Ενώ τα νοικοκυριά και οι κρίσιμες υποδομές όπως τα νοσοκομεία προστατεύονται από διακοπές λειτουργίας, δεν υπάρχει εγγύηση ότι οι θερμοκρασίες των δωματίων θα είναι τόσο άνετες. Ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης διαμερισμάτων της Γερμανίας ανακοίνωσε ήδη σχέδια για μείωση της θέρμανσης κατά τη διάρκεια της νύχτας και τα δημόσια κτίρια, συμπεριλαμβανομένου του Ράιχσταγκ στο Βερολίνο, μειώνουν τους θερμοστάτες.
Οι αυξήσεις του κόστους, οι οποίες θα αρχίσουν να φιλτράρονται σοβαρά αυτό το φθινόπωρο, αυξάνουν την πίεση στους φτωχούς. Ήδη περίπου ένας στους τέσσερις Γερμανούς έχει διολισθήσει στην ενεργειακή φτώχεια, πράγμα που σημαίνει ότι το κόστος θέρμανσης και φωτισμού επηρεάζει την ικανότητα κάλυψης άλλων δαπανών, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών της Κολωνίας. Η κυβέρνηση επεξεργάζεται τώρα προγράμματα βοήθειας για νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα.
Σημειώνεται ότι από την 1η Οκτωβρίου τίθεται σε ισχύ το νέο πάγιο τέλος, με το οποίο οι μεγάλες εταιρείες θα μετακυλίουν στον καταναλωτή το αυξημένο κόστος για τις εισαγωγές φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με πρώτες εκτιμήσεις, μία οικογένεια τεσσάρων ατόμων που διαμένει σε σπίτι 100 τ.μ. και μέχρι σήμερα κατανάλωνε 18.000 κιλοβατώρες τον χρόνο, πληρώνοντας 1.080 ευρώ για φυσικό αέριο, του χρόνου θα κληθεί να πληρώσει για την ίδια ποσότητα 3.240 ευρώ (περιλαμβανομένου του ειδικού τέλους). Σε μία πρώτη προσπάθεια να μειώσουν το κόστος, οι καταναλωτές μπορούν να κατεβάσουν αισθητά τη θερμοκρασία.
Όπως δηλώνει στην εφημερίδα General-Anzeiger της Βόννης ο Στέφεν Χέρερτς «η μείωση της θερμοκρασίας κατά έναν βαθμό μπορεί να επιφέρει μείωση της κατανάλωσης κατά 6%».
Το ψύχος σε όλη την Ευρώπη και την Ασία θα αναγκάσει τις ενεργειακές εταιρείες να παλέψουν για ήδη περιορισμένες προμήθειες υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η άνοδος των τιμών από ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να ωθήσει τις εταιρείες να σταματήσουν τις εγκαταστάσεις τους αυτόν τον χειμώνα και να καταστρέψουν περίπου το 17% της βιομηχανικής ζήτησης για το καύσιμο, σύμφωνα με την Penny Leake, ερευνήτρια στην εταιρεία συμβούλων Wood Mackenzie Ltd. «Εάν οι ροές του Nord Stream παραμείνουν στο 20%., πλησιάζουμε στην επικίνδυνη ζώνη», είπε.
Με τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης 68% γεμάτες και τα ποσοστά συμπλήρωσης πιθανόν να μειωθούν μετά τη διακοπή του αγωγού της περασμένης εβδομάδας, η Γερμανία κινδυνεύει να υπολείπεται του στόχου της κυβέρνησης του 95% έως την 1η Νοεμβρίου. Η ρυθμιστική αρχή δικτύου της χώρας λέει ότι η επίτευξη αυτού του επιπέδου δεν είναι σχεδόν δυνατή χωρίς πρόσθετα μέτρα.
Οι εταιρείες ήδη αντιδρούν. Μια έρευνα σε 3.500 εταιρείες από το επιχειρηματικό λόμπι DIHK έδειξε ότι το 16% των βιομηχανικών επιχειρήσεων σκέφτεται να μειώσει την παραγωγή ή να εγκαταλείψει ορισμένες δραστηριότητες λόγω της ενεργειακής κρίσης.
Η BASF SE είναι μία από αυτές τις εταιρείες. Ο γίγαντας των χημικών σχεδιάζει να μειώσει την παραγωγή αμμωνίας που καταναλώνει αέριο – βασικό συστατικό για τα λιπάσματα – αφού το αυξανόμενο κόστος κατέστησε την επιχείρηση ασύμφορη. Σχεδιάζει επίσης να αλλάξει εν μέρει την παραγωγή ενέργειας και ατμού στην κύρια τοποθεσία της στο Λουντβιχσχάφεν σε μαζούτ, κάτι που θα βοηθούσε στην απελευθέρωση του φυσικού αερίου για να πουλήσει ξανά στο δίκτυο.