Το διαρκές σκάνδαλο των πολιτικών επιλογών

Καταρχάς, ας ορίσουμε το πλαίσιο της συζήτησης: όσο κι αν η
κυβέρνηση έχει επανέλθει σε ρητορική «μνημονίου», όσο κι αν τα
επιτόκια των ελληνικών ομολόγων, πόρρω απέχουμε από εκεί. Όχι
γιατί υπάρχει «λεφτόδεντρο», ούτε επειδή δεν πρέπει να
βιαστούμε να μειώσουμε το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος μας.

Απλώς διότι υπάρχει ένας «καθαρός διάδρομος» δεκαετίας με
ρυθμισμένο το χρέος μας, γιατί έχει πέσει το «ταμπού» της
έκδοσης κοινού ευρωπαϊκού χρέους με το ταμείο ανάκαμψης, αλλά
και επειδή στα μάτια της διεθνούς κοινότητας και των Ευρωπαίων
εταίρων μας, η Ελλάδα «έχει κάνει τα μαθήματά της». Με άλλα
λόγια, ακόμη και επικοινωνιακά, η χώρα μας δεν έχει καμία σχέση
με την χώρα που ήρθε το 2009 και το 2010 αντιμέτωπη όχι μόνο
με την επιλογή της να «δουλέψει» τους Ευρωπαίους εταίρους με
την εγκληματική αναβλητικότητα και τα «greek statistics», αλλά και
με τις ιδεοληψίες πως «οι Έλληνες δεν δουλεύουν» αλλά…
«χορεύουν συρτάκι και πίνουν ούζο». Εξάλλου, πέραν του
εμμονικού Σόιμπλε, όλοι οι Ευρωπαίοι πρωταγωνιστές του
ελληνικού δράματος, έχουν πλέον παραδεχθεί –κατόπιν εορτής,
βέβαια- ότι όσα έλεγαν ήταν βλακείες, αλλά και πως τα μέτρα που
προτάθηκαν στην Ελλάδα ουδόλως έλυσαν το πρόβλημα: το ΔΝΤ
παραδέχθηκε τους περίφημους «εσφαλμένους πολλαπλασιαστές»,
ο Ντάισελμπλουμ ζήτησε συγγνώμη για τα «ούζα» και τα
«συρτάκια» πριν βυθιστεί στην λήθη και την ασημαντότητα που
τού πρέπουν (τουλάχιστον με κριτήριο το πόσο ανεπαρκής και
εμμονικός υπήρξε ως διάδοχος του Γιούνκερ στο τιμόνι του
Eurogroup), Γιούνκερ και Μέρκελ έχουν δημοσίως πει ότι «ζήτησαν
πολλά από την Ελλάδα».

Επιστροφή στο θέμα μας, όμως: «λεφτόδεντρα» δεν υπάρχουν,
λοιπόν, αλλά αυτό ουδόλως σημαίνει ότι δεν υπάρχουν
δημοσιονομικά και οικονομικά περιθώρια να στηρίξει η κυβέρνηση
τους αδύναμους, ώστε να φρενάρει τις δραματικές επιπτώσεις της
ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης. Το ταμείο του κράτους είναι γεμάτο, η ρήτρα διαφυγής (από τις υποχρεώσεις του Συμφώνου
Σταθερότητας) παραμένει εν ισχύι και το 2023, η ΕΚΤ ετοιμάζεται
να επεκτείνει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης
διαβεβαιώνοντας ότι σε κάθε περίπτωση θα στηρίζει τα ελληνικά
ομόλογα. Με άλλα λόγια, ο τρόπος υπάρχει.

Μένει να φανεί αν υπάρχει η βούληση: η κυβέρνηση διατείνεται εδώ και μέρες πως
αν καταργούνταν ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στα καύσιμα (ή,
τελοσπάντων, αν μειωνόταν δραστικά), τότε το κράτος θα έχανε
ένα πολύτιμο έσοδο που αιμοδοτεί τον προϋπολογισμό και δε θα
ήταν σε θέση να εγγυηθεί κανείς ότι η μείωση του φόρου θα
«περνούσε» στην τελική τιμή στα πρατήρια καυσίμων.

Βεβαίως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν κάνει τους
υπολογισμούς τους και έχουν διαπιστώσει ότι την ώρα που η
κυβέρνηση ανησυχεί για τα δημόσια έσοδα, έχει συγκατανεύσει
προκειμένου να χαθούν προσδοκώμενα έσοδα από άλλες πηγές:
για παράδειγμα, ενώ η μείωση του ΦΠΑ στο ψωμί (στην τιμή του
οποίου έρχονται πρόσθετες ανατιμήσεις και, συν τοις άλλοις,
αποτελεί τον… ορισμό του «Φαγητού του φτωχού»…) θα κόστιζε
κάτι παραπάνω από 140 εκατομμύρια, η κατάργηση του
συμπληρωματικού φόρου στον ΕΝΦΙΑ στερεί από τον
προϋπολογισμό ακριβώς το διπλάσιο ποσό! Επίσης, η μείωση του
ΕΦΚ στα καύσιμα θα μπορούσε να είχε δημοσιονομικά
ισοσκελιστεί από την κατάργηση της ιδιωτικοποίησης της
επικουρικής ασφάλισης, η οποία αποτελεί μία επιβάρυνση
δεκαετιών για τον προϋπολογισμό του κράτους. Για να μην μιλήσει
κανείς για το σκανδαλώδες όριο των 800.000 ευρώ ανά γονέα
σχετικά με αφορολόγητες (!) μεταβιβάσεις κινητής και ακίνητης
περιουσίας σε τέκνα: με άλλα λόγια, τους τελευταίους μήνες,
ολόκληρες μεγάλες εταιρείες αξίας 1 και 1,5 εκατομμυρίων ευρώ
έχουν αλλάξει χέρια χωρίς ούτε ένα ευρώ φόρο (!) με
αφορολόγητες μεταβιβάσεις και γονικές παροχές!

Όλα αυτά όχι μόνο οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα νούμερα θα
«έβγαιναν», αν ήθελε η κυβέρνηση, αλλά και δικαιώνουν την
κριτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης για «πολιτική επιλογή»
ελάφρυνσης των πλουσίων και, γενικώς, όσων πολιτών ανήκουν
στην περίφημη «μεσαία τάξη» (στην πραγματική μεσαία τάξη, γιατί ζούμε στη χώρα που ένας μισθωτός των 1.500 ευρώ νομίζει ότι είναι μεσαία τάξη…).

Ωστόσο, τα ως άνω νούμερα οδηγούν και σε ένα ακόμη
συμπέρασμα: πως παρά τον «τυφώνα» της ακρίβειας και της
ενεργειακής κρίσης, η κυβέρνηση διατηρεί τις ίδιες πολιτικές
προτεραιότητες, ακόμη και τώρα που η καθημερινότητα καθίσταται
αβίωτη για μεγάλες κατηγορίες πολιτών. Σε απλά ελληνικά,
σκάνδαλο δεν ήταν μόνο οι επιλογές που έκανε η κυβέρνηση πριν
αρχίσουν τα… εγκεφαλικά με τους λογαριασμούς ρεύματος, με το
«γέμισμα» στο βενζινάδικο και με τους αριθμούς στο ταμείο του
σούπερ μάρκετ. Σκάνδαλο είναι και η διατήρηση των
προαναφερθεισών πρωτοβουλιών σε ισχύ ακόμη και τώρα.

Προηγούμενο άρθρο

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή