Της Ελένης Τσερεζόλε
Μία από τις χειροπιαστές συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ζει (και) η χώρα μας, με την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, να εκτινάσσεται στα 235,5 ευρώ ανά μεγαβατώρα -αύξηση κατά 34% σε σχέση με τη χθεσινή τιμή. Ενώ και η τιμή του φυσικού αερίου αυξήθηκε χθες κατά 36,1% και διαμορφώθηκε στα 120,9 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Και είμαστε στην αρχή ενός επερχόμενου ράλυ των ενεργειακών τιμών, που θα επιδεινώσει την ακρίβεια.
Η ατυχία για τη χώρα μας βρίσκεται στο γεγονός ότι τα ηνία κρατάει η νεοδεξιά του Κ. Μητσοτάκη που εδώ και μήνες, λειτουργεί ως αμέτοχος παρατηρητής, χωρίς να παρεμβαίνει για να ελαφρύνει τα βάρη των καταναλωτών. Και πλέον, με τις εξελίξεις στην Ουκρανία, η προπαγανδιστική της μηχανή είναι βέβαια ότι θα προσθέσει άλλο ένα επιχείρημα για να δικαιολογήσει την ιδεοληπτική της απραξία.
Δεν είναι έτσι τυχαία η παρατήρηση του Αλέξη Τσίπρα, χθες στην έκτακτη σύσκεψη όπου καταδίκασε απερίφραστα την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία που παραβιάζει την εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της χώρας: «Η κρίση μας βρίσκει με ρεκόρ ακρίβειας σε ενέργεια και καύσιμα», και κάλεσε την «κυβέρνηση να αποκαταστήσει την ενεργειακή ασφάλεια και την επάρκεια φυσικού αερίου».
Δυστυχώς η μέχρι σήμερα δράση της κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν προκαλεί ιδιαίτερη αισιοδοξία για το ενεργειακό (και όχι μόνο) μέλλον καθώς οι κινήσεις της αντί να επιχειρούν να διασφαλίσουν την ενεργειακή αυτάρκεια και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση. Έτσι, ο Κ. Μητσοτάκης από το βήμα του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2019 ανακοίνωνε πρόχειρη και βίαιη απολιγνιτοποίηση, που κατέληξε σε αύξηση της εξάρτησης από ένα άλλο εισαγόμενο ορυκτό καύσιμο, το φυσικό αέριο. Μία επιλογή που ωφέλησε μεν λίγους, τα νέα τζάκια, την πληρώνουμε ωστόσο πολλοί λόγω του υψηλού κόστους του, ήδη πριν από την ουκρανική κρίση. Κυβέρνηση Μητσοτάκη: η ατυχία της χώρας σε τούτες τις κρίσιμες ώρες…