Tης Μαριάνας Τσίχλη *
Παρά το μήνυμα αποδοκιμασίας που εισέπραξε η ΝΔ στις ευρωεκλογές, όπου κατέγραψε τη χαμηλότερη επίδοση σε απόλυτο αριθμό ψήφων στην ιστορία της, επιχειρεί να εφαρμόσει την ίδια, σκληρή πολιτική. Μέτρα που συντηρούν και αναπαράγουν την κερδοσκοπία των παρόχων της ενέργειας, νέες ιδιωτικοποιήσεις ΔΕΚΟ που θα έχουν ως αποτέλεσμα πολύ χειρότερες και ακριβότερες υπηρεσίες, διάλυση της δημόσιας υγείας, περαιτέρω ποινική καταστολή, με ενδεικτικές τις ρυθμίσεις που εξαγγέλθηκαν δήθεν για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας και, στην πραγματικότητα, μας γυρίζουν πίσω στον Μεσαίωνα, ακόμα μεγαλύτερη θεσμοθέτηση εξοντωτικών συνθηκών εργασίας.
Αυτό που δίνει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη τη δυνατότητα να συνεχίζει την ίδια πορεία, είναι, από τη μία, η πλήρης στήριξη των κέντρων εξουσίας και της ολιγαρχίας που βλέπει τα κέρδη της να εκτινάσσονται και, από την άλλη, η ηχηρή απουσία της όποιας αντιπολίτευσης, ακόμα και της συστημικής. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει την πορεία του προς την αποδιάρθρωση και το ΠΑΣΟΚ δεν εμφανίζει καμία δυναμική. Ακόμα περισσότερο, είναι το γεγονός ότι δεν αρθρώνεται κανενός είδους αντιπολιτευτικός λόγος. Τα δύο κόμματα της «κεντροαριστεράς», μαζί με τα όποια συμπληρώματα προθύμων, στην πραγματικότητα επικαλούνται μία πολιτική που διατηρεί την κατεύθυνση Μητσοτάκη, δηλαδή τη λεηλασία του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας, με λίγο πιο «ανθρώπινο πρόσωπο». Είναι ενδεικτικό το παράδειγμα του ηλεκτρικού ρεύματος, όπου, ενώ είναι προφανές ότι, χωρίς δημόσια ΔΕΗ, δημόσιο δίκτυο διανομής και κατάργηση του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, το πρόβλημα δεν λύνεται, η υποτιθέμενη αντιπολίτευση δεν αρθρώνει λέξη. Το αποτέλεσμα αυτής της κατεύθυνσης είναι η ακόμα βαθύτερη εμπέδωση στον κόσμο ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει.
Η απογοήτευση, ο θυμός, αλλά και η συντηρητική μετατόπιση που έφερε τόσο η διάψευση των προσδοκιών του λαού, όσο και η ίδια η ασκούμενη πολιτική και ο συνεχής βομβαρδισμός με νόμο, τάξη και αυταρχισμό, τρέφουν τις διάφορες εκδοχές της ακροδεξιάς, τον ανορθολογισμό, ή την αποχή και την απόσυρση.
Αυτή είναι η συνθήκη που πρέπει σήμερα να αντιμετωπίσει η αριστερά, πρώτα απ’ όλα μιλώντας με ειλικρίνεια για τα πραγματικά προβλήματα, αλλά και ξεπερνώντας την διάσπαση. Αν θέλουμε να μιλήσουμε, λοιπόν, με ειλικρίνεια, πρέπει να πούμε ότι, σήμερα, η έγνοια μιας πραγματικής αριστερής πολιτικής δεν είναι καθόλου η συνεργασία μιας δήθεν «κεντροαριστεράς» για να καταλάβει την κυβέρνηση και να εφαρμόσει την ίδια πολιτική. Η λογική αυτή δεν μπορεί να δώσει καμία απάντηση στα προβλήματα και στις αγωνίες του κόσμου.
Αντίθετα, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να επιχειρήσουμε να καλύψουμε το εκκωφαντικό κενό πολιτικής και κοινωνικής αντιπολίτευσης, που θα συνδέεται με τους αγώνες, θα τους υποστηρίζει και θα τους τροφοδοτεί, θα διατυπώνει εφαρμόσιμες προτάσεις, αλλά και θα αναγνωρίζει ότι υπάρχει εναλλακτική, εφικτή στο σήμερα και όχι στη δευτέρα σοσιαλιστική παρουσία, υπό την προϋπόθεση των απαραίτητων συγκρούσεων. Ταυτόχρονα, πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας με όσους αναγνωρίζουν αυτή την προοπτική.
Η ενωτική πρωτοβουλία ΜέΡΑ25|Ανατρεπτική Οικολογική Αριστερά, που έχει συγκροτηθεί από το ΜέΡΑ25, την Λαϊκή Ενότητα – Ανυπότακτη Αριστερά, την Ανταγωνιστική Αριστερά και ανένταχτους αγωνιστές και αγωνίστριες της αριστεράς, των πολύμορφων κινημάτων, της ριζοσπαστικής οικολογίας θα συνεχίσει αποφασιστικά σε αυτόν τον δρόμο, κάνοντας παράλληλα διαρκές κάλεσμα ενότητας σε όλες τις δυνάμεις, τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που θέλουν να κινηθούν σε αυτή την κατεύθυνση.
* Γραμματέα της Λαϊκής Ενότητας – Ανυπότακτη Αριστερά