Νίκος Μαρκάτος – Ανώτατη παιδεία: Κοινωνικό αγαθό ή εμπόρευμα;

Οι υποστηρικτές του Ιδιωτικού Πανεπιστημίου ξεκινούν από την, πιθανώς ορθή, άποψη ότι πολλοί από τους αποτυχόντες στις εξετάσεις θα είχαν ίσως την ικανότητα, σε απόλυτο μέγεθος, να σπουδάσουν στο Πανεπιστήμιο, και να επωφεληθούν απ’ αυτό, αλλά το κράτος δεν διαθέτει τα απαιτούμενα κονδύλια. Άρα, λένε, ας χρησιμοποιηθούν ιδιωτικές πηγές και ας επιβληθούν δίδακτρα.

Η οικονομική όμως ενίσχυση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν πρέπει να βασίζεται στο οικογενειακό εισόδημα, γιατί ο φοιτητής είναι – και έτσι πρέπει επιτέλους να εκλαμβάνεται – άτομο ανεξάρτητο. Το κράτος πρέπει λοιπόν να χορηγεί τα χρήματα για όλους μια και δεν εργάζονται, ανεξάρτητα από οικογενειακό εισόδημα, πράγμα που φυσικά δεν δημιουργεί, όπως λένε, κοινωνική ανισότητα, γιατί η διαφορετική φορολογική κλίμακα την εξουδετερώνει. Τέτοια ανισότητα προκαλούν οι «εισαγωγικές εξετάσεις» αλλά δεν ευθύνεται γι’ αυτό η «δωρεάν Παιδεία».

Το γεγονός ότι οι γονείς αυτών που δεν φοιτούν στηρίζουν με τους φόρους τους εκείνους που φοιτούν, δεν οδηγεί σε παράδοξο διότι το προϊόν της Ανώτατης Παιδείας αποτελεί ένα κοινωνικό πλούτο. Εξάλλου, το κόστος όλων των υπηρεσιών (π.χ. Εθνική άμυνα, ασφάλεια κ.τ.λ.) το επωμίζεται ισόμετρα ο λαός μας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ατομική χρησιμότητά τους.

Τέλος, τα δίδακτρα, κακά τα ψέματα, δεν εισάγουν κανένα παραπάνω κίνητρο φοίτησης στους νέους, και όποιοι το πιστεύουν δεν γνωρίζουν τους νέους.

Τα έσοδα του Πανεπιστημίου, συνεχίζουν οι υποστηρικτές του «Ιδιωτικού», θα εξαρτώνται από τον αριθμό των φοιτητών που θα προσελκύει και, μέσω του ανταγωνισμού, τα «καλά» θα παίρνουν καλούς καθηγητές και φοιτητές, ενώ τα «κακά» θα κλείνουν λόγω έλλειψης εσόδων. Αυτά δεν συνέβησαν βεβαίως ούτε στα Ιδιωτικά σχολεία μας, τόσα χρόνια τώρα. Το ότι θα προσελκύουν «καλύτερους» καθηγητές γιατί θα πληρώνονται καλύτερα είναι επίσης λάθος. Οι «καλύτεροι» βρίσκονται ήδη στα κρατικά Πανεπιστήμια εξαιτίας κοινωνικών λόγων, που ευτυχώς είναι, σε πολλές περιπτώσεις, ισχυρότεροι από τους οικονομικούς στη χώρα μας.
Κάποια εξαγωγή συναλλάγματος θα σταματήσει βέβαια, όμως αυτό δεν αποτελεί αντιστάθμισμα για την υποβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης, που θα προκύψει λόγω της πληθώρας των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων που θα λειτουργούν.

Απόδειξη ότι υπάρχουν ήδη κέντρα που δεν προσφέρουν σωστή κατάρτιση και όμως έχουν πολλούς μαθητές, που δεν ενδιαφέρονται προφανώς για απόκτηση πραγματικών γνώσεων αλλά για ένα «χαρτί». Έτσι ο συναγωνισμός δεν θα βελτιώσει, όπως λένε, και το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, όπως άλλωστε το ιδιωτικό σχολείο δεν βελτίωσε τόσα χρόνια το Δημόσιο. Το Πανεπιστήμιο είναι ο χώρος όπου η Κοινωνία στοχάζεται τον εαυτό της, ο χώρος όπου κανείς προετοιμάζεται να ικανοποιήσει τις ανάγκες της κοινωνίας (ανάγκες σε αντίθεση με τις επιθυμίες που τις υποκαθιστούν σήμερα, όπως αυτές υπαγορεύονται από την ΤV και τις αγορές). Εάν βέβαια το «ελεύθερο» Πανεπιστήμιο ορισθεί ως κατάστημα που πουλάει γνώσεις από τα ράφια, τότε ασφαλώς οι ικανοί διαχειριστές/διευθυντές, ξενοπρόφερτα managers, θα βοηθήσουν τους ισολογισμούς, εισάγοντας βεβαίως και όλα τα άλλα, στοιχεία της ανταγωνιστικής αγοράς (λαμόγια, μίζες, αναξιοκρατία κ.τ.λ.). Επί πλέον σε ποιόν θα άρεσε, αν γράφεις 10000 μόρια δεν περνάς, αλλά αν έχεις να δώσεις 10.000 € οι πόρτες του πανεπιστημίου είναι ανοιχτές;!

Επειδή λοιπόν το ζήτημα των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων πολυσυζητήθηκε μάλλον αρνητικά, κατασκευάσθηκε μια νέα περισσότερο πειστική παραλλαγή. Το «μη-κρατικό, μη κερδοσκοπικό Ιδιωτικό Πανεπιστήμιο», ένα δηλαδή αναβαθμισμένο και παράλληλα αγαθοεργό Ίδρυμα που θα χρηματοδοτείται από Ιδιώτες επιχειρηματίες ή και φορείς, για να ισοσκελίζει τον προϋπολογισμό του.

Δεν υπάρχει επιχειρηματικό κέρδος προς διανομή στους μετόχους, που όμως ορίζουν τη Διοίκηση. Πως θα εξασφαλισθεί όμως έτσι η ακαδημαϊκή ελευθερία και ο σεβασμός της προσωπικότητας, για παράδειγμα, των καθηγητών που υποστηρίζουν ριζοσπαστικές ή άκρως συντηρητικές απόψεις; Η Πρύτανης του Harvard εξαναγκάστηκε πρόσφατα σε παραίτηση από τους χρηματοδότες του Ιδρύματος, γιατί δεν υποστήριξε ένθερμα τη γενοκτονία των Παλαιστινίων από τους Ισραηλινούς στη Γάζα. Πως θα δημιουργηθούν λοιπόν οι δυνάμεις «αμφισβήτησης» που απαιτεί η πρόοδος;

Σε ορισμένες ειδικότητες, όπως των μηχανικών και των γιατρών, έχουμε υπολογίσει ότι το ετήσιο κόστος εκπαίδευσης ανά φοιτητή φθάνει ποσά που ξεπερνούν τα 20.000 ευρώ. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα 45 εκ. άνθρωποι είναι πνιγμένοι στα χρέη λόγω σπουδών με δάνεια που ξεπερνούν τα 1.77 τρισ. €! Είναι λοιπόν ευνόητο ότι η μέση Ελληνική οικογένεια αδυνατεί να καλύψει τέτοια δαπάνη και θα πρέπει ή να δοθεί χαμηλής στάθμης εκπαίδευση, ή να δημιουργηθούν «φθηνά» πεδία γνώσης, ή αυτή να είναι προνόμιο των ολίγων. Και δεν θα διαφωνούν πολλοί ότι η επιλογή του χώρου σπουδών πρέπει να γίνεται ανάλογα με το πνευματικό κεφάλαιο και όχι το χρηματικό.

Η σχετική επένδυση για ίδρυση πραγματικού Πανεπιστημίου -και όχι επιχείρησης τύπου φροντιστηρίου ή «κέντρου ελευθέρων σπουδών»- είναι τεράστια. Ποια ιδιωτική επιχείρηση ή και δημόσιος οργανισμός θα αναλάμβανε παρόμοιο οικονομικό κίνδυνο και με ποια κίνητρα και κεφάλαια;

Άλλωστε, η ακαδημαϊκή εμπειρία στην Ευρώπη, όπου δεν υπάρχουν συνταγματικοί περιορισμοί, δείχνει ότι, παρά τις προ εικοσαετίας προσπάθειες ίδρυσης ιδιωτικών, το 90% των Πανεπιστημίων είναι δημόσια τουλάχιστον ως προς τους σκοπούς, τη διοίκηση και τη λειτουργία τους. Ακόμα και στην Αμερική, με την πολύ ανεπτυγμένη επιχειρηματική πρακτική, τα λεγόμενα «ιδιωτικά» Πανεπιστήμια λειτουργούν ως ιδρύματα ή κληροδοτήματα και χρηματοδοτούνται από μεγάλα κληροδοτήματα, δωρεές και δίδακτρα. Για παράδειγμα, ο προϋπολογισμός του γνωστού ΜΙΤ καλύπτεται κατά 25% από δίδακτρα (που πολλές φορές πληρώνει το κράτος), κατά 50% από ερευνητικά προγράμματα, που χρηματοδοτούνται κατά 90% από το κράτος, και κατά 25% από την αξιοποίηση της ιδιαίτερης περιουσίας και τις δωρεές των αποφοίτων του.
Η κυβέρνηση λοιπόν θεσμοθετεί και ολοκληρώνει την υποβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου, που χρόνια τώρα αρνείται να χρηματοδοτήσει επαρκώς, και διαλαλεί ότι ο ανταγωνισμός θα τα αναβαθμίσει, κατά τον ίδιο τρόπο φαντάζομαι που η ιδιωτική υγεία οδήγησε στη διάλυση των δημόσιων νοσοκομείων, η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας εκτόξευσε τους λογαριασμούς του ρεύματος και η απελευθέρωση των μεταφορών οδήγησε στο έγκλημα των Τεμπών. Φυσικά και η ́ύπαρξη τόσα χρόνια τώρα του ιδιωτικού σχολείου δεν βελτίωσε το δημόσιο.

Η άλλη προτεινόμενη αλλαγή είναι η ίδρυση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στη χώρα μας. Ακούγεται το επιχείρημα ότι, εφόσον η σχέση προσφοράς/ζήτησης στην Ανώτατη Εκπαίδευση είναι ανισοβαρής, και έτσι πολλοί νέοι φεύγουν στο εξωτερικό με όλες τις συνέπειες, αυτό θα ήταν καλό ώστε τουλάχιστο να αποφευχθεί η μετακίνηση και η εξαγωγή συναλλάγματος. Προς κυβερνητική διαφήμιση δε ακούγονται τρανταχτά ονόματα πανεπιστημίων που συνωστίζονται να ανοίξουν παραρτήματα στην Ελλάδα! Κανείς αναρωτιέται γιατί το Harvard, το MIT, το Cambridge κτλ με τα δις δολάρια κεφάλαιο να θέλουν να φτιάξουν παραρτήματα στην Ελλάδα. Μήπως έφτιαξαν παραρτήματα στη Γερμανία η αλλού Αλλά ακόμα και αν έφτιαχναν οι αποτυχόντες των εισαγωγικών εξετάσεων (που πρέπει και γίνεται να καταργηθούν άμεσα) δεν θα πληρούσαν τα αυστηρά κριτήρια εισαγωγής στα καλά ξένα πανεπιστήμια και έτσι πάλι στο εξωτερικό θα πήγαιναν! Παραρτήματα θα ιδρύσουν (όπως ήδη έχει γίνει μέσω των κολλεγίων) χαμηλής ποιότητας ιδρύματα που δεν χρηματοδοτούνται επαρκώς στη χώρα τους, ακριβώς λόγω της χαμηλής ποιότητάς τους (παράδειγμα τα Αγγλικά πρώην polytechnics).

Σαν συμπέρασμα, ακόμα και αν παραλείψουμε το σημαντικότατο θέμα της ακαδημαϊκής ελευθερίας, το μόνο που θα επιτύχει το ιδιωτικό, μη-κρατικό Πανεπιστήμιο θα είναι μια μικρή αύξηση του αριθμού των εισακτέων (εάν θέλουμε να διατηρήσουμε την αρχή της αξιοκρατίας φυσικά) και μάλιστα σε κλάδους χαμηλού κόστους, σε ιδρύματα χαμηλής ποιότητας. Με το παράδοξο φυσικά τότε κάποιοι να γίνονται σπουδαστές με εξετάσεις και κάποιοι με τα λεφτά των οικογενειών τους!
Η κυβέρνηση της Ν.Δ., ως εκφραστής ταυτόχρονα μιας νεοφιλελεύθερης αλλά και μιας χυδαίας λαϊκής δεξιάς, επιδιώκει την αντισυνταγματική κατοχύρωση των πολιτικών επιλογών της, που περιλαμβάνουν την αντίληψη ότι η Παιδεία αποτελεί τμήμα του τομέα παροχής υπηρεσιών σε πελάτες, δηλαδή τους νέους, και ως εκ τούτου προκύπτει η ανάγκη απελευθέρωσης του συγκεκριμένου πεδίου αγοράς.

Η Δημόσια Ανώτατη Εκπαίδευση αποτελεί την μόνη εγγύηση για ουσιαστική Παιδεία υψηλού επιπέδου. Αποτελεί βασική προϋπόθεση για ανάπτυξη της έρευνας και της καινοτομίας, για ουσιαστική σύνδεση με την παραγωγή και την ολόπλευρη ανάπτυξη της χώρας μας μέσα στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Οφείλουμε να υπερασπιστούμε το άρθρο 16 του Συντάγματος, υπερασπιζόμενοι τον Δημόσιο, Δωρεάν, Κοινωνικό, Δημοκρατικό και Ακαδημαϊκό χαρακτήρα που πρέπει να έχει η Ανώτατη Εκπαίδευση.

* Ομότιμος Καθηγητής Ε.Μ.Π.,
π. Πρύτανης,
Γ.Γ Συλλόγου Ευρωπαίων
Ομότιμων Καθηγητών

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή