Δεν χρειάζεται να γνωρίζει κανείς τα παρασκήνια στους
διαδρόμους της Χαριλάου Τρικούπη για να διαγνώσει ότι το
ΠΑΣΟΚ έχει εν μέρει εργαλειοποιήσει την υπόθεση Γεωργούλη και
τις βαριές καταγγελίες του θύματος –που τυγχάνει και στέλεχος του
κόμματος- ώστε να ανεβάσει την «ένταση» στις σχέσεις του με τον
ΣΥΡΙΖΑ.
Η επιθετικότητα, άλλωστε, του ΠΑΣΟΚ φάνηκε από την πρώτη
στιγμή, όταν η Χαριλάου Τρικούπη άρχισε να επιτίθεται στην
Κουμουνδούρου χρεώνοντάς της την διαρροή του ονόματος και
των στοιχείων της καταγγέλλουσας. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι
στον ΣΥΡΙΖΑ έμαθαν τις καταγγελίες τη Δευτέρα του Πάσχα και η
ίδια η καταγγέλλουσα έχει ξεκαθαρίσει ότι είχε κρατήσει μυστική
την κατάθεσή της, από το 2020, στην βελγική Αστυνομία, όχι μόνο
από το κόμμα της –δηλαδή το ΠΑΣΟΚ- αλλά και από την ίδια την
οικογένειά της. Με άλλα λόγια, όσο τουλάχιστον το ΠΑΣΟΚ
συνεχίζει να μιλάει με αόριστο τρόπο και να μη κατονομάζει ποιο
στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ άφησε να διαρρεύσει το όνομα του θύματος
στα ΜΜΕ, τόσο οι συγκεκριμένες καταγγελίες θα είναι καταφανώς
«στον αέρα».
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, πολλή φιλοσοφία για να καταλάβει κανείς
ότι, με αφορμή την πολύ σοβαρή υπόθεση Γεωργούλη που
προφανώς χρήζει πλήρους διαλεύκανσης και ως τότε όλοι, από
θέση αρχής, οφείλουμε να είμαστε με το θύμα-καταγγέλλουσα
χωρίς «ναι μεν, αλλά», κρατούμενα και υποσημειώσεις, το ΠΑΣΟΚ
επιχειρεί να περιχαρακωθεί προχωρώντας σε μία τακτική
«ελεγχόμενης έντασης» στις σχέσεις του με τον ΣΥΡΙΖΑ. Βεβαίως,
σε 30 ημέρες έχουμε εκλογές και είναι αυτονόητο ότι κάθε κόμμα
δεν επιχειρεί μόνο να «κλέψει» ψηφοφόρους από τα άλλα
κόμματα, αλλά βρίσκει και τρόπους –συνήθως με τεχνητή όξυνση,
όπως κάνει τώρα το ΠΑΣΟΚ- να «προστατευθεί» από τις
προσπάθειες των αντίπαλων κομμάτων να τού «κλέψουν»
ψηφοφόρους.
Ως εδώ, όλα καλά και θεμιτά –αν και προφανώς η εργαλειοποίηση
μίας τόσο σοβαρής υπόθεσης για τον οποιονδήποτε λόγο
προσβάλλει το θύμα και εν γένει το κίνημα «Metoo». Όμως, η
επιλογή αναιτιολόγητης όξυνσης των σχέσεων ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ εκ
μέρους του Νίκου Ανδρουλάκη δεν μπορεί να ιδωθεί μόνο ως μία
επιχείρηση «ίσων αποστάσεων», του τύπου «πολεμάμε και την
ΝΔ, πολεμάμε και τον ΣΥΡΙΖΑ». Γιατί, κάθε φορά που η
«προβολή» που γίνεται στα μάτια των ψηφοφόρων είναι ότι οι
δυνητικοί εταίροι μίας «προοδευτικής κυβέρνησης» «σφάζονται»
πριν τις εκλογές, τότε δεν μιλάμε για ίσες αποστάσεις. Μιλάμε για
ξεκάθαρη, έστω και «εξ αντανακλάσεως», ενίσχυση του
αφηγήματος Μητσοτάκη, το οποίο περιγράφεται με την
διλημματική φράση «αυτοδυναμία ΝΔ ή χάος». Το να ψάχνει,
δηλαδή, κανείς τρόπους σύγκρουσης με τον ΣΥΡΙΖΑ μόνο και
μόνο για να «ισοφαρίσει» την πολιτική του σύγκρουση με τη ΝΔ
δεν σηματοδοτεί ίσες αποστάσεις, αλλά ρίχνει νερό στον μύλο του
Κυριάκου Μητσοτάκη.