Η Γκίλφοϊλ φέρνει νέα ατζέντα για ενέργεια και ασφάλεια
                Toυ ΛΑΜΠΡΟΥ ΠΑΠΑΔΗ *
Η άφιξη της Κίµπερλι Γκίλφοϊλ στην Αθήνα ως νέας πρέσβειρας των Ηνωµένων Πολιτειών δεν είναι µια τυπική διπλωµατική τοποθέτηση. Είναι µια κίνηση µε σαφή πολιτικά µηνύµατα, τόσο προς το εσωτερικό της Ελλάδας όσο και προς την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η πρώην τηλεοπτική περσόνα και δικηγόρος, γνωστή για τη µαχητική της παρουσία στο περιβάλλον του Ντόναλντ Τραµπ, αναλαµβάνει τα καθήκοντά της σε µια χώρα που προσπαθεί να ισορροπήσει ανάµεσα στη Δύση και τη γειτονική αστάθεια, την ίδια στιγµή που τα ενεργειακά παιχνίδια νοτίως της Κρήτης αποκτούν όλο και µεγαλύτερη βαρύτητα.
Η Γκίλφοϊλ δεν έρχεται απλώς για να «εκπροσωπήσει» την Ουάσινγκτον. Έρχεται για να εποπτεύσει, να διαπραγµατευθεί και, κυρίως, να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα παραµείνει απόλυτα ευθυγραµµισµένη µε την αµερικανική στρατηγική. Το µήνυµα είναι σαφές: η Αθήνα πρέπει να λειτουργεί ως πυλώνας σταθερότητας, να στηρίζει ενεργά τα συµφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή και να επιταχύνει αποφάσεις σε ζητήµατα ενέργειας και άµυνας. Δεν είναι τυχαίο ότι, κατά την ακρόασή της στη Γερουσία, η νέα πρέσβειρα δήλωσε ότι προτεραιότητές της θα είναι η «άµυνα και η ενέργεια». Στο αµερικανικό λεξιλόγιο, αυτές οι δύο λέξεις δεν είναι τεχνοκρατικές· είναι στρατηγικές.
Σύνθετο τοπίο
Η Ελλάδα, ωστόσο, υποδέχεται τη νέα πρέσβειρα σε ένα σύνθετο πολιτικό τοπίο. Εσωτερικά, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιµέτωπη µε µια κοινωνία κουρασµένη από τα συνεχή κύµατα κρίσεων, αλλά και µε την πίεση να αποδείξει ότι η χώρα έχει ισχυρό ρόλο στην περιοχή. Οι αµυντικές δαπάνες βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο στην Ευρώπη, η συµµετοχή στους δυτικούς µηχανισµούς ασφάλειας είναι δεδοµένη, αλλά το ζητούµενο είναι η ουσία: ποια είναι η θέση της Ελλάδας σήµερα; Είναι ανεξάρτητος εταίρος ή εξαρτηµένο προτεκτοράτο;
Στον διεθνή χάρτη, η Ελλάδα βρίσκεται σε µια σπάνια συγκυρία. Από τη µία πλευρά, αναδεικνύεται ως πιθανός ενεργειακός κόµβος της Ανατολικής Μεσογείου, µε την είσοδο της αµερικανικής Chevron στις έρευνες νοτίως της Κρήτης. Από την άλλη, η χώρα καθυστέρησε χαρακτηριστικά να αξιοποιήσει τις δυνατότητές της στα κοιτάσµατα φυσικού αερίου, αφήνοντας πολύτιµο χρόνο να χαθεί. Ενώ η Τουρκία κινούνταν µεθοδικά, πραγµατοποιώντας διερευνητικές γεωτρήσεις και κλείνοντας συµφωνίες µε τις Ηνωµένες Πολιτείες για εξοπλιστικά προγράµµατα, η Αθήνα εγκλωβίστηκε σε µια εσωτερική αδράνεια.
Το αποτέλεσµα είναι ότι η Ουάσινγκτον βλέπει σήµερα δύο διαφορετικούς παίκτες: έναν Ερντογάν που, παρά τις παλινωδίες του, καταφέρνει να εξασφαλίζει διαύλους επικοινωνίας µε τον Λευκό Οίκο και να θέτει στην ατζέντα του Τραµπ τα τουρκικά συµφέροντα, και µια Ελλάδα που παραµένει προβλέψιµη, αλλά χωρίς πρωτοβουλία. Ο Αµερικανός πρέσβης στην Άγκυρα, Τόµας Μπαράκ, επισκέφθηκε επανειληµµένα την Ουάσινγκτον µαζί µε Τούρκους αξιωµατούχους και συνέβαλε στην οργάνωση της πρόσφατης συνάντησης Τραµπ–Ερντογάν µε θέµα τα εξοπλιστικά. Η τουρκική πλευρά κέρδισε χρόνο, προνόµια και στρατηγική προσοχή. Η ελληνική πλευρά κέρδισε… αναµονή.
Υπενθύµιση
Η άφιξη της Γκίλφοϊλ, λοιπόν, δεν είναι απλώς µια διπλωµατική αλλαγή. Είναι µια έµµεση υπενθύµιση ότι η Ουάσινγκτον απαιτεί από την Αθήνα να ανακτήσει χαµένο έδαφος. Οι ΗΠΑ βλέπουν στην Ελλάδα έναν φυσικό σύµµαχο σε µια περιοχή που βράζει -αλλά θέλουν έναν σύµµαχο που κινείται, όχι που περιµένει. Και ο χρόνος δεν είναι µε το µέρος µας: οι ενεργειακές εξελίξεις νοτίως της Κρήτης µπορεί να καθορίσουν όχι µόνο το οικονοµικό, αλλά και το γεωπολιτικό µέλλον της χώρας για δεκαετίες.
Η ελληνική πλευρά έχει, θεωρητικά, όλα τα χαρτιά στα χέρια της: γεωγραφία, σταθερότητα, στρατιωτική συνεργασία µε τις ΗΠΑ, ευρωπαϊκή κάλυψη. Όµως, χωρίς σχέδιο και αποφασιστικότητα, αυτά τα πλεονεκτήµατα µετατρέπονται σε στατικά προνόµια χωρίς αποτέλεσµα. Η Γκίλφοϊλ, µε την πολιτική της εµπειρία και τη στενή σχέση της µε τον Τραµπ, θα επιδιώξει να µετατρέψει την Αθήνα σε ενεργό πεδίο αµερικανικής επιρροής. Το ερώτηµα είναι αν η ελληνική κυβέρνηση θα µπορέσει να διαπραγµατευτεί από θέση ισχύος ή θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ο «καλός µαθητής» που εκτελεί οδηγίες χωρίς να ζητά ανταλλάγµατα.
Η έλευση της νέας πρέσβειρας συµπίπτει µε µια στιγµή όπου η Ελλάδα καλείται να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της: είτε θα γίνει πραγµατικός παράγοντας σταθερότητας, µε δική της στρατηγική και ενεργειακή αυτοπεποίθηση, είτε θα παραµείνει θεατής στις εξελίξεις που καθορίζουν άλλοι. Οι γεωτρήσεις, οι συµµαχίες, οι διπλωµατικές ισορροπίες δεν είναι πια αφηρηµένες έννοιες· είναι ζητήµατα εθνικής κυριαρχίας και οικονοµικού µέλλοντος. Η Ουάσινγκτον έστειλε το µήνυµά της· µένει να δούµε αν η Αθήνα θα το διαβάσει σωστά ή αν θα χάσει ακόµη µια φορά τον χρόνο που της απέµεινε.
* Πολιτικός αναλυτής,
Δηµοσιογράφος
Σχετικά Άρθρα
03/11/2025 - 21:40
03/11/2025 - 21:39
03/11/2025 - 21:37
03/11/2025 - 21:36
Δείτε επίσης