Η υπόθεση του εγκλήµατος των Τεµπών, µε καταλύτη την τεράστια λαϊκή κινητοποίηση της Κυριακής 26/1, τοποθετεί στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής ζητήµατα που φτάνουν στον πυρήνα της πολιτικής και του υποδείγµατος διαχείρισης της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Δεν πρόκειται µόνο για τα χρόνια ελλείµµατα των σιδηροδρόµων. Οι αιτίες είναι βαθύτερες. Βρίσκονται στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων που, ιδιαίτερα στα χρόνια των µνηµονίων, εφαρµόστηκαν από όλες τις µνηµονιακές κυβερνήσεις. Σιδηρόδροµος που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας για ασφαλή και αξιόπιστα µέσα µεταφοράς δεν µπορεί παρά να είναι δηµόσιος, ενιαίος και σύγχρονος.
Όµως, οι κινητοποιήσεις ανέδειξαν κάτι πιο βαθύ, που ξεπερνά ακόµα και το αίτηµα για δικαιοσύνη και τη λαϊκή οργή απέναντι στη συγκάλυψη του εγκλήµατος. Φαίνεται ότι η ευρύτατη πλειοψηφία της κοινωνίας, ακόµα και στρώµατα απογοητευµένα, που έχουν αποσυρθεί ή περιθωριοποιηθεί από την πολιτική σκηνή, αντιλαµβάνονται ότι το καθεστώς της µητσοτακικής ακροδεξιάς – ακροκεντρώας διακυβέρνησης έχει επιβάλει µια συνθήκη επαναλαµβανόµενης εκτροπής για να εξυπηρετεί τα κάθε τύπου συµφέροντα του µεγάλου κεφαλαίου (εγχώριου και µη). Όπως στα Τέµπη, έτσι και στις υποκλοπές, έτσι και στις πολλές συνταγµατικές παραβιάσεις, η ΝΔ πορεύεται µε αυταρχισµό, µηχανισµούς και µεθοδεύσεις του «βαθέος κράτους» και µια αλαζονεία που προκύπτει από συγκεκριµένα δεδοµένα. Την στήριξη από ισχυρότατους µηχανισµούς και συµφέροντα, τον έλεγχο του δικαστικού µηχανισµού και του τύπου, τον έλεγχο της διανοµής τεράστιων κονδυλίων.
Την επίπτωση αυτού του υποδείγµατος, αλλά και της ουσίας της ταξικής πολιτικής της ΝΔ, επίσης την αντιλαµβάνεται πλήρως η πλειοψηφία της κοινωνίας, γιατί τη ζει στο πετσί της: ακρίβεια, στεγαστική κρίση, άρση δικαιωµάτων, διάλυση κάθε µορφής κράτους πρόνοιας, από τον πόλεµο στα νοσοκοµεία έως την εξαΰλωση της πολιτικής προστασίας, εµπλοκή σε πολεµικές στρατηγικές, τεράστιες εξοπλιστικές δαπάνες.
Το έγκληµα των Τεµπών και η συγκάλυψή του, λειτουργούν ως πυκνωτής και αποκαλύπτουν το σύστηµα Μητσοτάκη χωρίς φτιασιδώµατα: εκτελεστές συµβολαίων για το µεγάλο κεφάλαιο, χωρίς κανένα όριο στην αξιοποίηση σκοτεινών παραµηχανισµών και µεθόδων για το τσάκισµα του λαού.
Η κυβέρνηση φοβάται τον γίγαντα που στις 26/1 φάνηκε να αναδεύεται. Δηλαδή, µια ευρεία πλειοψηφία κοινωνικών στρωµάτων, που, όταν βγήκε στο προσκήνιο την περίοδο 2010 – 2015 έφερε πολιτικούς σεισµούς. Στην περιθωριοποίηση αυτών των στρωµάτων η ΝΔ έχει στηρίξει την εκλογική της ηγεµονία από το 2019 και το ενδεχόµενο ενεργοποίησής τους της προκαλεί µεγάλη πίεση.
Αυτό που διευκολύνει το σύστηµα Μητσοτάκη, είναι η πολιτική ανυπαρξία και η ανυποληψία της αντιπολίτευσης. Η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση είτε αναγνωρίζεται -και ορθά- ως συνυπεύθυνη για την ασκούµενη πολιτική, είτε, ακόµα και τα τµήµατά της που αναφέρονται στην αριστερά, δεν έχουν πρόθεση να κλιµακώσουν την πίεση, κάτι που, όπως αποδείχθηκε για µια ακόµα φορά τις τελευταίες µέρες, µπορεί να γίνει µόνο µε την προσφυγή στην κίνηση του λαού. Η ανυποληψία, η αδράνεια και η – επί της ουσίας – ένταξη σε όµορες πολιτικές στρατηγικές δεν διευκολύνει τους φορείς της, αλλά την ακροδεξιά, που, µε ριζοσπαστική προβιά προσπαθεί να συγκαλύψει τη βαθιά επικίνδυνη και συστηµική της ταυτότητα.
Στις 26/1 αποκαλύφθηκε για άλλη µια φορά ότι η µαζική κοινωνική κίνηση είναι εφικτή και είναι η µόνη που µπορεί να αλλάξει συσχετισµούς και να συνταράξει ακόµα και τα αυταρχικά καθεστώτα. Οι δυνάµεις της αριστεράς πρέπει να στηρίξουν αυτή την κίνηση, αλλά και να δώσουν πολιτική και κινηµατική διέξοδο, µε την οργάνωση αγώνων και µε ενωτικό πολιτικό προσανατολισµό, που θα προωθεί το λαϊκό αίτηµα για δικαιοσύνη. Αλλά και για δικαίωση, που περνά µέσα από την αµφισβήτηση της πολιτικής της συγκάλυψης, της φτώχειας, του αυταρχισµού, της επέλασης του ιδιωτικού κεφαλαίου και των παρακρατικών εκτροπών.