Η εξέλιξη του πολέµου στην Ουκρανία, αλλά και η ένταση της επιθετικότητας της αµερικανικής εξωτερικής πολιτικής σε όλα τα µέτωπα είναι δείκτης των σηµαντικών αλλαγών που συντελούνται ή κυοφορούνται. Η στρατιωτική ήττα στην Ουκρανία αποτελεί αποτυχία της βασικής στόχευσης των ΗΠΑ και των συµµάχων τους να αποσταθεροποιηθεί η Ρωσική Οµοσπονδία, ενώ η περικύκλωσή της από τις νατοϊκές δυνάµεις µε αιχµή την Ουκρανία δεν µπορεί να ολοκληρωθεί, τουλάχιστον µεσοπρόθεσµα.
Από την άλλη πλευρά, η επιθετικότητα εντείνεται σε όλα τα υπόλοιπα µέτωπα, µε αποκορύφωµα την Παλαιστίνη. Η επιδίωξη για συνολικό εκτοπισµό των Παλαιστινίων από τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη αποτελεί τεράστια κλιµάκωση στην πολιτική της εθνοκάθαρσης και της γενοκτονίας που διαπράττει το Ισραήλ µε την στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ. Στόχος είναι µια συνολική αναδιάταξη στην περιοχή, η µακροπρόθεσµη σταθεροποίηση των συµφερόντων των ΗΠΑ και του Ισραήλ, η σοβαρή αποδυνάµωση των αραβικών κρατών. Και φυσικά, νοµιµοποιεί ακόµα περισσότερο τη φασιστική πολιτική Νετανιάχου, της γενοκτονίας και των εγκληµάτων πολέµου, αλλά και την ατιµωρησία του κράτους του Ισραήλ.
Η EE µοιάζει, σε πρώτη φάση, αµήχανη απέναντι στις εξελίξεις. Υποστήριξε µε αυτοκαταστροφικό µένος την νατοϊκή γραµµή για την Ουκρανία, µπήκε στην προµετωπίδα της υπεράσπισης του κράτους του Ισραήλ, επέλεξε την απόλυτη ταύτιση µε την αµερικανική πολιτική. Δεν είναι απλώς δείγµα υποτακτικότητας. Είναι η στρατηγική που αποτέλεσε θεµέλιο για την συγκρότηση και την αρχιτεκτονική της και εξασφάλισε τεράστια οικονοµική, κοινωνική και πολιτική ισχύ για τις αστικές τάξεις των κρατών του πυρήνα της. Το µόνο που επιφυλάσσει αυτή η πολιτική για τους λαούς της Ευρώπης είναι ακόµα πιο εξαντλητικές εξοπλιστικές δαπάνες, µεγαλύτερη φτώχεια και περιθωριοποίηση.
Ταυτόχρονα, η ακροδεξιά, αλλά ακόµα και ανοιχτές νεοφασιστικές και νεοναζιστικές δυνάµεις σηκώνουν κεφάλι σχεδόν σε όλες τις χώρες της Δύσης – µεταξύ αυτών και στη δική µας. Από την ρητορική του Τραµπ και των βασικότερων προσώπων του επιτελείου του, µέχρι τις εκλογές στη Γερµανία, η ακροδεξιά µπαίνει στο κέντρο του πολιτικού σκηνικού ως ανερχόµενη δύναµη και αποτελεί την εναλλακτική του συστήµατος, το οποίο σχεδιάζει µακροπρόθεσµα, εκτιµώντας την πιθανή ανάγκη για πιο αυταρχικές λύσεις σε µια εποχή όξυνσης των συγκρούσεων.
Μπροστά στις µεγάλες αλλαγές που, θεµέλιό τους είναι η προοπτική αµφισβήτησης, για πρώτη φορά, της µονοκρατορίας των ΗΠΑ, πρωτίστως από την οικονοµική και πολιτικοστρατιωτική άνοδο της Κίνας, δεν µπορούµε να µένουµε αµέτοχοι θεατές. Η αριστερά, αλλά και κάθε προοδευτικός και δηµοκρατικός πολίτης, έχουµε χρέος να αντισταθούµε στα σχέδια των ΗΠΑ και των συµµάχων τους, που γίνονται όλο και πιο επικίνδυνα για την ειρήνη, όλο και πιο απειλητικά για την ανθρωπότητα. Η εναντίωση στις ιµπεριαλιστικές επεµβάσεις και στις κυρώσεις, η αλληλεγγύη στους αγώνες των λαών και στα κινήµατα αντίστασης πρέπει να είναι αδιαπραγµάτευτη.