Ο Βασιλιάς Φυσικό Αέριο
Για να διατηρήσουν το 70% του παγκόσµιου µεριδίου στην τεχνητή νοηµοσύνη, οι Ηνωµένες Πολιτείες θα χρειαστούν έως το 2028 επιπλέον περίπου 50 GW ηλεκτρικής ισχύος. Πρόκειται για µια ενεργειακή απαίτηση ισοδύναµη µε 40-50 νέους πυρηνικούς αντιδραστήρες. Η ενεργειακή αυτή ζήτηση δεν καλύπτεται απλώς µε περισσότερη παραγωγή, απαιτείται ένα νέο κύµα υποδοµών. Σε όρους υγροποιηµένου φυσικού αερίου αντιστοιχεί σε ηµερήσια κατανάλωση καλυπτόµενη από 12 επιπλέον µονάδες υγροποίησης
Tου ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΑΣΙΑ *
Αυτή την περίοδο διαµορφώνονται νέες γραµµές µάχης µεταξύ των κέντρων δεδοµένων τεχνητής νοηµοσύνης (AI), των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, των παραγωγών φυσικού αερίου και των εξαγωγέων υγροποιηµένου φυσικού αερίου (LNG). Η παγκόσµια ζήτηση για υπολογιστική ισχύ αυξάνεται εκθετικά, και το µεγαλύτερο µέρος της ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτείται για τη λειτουργία των κέντρων δεδοµένων AI θα εξακολουθήσει να προέρχεται από το φυσικό αέριο. Το φυσικό αέριο παραµένει ο «βασιλιάς» της ενεργειακής σταθερότητας, αλλά είναι ακριβό και ενδέχεται να επιβαρύνει σοβαρά τα λειτουργικά κόστη των κέντρων δεδοµένων και δηµιουργεί νέα γεωοικονοµικά ρήγµατα.
Για να διατηρήσουν το 70% του παγκόσµιου µεριδίου στην τεχνητή νοηµοσύνη, οι Ηνωµένες Πολιτείες θα χρειαστούν έως το 2028 επιπλέον περίπου 50 GW ηλεκτρικής ισχύος. Πρόκειται για µια ενεργειακή απαίτηση ισοδύναµη µε 40-50 νέους πυρηνικούς αντιδραστήρες. Η ενεργειακή αυτή ζήτηση δεν καλύπτεται απλώς µε περισσότερη παραγωγή, απαιτείται ένα νέο κύµα υποδοµών. Σε όρους υγροποιηµένου φυσικού αερίου αντιστοιχεί σε ηµερήσια κατανάλωση καλυπτόµενη από 12 επιπλέον µονάδες υγροποίησης. Ωστόσο, µέχρι το 2027, οι Ηνωµένες Πολιτείες αναµένεται να έχουν ολοκληρώσει µόλις 4–5 νέες εγκαταστάσεις, αφήνοντας ένα κενό περίπου 8 µονάδων. Το έλλειµµα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σηµασία καθώς η Ουάσιγκτον επιδιώκει για τα επόµενα τρία χρόνια τον διπλασιασµό των εξαγωγών LNG προς την Ευρώπη, από 60 σε 120 δισ. κυβικά µέτρα (bcm) ετησίως.
Οι τρέχουσες εξαγωγές LNG των ΗΠΑ ανέρχονται σε περίπου 14 δισ. κυβικά πόδια (bcf) την ηµέρα, µε ετήσιο ρυθµό αύξησης 40%, δηλαδή περίπου 5 bcf επιπλέον κάθε χρόνο. Παρόλα αυτά, ο συνολικός αυτός όγκος παραµένει ανεπαρκής σε σχέση µε τις προβλεπόµενες ανάγκες των κέντρων δεδοµένων, οι οποίες εκτιµάται ότι µεταφρασµένες σε αποκλειστική κατανάλωση φυσικού αερίου φτάνουν τα 12 bcf ηµερησίως. Το ενεργειακό χάσµα που διαµορφώνεται εντείνει τον ανταγωνισµό για νέα πεδία παραγωγής φυσικού αερίου και αναδεικνύει την στρατηγική σηµασία των υποδοµών LNG παγκοσµίως ως κρίσιµο κρίκο στην αλυσίδα της τεχνητής νοηµοσύνης. Οι µεγάλοι ωφεληµένοι δεν είναι µόνο οι παραγωγοί, αλλά και οι διαχειριστές των υποδοµών, όσοι µπορούν να κινηθούν γρήγορα, να επενδύσουν στρατηγικά και να εκµεταλλευτούν τη µεταβλητότητα των γεωπολιτικών ισορροπιών και των τιµών.

Η ΝΑ Μεσόγειος: Πεδία διεκδίκησης και κόµβοι LNG
Ο στόχος των ΗΠΑ είναι η διασύνδεση των Βαλκανίων µε την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη µέσω εισαγόµενου LNG, που θα τροφοδοτεί επίσης τη Ρουµανία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία η οποία χρειάζεται συνεχή ενεργειακή και στρατιωτική υποστήριξη. Το σύνολο του προγράµµατος ευθυγραµµίζεται µε τη συµφωνία ΕΕ–ΗΠΑ για αγορά υδρογονανθράκων αξίας 250 δισ. δολαρίων τα επόµενα τρία χρόνια. Επακόλουθα, πιέζουν για την κατασκευή περισσότερων εγκαταστάσεων επαναεριοποίησης στην Ευρώπη, ακόµη και όταν η σηµερινή χωρητικότητα επαρκεί.
Οι εταιρείες ενισχύουν την παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο και την Βόρεια Αφρική, τόσο στην παραγωγή όσο και στην πώληση LNG προς χώρες της περιοχής. Οι µεγάλοι εξαγωγείς LNG, όπως η Exxon και η Chevron βλέπουν την Ελλάδα ως σηµαντικό κόµβο διέλευσης και όχι µόνο έρευνας υδρογονανθράκων. Η Ελλάδα, µε τις υποδοµές σε Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη, αποκτά στρατηγικό ρόλο ως κόµβος επαναεριοποίησης και διαµετακόµισης. Με την απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ από το 2026, η Βουλγαρία, η Σερβία και από το 2027 η Βόρεια Μακεδονία θα τροφοδοτούνται µέσω της Αλεξανδρούπολης και του δικτύου της ΔΕΣΦΑ. Η Ελλάδα, ως διαµετακοµιστής µε αυξανόµενους όγκους διέλευσης και ανταγωνιστικό χαρακτήρα, προβλέπει να µειώσει κατά 10% τα τέλη µεταφοράς προς τα Βαλκάνια και την Ουκρανία.
Περιφερειακές διαφοροποιήσεις
Βέβαια υπάρχουν και διαφοροποιήσεις όπως της Τουρκίας η οποία αν και κοιτά την Λιβύη, την Σαουδική Αραβία και το Ιράκ για πετρέλαιο, δεν έχει πρόθεση να σταµατήσει τις εισαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου από την Ρωσία.
Το Ισραήλ, αν και ήδη τροφοδοτεί την Αίγυπτο µέσω των κοιτασµάτων Ταµάρ και Λεβιάθαν, επιλέγει να καθυστερήσει την έγκριση για την επέκταση των εξαγωγών από το Λεβιάθαν. Η απόφαση αυτή είναι γεωπολιτική και εσωτερικής διαχείρισης. Η ισραηλινή κυβέρνηση επιδιώκει να ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασµού για την εγχώρια αγορά, να διασφαλίσει σταθερές τιµές για τους καταναλωτές και να προετοιµαστεί για την αύξηση της ζήτησης από την βιοµηχανία και την ηλεκτροπαραγωγή, ιδίως σε συνθήκες γεωπολιτικής αστάθειας.
Αντίστοιχα, η Κύπρος, που σχεδιάζει να ξεκινήσει εξαγωγές προς την Αίγυπτο από το 2027 και να τις ενισχύσει µετά το 2031, θα πρέπει να ισορροπήσει µεταξύ εξωστρεφούς στρατηγικής και εσωτερικής επάρκειας.
Η ανάπτυξη των κοιτασµάτων Αφροδίτη και Κρόνος και η σύνδεσή τους µε τις αιγυπτιακές υποδοµές LNG δηµιουργεί ευκαιρίες, αλλά η Κύπρος θα πρέπει να διασφαλίσει ότι διατηρεί επαρκή αποθέµατα για τις δικές της ανάγκες, είτε για ηλεκτροπαραγωγή, είτε για στρατηγική αποθήκευση, είτε για µελλοντική βιοµηχανική χρήση. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενεργειακή πολιτική των χωρών αυτών δεν µπορεί να είναι µονοδιάστατη. Η εξαγωγική δυναµική συνδυάζεται µε εθνική ενεργειακή ασφάλεια, ευελιξία σε περιόδους κρίσης, και προστασία του κοινωνικού και οικονοµικού ιστού από εξωτερικές διακυµάνσεις τιµών και προσφοράς.
Σε αντίθεση µε το Ισραήλ και την Κύπρο, που διαθέτουν δικά τους κοιτάσµατα φυσικού αερίου και καλούνται να ισορροπήσουν µεταξύ εξαγωγών και εσωτερικής επάρκειας, η Ελλάδα δεν διαθέτει δική της παραγωγή. Το φυσικό αέριο που χρησιµοποιεί είναι εισαγόµενο ή διαµετακοµιζόµενο, µέσω αγωγών και υποδοµών επαναεριοποίησης, γεγονός που περιορίζει την εθνική ευελιξία σε περιόδους κρίσης ή µεταβλητότητας των τιµών. Παρά τον κοµβικό της ρόλο ως πύλη εισόδου για το φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, η Ελλάδα παραµένει µεταξύ των ακριβότερων χωρών στην Ε.Ε. όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια, µε µέση τιµή εκκαθάρισης περίπου 130 €/MWh στις αρχές Νοεµβρίου. Οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας παραµένουν περιορισµένες σε σχέση µε τις εισαγωγές, γεγονός που υπογραµµίζει τη δοµική εξάρτηση της χώρας από το εισαγόµενο φυσικό αέριο, όχι µόνο ως καύσιµο, αλλά και ως µηχανισµό εξισορρόπησης του συστήµατος, ιδιαίτερα όταν η παραγωγή από ΑΠΕ είναι περιορισµένη. Αυτό το ενεργειακό προφίλ καθιστά την Ελλάδα ευάλωτη σε εξωτερικές διακυµάνσεις τιµών και προσφοράς, ενώ περιορίζει τη δυνατότητά της να λειτουργήσει ως σταθεροποιητικός παράγοντας στην περιφέρεια. Για να ανακτήσει στρατηγική αυτονοµία, η χώρα οφείλει να διεκδικήσει ενεργό ρόλο ως παραγωγός υδρογονανθράκων, δοµώντας την γεωπολιτική της επιρροή και ενισχύοντας στον ορίζοντα του 2030 την εσωτερική της επάρκεια.
* Ενεργειακός αναλυτής και τέως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύµβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ)
Σχετικά Άρθρα
10/11/2025 - 21:31
10/11/2025 - 21:29
10/11/2025 - 21:28
10/11/2025 - 21:26
Δείτε επίσης