«Τούρκος εσύ κι εγώ Ρωμιός, εγώ λαός κι εσύ λαός…»

Εκ πρώτης όψεως, η επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων
είναι τέτοια, που κάθε διπλωματική προσπάθεια επίλυσης των
ανοιχτών διαφορών μεταξύ των δύο πλευρών δεν μοιάζει απλώς
άκαιρη και αταίριαστη με τη συγκυρία, αλλά και καταδικασμένη να
αποτύχει πριν καν ξεδιπλωθεί.

Η πραγματικότητα, άλλωστε, είναι πως το κλίμα έχει επιδεινωθεί
και η παρόξυνση των τουρκικών προκλήσεων έχουν δώσει
ερείσματα στο δόγμα της «αναβλητικότητας», που αποτελούσε
πάντα τον βασικό σκελετό στο ντουλάπι της ελληνικής
διπλωματίας. Με άλλα λόγια, η περίφημη «σχολή Μολυβιάτη»,
δηλαδή το δόγμα «άσ’ το γι’ αργότερα» ή «κρύβουμε το πρόβλημα
κάτω από το χαλί αρκεί να μην χαλάσει το status quo», φαίνεται να
«δικαιολογείται» τώρα από την ίδια την πραγματικότητα. Γιατί,
ακούγεται λογικό –ή, τουλάχιστον, ευεξήγητο- να διερωτηθεί κανείς
«πώς μπορείς να κάνεις διάλογο με εκείνον που πλέον δεν
διαφωνεί μόνο για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, αλλά και για
την κυριαρχία μεγάλων ελληνικών νησιών του Αιγαίου». Βεβαίως,
η πραγματικότητα είναι πως η Τουρκία πάντα έθετε αυτά τα
ζητήματα, ωστόσο το τελευταίο διάστημα έχει μετατρέψει τις
παλιότερες, ανιστόρητες και εν μέρει περιθωριακές αιτιάσεις της
περί «αμφισβητούμενης» κυριαρχίας των ελληνικών νησιών λόγω
της μη αποστρατιωτικοποίησή τους σε προμετωπίδα των
καθημερινών, άκρως προκλητικών, μηνυμάτων που εκπέμπει
προς την Αθήνα.

Ο Ερντογάν, λοιπόν, αποσταθεροποιείται, η Τουρκία προκαλεί και
οι εδώ κυβερνώντες αφήνουν κατά μέρος τις όποιες προσπάθειες
διπλωματικής επίλυσης των διαφορών και απλώς… παραγγέλλουν
εξοπλιστικά. Ήδη ο λογαριασμός έχει φτάσει στα δυσθεώρητα 7
δισεκατομμύρια ευρώ και όλα δείχνουν πως ακόμη δεν έχουμε

τελειώσει: οι προ δεκαημέρου «βόλτες» στελεχών των
αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Αθήνα με αντικείμενο
συζητήσεων την πιθανότητα αγοράς των F-35 που έχουν…
περισσέψει στην Ουάσινγκτον μετά την ακύρωση της προμήθειας
στην Τουρκία, είναι ενδεικτικές του κλίματος. Προφανώς, δηλαδή,
η Ελλάδα εκπέμπει μήνυμα πως… παραμένει στην αγορά για
«ψώνια». Πέραν, όμως των αμερικανικών μαχητικών, πλούσιο
είναι το παρασκήνιο των ημερών και σε ό,τι αφορά τις κορβέτες
–και ποιος ξέρει πού θα τελειώσει όλο αυτό…

 

Ωστόσο, επειδή ο δρόμος των εξοπλισμών είναι αδιέξοδος, αλλά
και διότι η «αποκαθήλωση» Ερντογάν και η μετάβαση της
Τουρκίας στην νέα εποχή δεν θα γίνει αύριο το πρωί, έχει σημασία
ότι οι λαοί των δύο χωρών, δεν έχουν καταθέσει τα όπλα: στην
κοινή έρευνα που διεξήγαγαν η διαΝΕΟsis, το ΕΛΙΑΜΕΠ και το
Κέντρο Πολιτικών Κωνσταντινούπολης (Istanbul Policy Center –
IPC), το 62% των Ελλήνων δηλώνουν ότι οι ελληνοτουρκικές
διαφορές μπορούν να λυθούν με τον διάλογο, ενώ το αντίστοιχο
ποσοστό στους Τούρκους φτάνει το 58%. Ασφαλώς, στην
αντίστοιχη έρευνα που είχε διεξαχθεί το Φεβρουάριο της
περασμένης χρονιάς, δηλαδή 10 μήνες πριν την «πρόσφατη»
σφυγμομέτρηση, τα ποσοστά στο ίδιο ερώτημα ήταν διαφορετικά:
συγκεκριμένα, πριν έναν χρόνο το 70% των Τούρκων πίστευε στην
διπλωματία και ση δύναμη του διαλόγου, ενώ το αντίστοιχο
ποσοστό στην Ελλάδα έφτανε το 59%. Με άλλα λόγια, ενώ εδώ
είναι αμετάβλητη περίπου η πίστη προς την διπλωματία, στην
Τουρκία βλέπουμε ότι η προκλητική τακτική της κυβέρνησης
επηρεάζει εν μέρει την τουρκική κοινή γνώμη. Όμως, είτε έτσι είτε
αλλιώς, τα ποσοστά παραμένουν πλειοψηφικά: και στις δύο
πλευρές του Αιγαίου ο πόλεμος είναι ένα απορριπτέο ενδεχόμενο
και η βούληση για επίλυση των διαφορών μέσω διαλόγου
παραμένει ισχυρή. Αυτό, λοιπόν, το εύρημα δεν μπορεί να
αγνοηθεί ούτε από τον «Σουλτάνο» σε ό,τι αφορά τον λαό του,
ούτε από τους «δικούς μας» που τούς βολεύει να κρύβουν τα
προβλήματα κάτω από το χαλί υπό το φόβο του πολιτικού κόστους
και των εσωκομματικών τους προβλημάτων.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή