίνης στους ασθενείς, μέσω διατροφικών παρεμβάσεων, διατήρησης ενός υγιούς μικροβιώματος ή ακόμη και με αντικαταθλιπτικά φάρμακα γνωστά ως εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs).

Τα κύτταρα απορροφούν τη σεροτονίνη μέσω μικροσκοπικών καναλιών μεταφοράς, τα οποία τα SSRIs μπλοκάρουν, περιορίζοντας έτσι την είσοδο της σεροτονίνης στα καρκινικά κύτταρα. Με αυτόν τον τρόπο, τα φάρμακα αυξάνουν τα επίπεδα της σεροτονίνης στο σώμα, αλλά εμποδίζουν την πρόσβασή της στο DNA, αποτρέποντας πιθανές καρκινογόνες επιδράσεις. Αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να συμπληρώσει υπάρχουσες θεραπείες και να ενισχύσει την αποτελεσματικότητά τους.

Η «διπλή ζωή» της σεροτονίνης

Η σεροτονίνη του εγκεφάλου και του εντέρου λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα. Η σεροτονίνη που επηρεάζει τη διάθεση δεν φαίνεται να ευνοεί την ανάπτυξη καρκίνου. Για παράδειγμα, άτομα με κατάθλιψη μπορεί να έχουν χαμηλότερα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο, αλλά η σεροτονίνη του εντέρου δεν επηρεάζει άμεσα αυτή τη δραστηριότητα.

Τα αντικαταθλιπτικά SSRIs αυξάνουν τα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο, και επομένως οι ασθενείς που τα λαμβάνουν δεν χρειάζεται να ανησυχούν ότι τα φάρμακα αυτά μπορεί να προάγουν τον καρκίνο. Αντιθέτως, όπως αναφέρθηκε, πρώιμες μελέτες υποδεικνύουν ότι τα SSRIs ίσως έχουν ευεργετική επίδραση έναντι ορισμένων μορφών καρκίνου — αν και απαιτούνται μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές για να επιβεβαιωθεί αυτό.

Η έρευνα στοχεύει να χαρτογραφήσει με λεπτομέρεια τον ρόλο της σεροτονίνης σε διάφορους ιστούς και κυτταρικά μονοπάτια, ανοίγοντας πιθανώς νέους δρόμους θεραπείας. Ωστόσο, παραμένουν σημαντικές προκλήσεις. Για παράδειγμα, απαιτείται καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η σεροτονίνη αλληλεπιδρά με τα καρκινικά γονίδια, καθώς και ακριβή συστήματα χορήγησης φαρμάκων που να εξασφαλίζουν ότι οι επιγενετικές θεραπείες φτάνουν στον στόχο τους. Τα υποσχόμενα ευρήματα των πειραμάτων πρέπει να επιβεβαιωθούν σε πειραματόζωα και σε ανθρώπινες κλινικές δοκιμές, πριν καταστεί δυνατή η εξαγωγή ασφαλών επιστημονικών συμπερασμάτων.

Αν καταστεί εφικτή η ανάπτυξη θεραπειών που στοχεύουν ειδικά τη δράση της σεροτονίνης στα καρκινικά κύτταρα, οι όγκοι θα μπορούσαν να γίνουν ηπιότεροι και πιο εύκολο να αφαιρεθούν, με πολύ μικρότερη πιθανότητα υποτροπής.

ΠΗΓΗ: The Conversation

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή