Νίκος Λέανδρος: Οι προσδοκίες της νέας γενιάς και η σκληρή πραγματικότητα

 

Τoυ Νίκου Λέανδρου*

O Πέτρος είναι 33 χρονών και ειδικός στην κυβερνοασφάλεια. Εργάζεται στο Λονδίνο όπως και όλοι σχεδόν οι συμμαθητές του σύμφωνα με όσα μου έλεγε προχτές στο οικογενειακό Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Έφυγε την περίοδο των μνημονίων και πριν από 2 χρόνια επέστρεψε στην Ελλάδα καθώς μετά από πολύ προσπάθεια βρήκε μια καλή δουλειά στον ιδιωτικό τομέα. Ο μισθός ήταν αρκετά ικανοποιητικός για τα ελληνικά δεδομένα όμως το κόστος ζωής ήταν υψηλότερο απ’ ότι περίμενε. Το χειρότερο ήταν οι συνθήκες εργασίας. Ατέλειωτες ώρες δουλειάς, ασφυκτική πίεση, ελάχιστος ο χρόνος που μπορούσε να αφιερώσει στην οικογένειά του. Έτσι, πριν από 6 μήνες, επέστρεψε για δεύτερη φορά στο Λονδίνο.

Τα παραπάνω δεν είναι απλώς μια μικρή προσωπική ιστορία. Στην πραγματικότητα είναι η εικόνα μιας χώρας με τεράστια προβλήματα και εξαιρετικά επισφαλείς προοπτικές. Γιατί μια χώρα που χάνει τη νεολαία της δύσκολα μπορεί να ατενίσει το μέλλον με αισιοδοξία. Ιδιαίτερα σε μια περίοδο ραγδαίων τεχνολογικών αλλαγών στην οποία απαιτείται δημιουργικότητα, καινοτομία και αναδεικνύονται νέα επιχειρηματικά μοντέλα και στρατηγικές. Αυτά όμως χαρακτηρίζουν πολύ περισσότερο τους νέους ανθρώπους και υλοποιούνται, κατά κύριο λόγο, από μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις όπως αποδεικνύει η ιστορία της Επανάστασης της Πληροφορικής. Δυστυχώς η Ελλάδα σήμερα απογοητεύει τους νέους της και δημιουργεί τεράστια εμπόδια στην υγιή επιχειρηματικότητα με την υψηλή φορολογία, τη γραφειοκρατία, την πολυνομία και την προβληματική λειτουργία των θεσμών και της δικαιοσύνης.
Βέβαια, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προβάλλει μια εντελώς διαφορετική εικόνα αισιοδοξίας και μεγάλων επιτυχιών υποστηρίζοντας ότι το βιοτικό επίπεδο βελτιώνεται και θα συνεχίσει να βελτιώνεται τα επόμενα χρόνια καθώς η οικονομία έχει εισέλθει σ’ έναν ενάρετο κύκλο. Επικαλείται μάλιστα τα πρόσφατα δημοσιεύματα του Economist και της Bild που παλαιότερα μιλούσαν για τους PIGS και μας καλούσαν να πουλήσουμε την Ακρόπολη, ενώ τώρα ανακαλύπτουν πόσο καλό μας έκαναν οι πολιτικές των μνημονίων. Το πόσο κοντά στην αλήθεια είναι η προπαγάνδα της κυβέρνησης αποδεικνύεται απ’ όλες τις διεθνείς έρευνες για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα και κυρίως από την πραγματικότητα που βιώνει η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Σύμφωνα λοιπόν με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) το 86% των Ελλήνων πολιτών είχε δυσκολίες να πληρώσει τους λογαριασμούς στο τέλος του μήνα στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου. Από την άποψη αυτή η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε μεγάλη απόσταση από τη χώρα που ακολουθεί και πολύ περισσότερο από τον Κοινοτικό μέσο όρο. Επιπλέον, περισσότερο από το 25% των πολιτών αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού καθώς το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών έχει μειωθεί κατά 20% μεταξύ 2008-2022.
Μια ματιά στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2024 είναι επίσης αποκαλυπτική για την ουσία των ακολουθούμενων πολιτικών. Η φορολογική επιβάρυνση προβλέπεται να αυξηθεί στα 63 δις ευρώ έναντι 48,2 δις ευρώ το 2021, δηλαδή κατά 31% μέσα σε 3 μόλις χρόνια, τροφοδοτούμενη κυρίως από τον ΦΠΑ και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που πλήττουν περισσότερο τα φτωχότερα νοικοκυριά. Όμως υπάρχουν και φοροαπαλλαγές: κατάργηση του φόρου τόκων ομολόγων, μείωση από 0,5% σε 0,2% του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων, μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών. Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τη μείωση από 10% σε 5% του φόρου στα κέρδη των μερισμάτων που ψηφίστηκε το 2019, τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου μέσω των ιδιωτικοποιήσεων και του ιδιωτικού πλούτου μέσω των funds που πήραν τα κόκκινα δάνεια τότε ο ταξικός χαρακτήρας των ακολουθούμενων πολιτικών γίνεται νομίζω σαφέστατος.
Ένα ερώτημα λοιπόν είναι πως κατανέμεται ο παραγόμενος πλούτος και ποιοι κερδίζουν από την αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ. Ένα δεύτερο ερώτημα είναι αν η οικονομία έχει εισέλθει σε έναν ενάρετο κύκλο συνεχούς βελτίωσης. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι αυτό δεν συμβαίνει. Θα σημειώσω επιγραμματικά πέντε: την τεχνολογική υστέρηση έναντι των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη μείωση της παραγωγικότητας μετά το 2010 που σήμερα βρίσκεται περίπου στο 60% του Κοινοτικού μέσου όρου, τη διόγκωση των ελλειμμάτων του εξωτερικού τομέα της οικονομίας, την όξυνση των ανισοτήτων και των κοινωνικών προβλημάτων, την υποβάθμιση των δημόσιων υποδομών.
Βρισκόμαστε πιστεύω σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα διεθνώς, ένταση των γεωπολιτικών συγκρούσεων, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση όλο και περισσότεροι αναφέρονται σε μια πολυκρίση που πλήττει την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και απειλεί τη Δημοκρατία. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρωτοφανείς προκλήσεις και μεγάλες δυσκολίες. Υπάρχουν όμως και δυνατότητες και η χώρα διαθέτει ένα εξαιρετικού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό που ένα σημαντικό τμήμα του βρίσκεται σήμερα στο εξωτερικό.
Για να αξιοποιήσουμε όμως τις δυνατότητες χρειάζονται ριζικά διαφορετικές πολιτικές μακριά από τη λογική του πελατειακού κράτους και της εξυπηρέτησης ιδιοτελών συμφερόντων που θα αναπτύξουν μια οικονομία της γνώσης, θα απελευθερώσουν τη δημιουργικότητα των Ελλήνων, θα προάγουν την κοινωνική συνοχή και θα εμπνεύσουν τη νέα γενιά. Μακάρι το 2024 να ξεκινήσουμε μια νέα πορεία για τη χώρα μας με ουσιαστική συζήτηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε και διάθεση συνεργασίας ευρύτερων Δημοκρατικών δυνάμεων.
 *Καθηγητής, Πρώην Αντιπρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή