Μία έρευνα στο Διαδίκτυο με λέξεις-κλειδιά είναι αρκετή για να
διαπιστώσει κανείς πόσες φορές έχει αλλάξει θέσεις η ελληνική
κυβέρνηση σε όλα τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και
γεωπολιτικής φύσεως: από το «οι κυρώσεις δεν είναι αυτοσκοπός»
και το «θα τις δείτε τις κυρώσεις και θα δαγκώνουν», δεν έχει
περάσει πολύς καιρός. Όπως, επίσης, από το «δεν φιλοδοξούμε
να γίνουμε χώρα παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου» του
Νίκου Δένδια στους πανηγυρισμούς Μητσοτάκη για τις έρευνες
νοτίως της Πελοποννήσου, έχει παρεμβληθεί μόλις ένας χρόνος
και κάτι μήνες.
Με άλλα λόγια, ουδείς έπεσε από τα σύννεφα με το διπλωματικό
φιάσκο της χώρας την περασμένη εβδομάδα στη Λιβύη. Μόνο
που, όλες οι κινήσεις που έχει κάνει (και που δεν έχει κάνει) η
Ελλάδα στο Λιβυκό, είναι ενδεικτικές μίας ανερμάτιστης και
τραγικής εξωτερικής πολιτικής.
Ο Νίκος Δένδιας, ως γνωστόν, κατήγγειλε «αυτοπαγίδευση»
επειδή η υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης που όλη η Ε.Ε.
(μαζί και η Ελλάδα) αναγνωρίζει ως την νόμιμη της χώρας, έμεινε
κλεισμένος στο αεροπλάνο και αναχώρησε. Αρνήθηκε, δηλαδή,
χειραψία με την Λίβυα ομόλογό του, ενώ είχε κλείσει ραντεβού να
δει τον επικεφαλής της… ίδιας κυβέρνησης. Δηλαδή, κατά το
σκεπτικό της «αυτοπαγίδευσης», ο κ. Δένδιας θα ερχόταν προ
τετελεσμένων γεγονότων μόνο εάν συναντάτο με την υπουργό
Εξωτερικών της κυβέρνησης που συνήψε το τουρκολιβυκό
μνημόνιο και όχι όταν θα γινόταν δεκτός από τον επικεφαλής της…
ίδιας κυβέρνησης.
Να ‘ταν, όμως, μόνο αυτό. Πηγή μεγάλων δεινών για τη χώρα είναι
η απλοϊκή λογική «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου», επί
της οποίας η κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει τον στρατάρχη
Χαφτάρ. Τον άνθρωπο, δηλαδή, που θεωρείται το «μακρύ χέρι»
του Πούτιν στη Λιβύη, την ώρα που η Ελλάδα συγκαταλέγεται
μεταξύ των χωρών με την σκληρότερη αντιρωσική στάση στο
Ουκρανικό…
Ο Χαφτάρ ήρθε πριν 2,5 χρόνια στην Αθήνα και έτυχε υποδοχής
που δεν έχει τύχει ούτε αμερικανός πρόεδρος, και κάπως έτσι, η
Ελλάδα έχει απομονωθεί στο Λιβυκό και έχει αποκλειστεί από όλες
τις διπλωματικές διαδικασίες για το ζήτημα. Παρεμπιπτόντως, δεν
κατάφερε ποτέ να κερδίσει στον εμφύλιο και να πάρει την εξουσία,
ώστε να… καταργήσει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, όπως διάφοροι
ήλπιζαν εδώ στην Αθήνα.
Το επεισόδιο της περασμένης εβδομάδας, λοιπόν, ήρθε να
επιδεινώσει έτι περαιτέρω το πρόσωπο της ελληνικής
διπλωματίας, αλλά και να τινάξει στον αέρα την προσπάθεια του
Κυριάκου Μητσοτάκη πριν από ενάμιση χρόνο να αποκαταστήσει
τη σχέση Αθήνας-Τρίπολης, με την επίσκεψη που είχε
πραγματοποιήσει εκεί. Και κάπως έτσι, μέσω αυτής της διαρκούς
ιστορίας χαμένων ευκαιριών και αντιφάσεων, εξηγείται γιατί η
Ελλάδα είναι ο πιο αδύναμος κρίκος στο Λιβυκό και μαθαίνει τα
πάντα από τα ΜΜΕ.