Tου ΤΑΣΟΥ ΦΕΚΑ
Η παρότρυνση των προηγούμενων ημερών, του Αμερικανού πρέσβη στην Τουρκία Τζεφ Φλέικ προς την τουρκική κυβέρνηση, ώστε αυτή να παρέμβει στην ιρανική κυβέρνηση, με σκοπό να αμβλύνει την θέληση της τελευταίας να προχωρήσει σε ένοπλα αντίποινα κατά του Ισραήλ, με αφορμή τον θάνατο του Ισμαήλ Χανίγια, δεν είναι άσχετη με τις σχέσεις της Τουρκίας με το ιρανικό καθεστώς.
Θα μπορούσε αρχικά κάποιος να ισχυριστεί πως δυναμική των ιρανοτουρκικών σχέσεων, προκύπτει ούτως ή άλλως, για παράδειγμα, απλά από το βάθος των οικονομικών και εμπορικών τους συνδέσεων, η αξία των οποίων έφτασε σε μια κορύφωση το 2012 όταν προσέγγισε τα 22 δισεκατομμύρια δολάρια, ακολουθώντας στη συνέχεια μια πορεία σταδιακής κάμψης, προσεγγίζοντας τα 10 δις το 2022 και τα 7,4 δις το 2023. Την χρονιά που μας πέρασε μάλιστα, υπήρξαν κάποιες απόπειρες επαναπροσέγγισης των κυβερνήσεων των δύο ασιατικών κρατών και αναθέρμανσης της οικονομικής τους συνεργασίας, μέσω της συνάντησης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του πρώην προέδρου του Ιράν, Εμπραχίμ Ραϊσί, τον Ιανουάριο του 2024.
Οι δύο πολιτικοί ηγέτες είχαν καταλήξει τότε στην υπογραφή μιας νέας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των κυβερνήσεών τους, η οποία επρόκειτο να περιλαμβάνει μέτρα, όπως την διάνοιξη ακόμα μιας νέας διασυνοριακής διέλευσης Τουρκίας – Ιράν, εκτός των ήδη τεσσάρων υπαρχόντων, στην περιοχή Γκιουρμπουλάκ εντός της Τουρκίας και Μπαζεργκάν εντός του Ιράν. Ακόμα συζήτησαν το ενδεχόμενο βελτίωσης των συνθηκών δραστηριοποίησης των τουρκικών εταιριών στην ιρανική επικράτεια, την τιμολογιακή πολιτική επί των καυσίμων και την πύκνωση των διελεύσεων των αεροσκαφών του «Τουρκικών Αερογραμμών» στα ιρανικά αεροδρόμια. Ο Ερντογάν είχε καταστήσει σαφή την θέση του πως η Τουρκία δεν θα μειώσει την οικονομική της συσχέτιση με το ιρανικό καθεστώς, παρά τις κυρώσεις τις οποίες έχει επιβάλλει η Δύση στο τελευταίο, με τις οποίες κυρώσεις, όπως είχε δηλώσει στην συνάντηση με τον Ραϊσί, η Τουρκία είναι αντίθετη.
Συρία και Ιράκ
Όμως η κατανόηση της δυναμικής των ιρανοτουρκικών διεθνών σχέσεων θα ήταν λειψή αν δεν βάζαμε στην εξίσωση και έναν τρίτο παράγοντα αυτών των σχέσεων, τις ΗΠΑ, σχηματίζοντας έτσι ένα σχεσιακό τρίγωνο μεταξύ της Τουρκίας, του Ιράν και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Η θέληση της Τουρκίας να διαδραματίσει τον ρόλο ενός περιφερειακού ειρηνευτικού μεσολαβητή προς το ιρανικό καθεστώς, προκύπτει μεταξύ άλλων και από την διάθεση των Ηνωμένων Πολιτειών να της παρέχουν τον συγκεκριμένο ρόλο, διάθεση, αλλά και ευκαιρία των Τούρκων, η οποία προέκυψε κυρίως ύστερα από την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από την Μέση Ανατολή και κυρίως από το Ιράκ και το Αφγανιστάν, το 2020 και το 2021 και το κενό ισχύος που αυτή η στρατιωτική αποχώρηση δημιούργησε.
Η Τουρκία παρέλαβε αυτόν της τον ρόλο, έχοντας αποδείξει ότι μπορεί να τον επιτελέσει ως κράτος, συχνά ελισσόμενο και διατηρώντας και επιδεικνύοντας συχνά ισορροπημένες σχέσεις με χώρες με τις οποίες έχει κοινά αλλά και αντικρουόμενα συμφέροντα, ένα χαρακτηριστικό το οποίο οι ΗΠΑ θεώρησαν πως θα μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν, ως ένα εξισορροπητικό εργαλείο αυτοσυγκράτησης προς το ιρανικό καθεστώς. Ακόμα, όσον αφορά τις ιρανοτουρκικές σχέσεις, θα μπορούσαμε να πούμε πως το περιεχόμενο των σχέσεων των δύο αυτών χωρών, περνάει μέσα από δύο ακόμα χώρες της Μέσης Ανατολής, την Συρία και το Ιράκ, κάτι το οποίο σχετίζεται με την παρουσία ένοπλων ομάδων – οργανώσεων στις δύο χώρες, οι οποίες προκαλούν εντάσεις ανάμεσα στις σχέσεις των σουνιτών Τούρκων και των σιιτών Ιρανών. Επί παραδείγματι στο Ιράκ δρουν σιιτικές ισλαμιστικές παραστρατιωτικές ομάδες όπως το Τάγμα του Κόμματος του Θεού (Kata΄ib Hezbollah) και η Οργάνωση των Ενάρετων (Asa΄ib Ahl al – Haq), υποστηριζόμενες από την ιρανική κυβέρνηση και ταυτόχρονα συνεργαζόμενες με τους Κούρδους του PKK και του YPG της Συρίας. Οι τελευταίοι αντιμετωπίζουν όμως τα τουρκικά στρατεύματα, τα οποία δρουν στις βόρειες περιοχές και της Συρίας και του Ιράκ επί τούτου, ένα γεγονός το οποίο δυσκολεύει τις σχέσεις Τουρκίας – Ιράν, αλλά αντίθετα συσφίγγει εκείνες της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, εφόσον οι τελευταίες βλέπουν στο πρόσωπο του τουρκικού στρατού ένα μαξιλάρι ενάντια σε, υποστηριζόμενες από την ιρανική πλευρά, ιρακινές σιιτικές ένοπλες οργανώσεις όπως οι Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης (Quwwat al – Hashd ash – Shab΄i).
Με λίγα λόγια, για την αμερικανική πλευρά, είναι σημαντικό η Τουρκία να συνεχίζει να παίζει εκείνον τον ρόλο, ο οποίος θα τραβάει το Ιράκ αλλά και την Συρία, από την επιρροή του ιρανικού καθεστώτος σε αυτές. Παράλληλα, μέσω της υποστήριξης της αναβάθμισης των οικονομικών και ενεργειακών σχέσεων του ιρακινού και του τουρκικού καθεστώτος και την απαγκίστρωση έτσι και των από το Ιράν, με μέτρα όπως η πραγματοποίηση του λεγόμενου εμπορικού «Αναπτυξιακού Δρόμου», ο οποίος θα ξεκινάει από την ιρακινή Βασόρα και θα καταλήγει στην Ευρώπη μέσω Τουρκίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες φέρνουν ακόμα πιο κοντά στην πράξη, την οικονομική ασφυξία των Ιρανών και μέσω των κυρώσεων που τους έχουν επιβάλλει. Από την μεριά της η ιρανική οικονομία, πλήττεται από την απώλεια της ιρακινής και της τουρκικής αγοράς ενέργειας, καθώς το Ιράκ και η Τουρκία είναι ο πρώτος και δεύτερος αντίστοιχα αγοραστής ιρανικού φυσικού αερίου, με τις εναλλακτικές διεξόδους πώλησης αυτού, να είναι περιορισμένες, ακριβώς λόγω και των οικονομικών κυρώσεων τις έχει οποίες έχει υποστεί το Ιράν από τις χώρες της Δύσης.