Οι δηµοσκοπήσεις είναι εργαλείο έρευνας ή µήπως εργαλείο προπαγάνδας και άσκησης πολιτικής; Το ερώτηµα είναι από τα κορυφαία και ο Νίκος Ανδρουλάκης έθεσε «τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων» µιλώντας για τη χρησιµοποίηση των δηµοσκοπήσεων ως µέσο για να επηρεαστεί η κοινή γνώµη αναφορικά µε την πολιτική κυριαρχία της Νέας Δηµοκρατίας.
Ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αναφερόταν στις πολύ συχνές δηµοσκοπήσεις σε µία περίοδο που απέχει πάρα πολύ από την επόµενη εκλογική αναµέτρηση. Και είχε δίκιο ως προς την πυκνότητα του φαινοµένου το οποίο τώρα λειτουργεί ως εξής: Δηµοσκόπηση, εκτίµηση ψήφου που δείχνει άνοδο του κυβερνώντος κόµµατος πάνω από το αποτέλεσµα των ευρωεκλογών, τίτλοι και περιεχόµενο φιλοκυβερνητικών µέσων που εστιάζουν στην εκτίµηση ψήφου και δηλώσεις πολιτικών, αναλυτών και άλλων ειδικών στον δηµιουργηµένο καµβά. Ενας βοµβαρδισµός που επιχειρεί να πείσει για την υπεροπλία, αλλά και το άλµα της Νέας Δηµοκρατίας πάνω από το όριο των ευρωεκλογών, το οποίο είναι το µεγάλο ζητούµενο γιατί συνιστά επιτυχία, ενώ κάτω από το όριο και ιδίως κάτω από το 25% η δηµοσκόπηση αναδεικνύει την αποτυχία.
Συνεπώς δεν τίθεται µόνο θέµα συχνότητας, αλλά και χρήσης των ευρηµάτων. Αν δηλαδή είναι η πρόθεση ψήφου το ενδεδειγµένο και το κύριο εύρηµα ή κάποιο άλλο. Ό,τι δηλώνεται ως πρόθεση ψήφου πρέπει να είναι πιστή απεικόνιση των ευρηµάτων και τίποτε περισσότερο. Η «εκλογική επιρροή», η «εκτίµηση ψήφου» η «αναγωγή επί των εγκύρων», οι «αναλύσεις» δεν είναι δηµοσκόπηση. Είναι η γνώµη του δηµοσκόπου. Η οποία αλλοιώνει ενίοτε τα ευρήµατα που ανακοινώνει και ασφαλώς νοθεύει το δηµοκρατικό παιχνίδι.

Τα «φάλτσα» των Ευρωεκλογών
Την αλλοίωση τη διαπιστώσαµε στις ευρωεκλογές. Ολες οι δηµοσκοπήσεις απέτυχαν να προβλέψουν το αποτέλεσµα. Η εκτίµηση ψήφου για τη Νέα Δηµοκρατία που προβαλλόταν ως η έγκυρη πρόβλεψη κυµαινόταν από το 32% ως το 34%, ενώ το κυβερνών κόµµα που είχε τοποθετήσει τον πήχη στο 33% προσγειώθηκε ανώµαλα στο 28,3%. Και στο ερώτηµα γιατί απέτυχαν οι δηµοσκοπήσεις, έγκυρος δηµοσκόπος απάντησε πως αυτό οφείλεται στην εκτίµηση ψήφου η οποία είναι ελληνικό εφεύρηµα. Και είχε δίκιο.
Συνεπώς ότι προβάλλεται ως δηµοσκόπηση, πρέπει να είναι δηµοσκόπηση – όπως ορίζεται επιστηµονικά. «Έρευνα κοινής γνώµης που διενεργείται µε επιστηµονική µεθοδολογία από εξειδικευµένο προσωπικό και σκοπό έχει τη στατιστική καταγραφή της πραγµατικότητας αναφορικά µε τις απόψεις ή τις προθέσεις πάνω σε συγκεκριµένα ζητήµατα, τα οποία τίθενται µε τη µορφή ερωτηµάτων σε επιλεγµένο στατιστικό δείγµα από ανθρώπους». Είναι ο επικρατέστερος ορισµός.
Στο πρακτικό πεδίο τί βλέπουµε στις µέρες µας; Δηµοσκοπήσεις που δείχνουν τη Νέα Δηµοκρατία πάνω από το αποτέλεσµα των ευρωεκλογών και µάλιστα µε το 3 µπροστά που είναι στόχος του κυβερνώντος κόµµατος.
Στις δύο τελευταίες δηµοσκοπήσεις το ποσοστό της Νέας Δηµοκρατίας στην εκτίµηση ψήφου είναι 30,4% και 30,2%. Πρόκειται ασφαλώς για επιτυχία αφού είναι µεγαλύτερο από το 28,3% των ευρωεκλογών και δίνεται το σύνθηµα για τα µπαράζ της επιτυχηµένης κυβερνητικής πολιτικής, η οποία όµως δεν δικαιολογείται από τα ευρήµατα των δηµοσκοπήσεων για τα θεµελιώδη µεγέθη.
Ποια είναι, όµως η πρόθεση ψήφου; Το 25,4% στην πρώτη και το 22,6% στη δεύτερη. Μία πολύ µεγάλη αποτυχία αφού η επίδοση βρίσκεται κάτω από το αποτέλεσµα των ευρωεκλογών. Οµως, σχεδόν κανείς δεν ασχολείται µε την πρόθεση ψήφου και η επικοινωνιακή υπεροπλία της κυβέρνησης και της Ν.Δ. έχει σαν αποτέλεσµα όλοι να προβάλλουν την εκτίµηση και οι συζητήσεις, αναλύσεις να γίνονται µε αυτή, αλλοιώνοντας έτσι τον πολιτικό διάλογο και την αντιπαράθεση δηµιουργώντας ψευδείς εντυπώσεις.
Αν συγκρίναµε την εκτίµηση ψήφου πριν από τις ευρωεκλογές µε την εκτίµηση των τωρινών δηµοσκοπήσεων, θα διαπιστώναµε ότι οι σηµερινές επιδόσεις είναι 3 µε 4 εκατοστιαίες µονάδες χαµηλότερες. Αρα η επίδοση της Ν.Δ. είναι πολύ χαµηλότερη από τις ευρωεκλογές. Ωστόσο, αυτό κανείς δεν το επισηµαίνει προς δόξαν της… προπαγάνδας.
Περί «ρευστότητας»
Στις αναλύσεις για το πολιτικό σκηνικό στη χώρα µας συχνές είναι οι αναφορές σε «ρευστότητα», «κινούµενη άµµο» και άλλους χαρακτηρισµούς που υποδεικνύουν πως οι τοποθετήσεις των πολιτών διακρίνονται από κινητικότητα και έλλειψη πίστης στα κόµµατα. Αν αναρωτιέστε αν πρόκειται για πραγµατικότητα ή για εφεύρηµα των πολιτικών και των αναλυτών, η απάντηση είναι πως ναι η πλειοψηφία των πολιτών δεν αισθάνεται να έχει ένα στενό, ένα γερό δεσµό µε κάποιο κόµµα.
Μία πολύ ισχυρή ένδειξη, για να µην πούµε απόδειξη, µας δίνει η τελευταία δηµοσκόπηση της Metron Analysis. Στο ερώτηµα «πιστεύετε ότι από τα σηµερινά κόµµατα υπάρχει κάποιο ή κάποια που σας εκφράζουν ή µήπως νοιώθετε σε απόσταση από όλα», η απάντηση είναι εξόχως αποκαλυπτική και πολύ κακή για τα κόµµατα, ιδίως της Κεντροαριστεράς. Το 58% των πολιτών δηλώνει σε απόσταση από όλα, έναντι 42% που δηλώνει ότι κάποιο τον εκφράζει.
Αυτή η κατάσταση αποκαλύπτει γιατί το ποσοστό της αποχής είναι πολύ µεγάλο, ενώ υποδηλώνει ότι ένα µεγάλο τµήµα του εκλογικού σώµατος προσέρχεται στις κάλπες και στηρίζει κόµµατα χωρίς να νιώθει απόλυτη ταύτιση µε τις θέσεις ή την ιδεολογία τους, κάνοντας επιλογές περισσότερο συγκυριακές ή βασισµένες στο «µη χείρον βέλτιστον».
Προχωρώντας περισσότερο την ανάλυση διαφαίνεται ότι η αίσθηση της απόστασης είναι ιδιαίτερα έντονη µεταξύ των πολιτών που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστεροί ή κεντρώοι. Αντίθετα, οι ψηφοφόροι που τοποθετούνται στην κεντροδεξιά, οι οποίοι αποτελούν και τη βασική δεξαµενή υποστήριξης της Νέας Δηµοκρατίας, εµφανίζονται πιο βέβαιοι ότι υπάρχει πολιτικός χώρος που τους αντιπροσωπεύει επαρκώς.
Το φαινόµενο πάντως, διαπερνά όλους τους πολιτικούς και ιδεολογικούς χώρους, όµως είναι πολύ πιο εκτεταµένο στο Κέντρο και την Κεντροαριστερά.
Το εύρηµα αποκαλύπτει πως υπάρχει ελεύθερο πεδίο «δόξης λαµπρόν» για τη δηµιουργία νέου κόµµατος στον κεντροαριστερό χώρο ή για την επέκταση των υπαρχόντων κεντροαριστερών κοµµάτων, αρκεί βεβαίως να αλλάξουν, ώστε να µπορέσουν να εκφράσουν τους ανέστιους πολιτικά πολίτες. Και γι’ αυτό χρειάζονται νέες ιδεολογικές και αξιακές θέσεις, καθώς και πρόσωπα που θα συγκινήσουν και θα εκφράσουν τους πολίτες που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστεροί και κεντρώοι.