Ενα από τα θύµατα του «σεισµού» της εκλογής Τραµπ ήταν η τρικοµµατική κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς στην Γερµανία. Η σύγκρουση του σοσιαλδηµοκράτη Καγκελαρίου µε τον υπουργό Οικονοµικών του (αρχηγός του νεοφιλελεύθερου FDP) για την πορεία της οικονοµικής πολιτικής της τότε κυβέρνησης, οδήγησε σε πρόωρες εκλογές.
Εκλογές που όλοι προεξοφλούν ότι θα κερδίσει το Χριστιανοδηµοκρατικό Κόµµα (CDU) και ότι επόµενος καγκελάριος θα είναι ο αρχηγός του, Φρίντριχ Μερτς. Και ορθώς τiς χαρακτηρίζουν ως τις πιο κρίσιµες στην ιστορία της µεταπολεµικής Γερµανίας, λόγω της εκρηκτικής ανόδου που παρουσιάζει το ακροδεξιό-λαϊκίστικο κόµµα Εναλλακτική για την Γερµανία, πόσο µάλλον όταν κατά πιθανότητα θα αποτελεί την αξιωµατική αντιπολίτευση στην χώρα!
Σενάρια συγκυβέρνησης
Ο λόγος είναι απλώς: Με βάση τις δηµοσκοπήσεις και τις εκτιµήσεις του διεθνούς Τύπου, είναι σχεδόν βέβαιη η συγκυβέρνηση Χριστιανοδηµοκρατών και Σοσιαλδηµοκρατών (SPD). Ένας κατ’ όνοµα «µεγάλος συνασπισµός», γιατί το SPD δεν θα είναι πλέον µεγάλο κόµµα, καθώς εκτιµάται ότι θα τερµατίσει τρίτο, πίσω από το AfD. Ενδέχεται να χρειαστεί και τρίτο κόµµα για τον σχηµατισµό κυβέρνησης και µε το FDP εκτός Βουλής, πιθανή θεωρείται η είσοδος των Πρασίνων.
Η άλλη λύση είναι οι Χριστιανοδηµοκράτες να αναζητήσουν συνεργασία µε το AfD. Δηλαδή, ο Μερτς να διαρρήξει αυτό που έχει ονοµαστεί ως «τείχος προστασίας», δηλαδή τον αποκλεισµό των ακροδεξιών κοµµάτων από κάθε συζήτηση για τον σχηµατισµό κυβέρνησης και συνεργασίες, όπως παγίως ισχύει στην µεταπολεµική Γερµανία.
Ο Μερτς έσπασε τελικώς το «ταµπού» όταν έφερε πρόταση
νόµου µε αντιµεταναστευτικά µέτρα, την οποία επεδίωξε να περάσει µε τις ψήφους του AfD. Στο Χριστιανοδηµοκρατικό Κόµµα ξέσπασε εσωκοµµατική ανταρσία κατά του Μερτς, την οποία υποστήριξε η «άσπονδη φίλη» του, η πρώην Καγκελάριος και επικεφαλής του κόµµατος Άνγκελα Μέρκελ (το σχέδιο νόµου τελικώς δεν πέρασε).
Τυχόν άνοιγµα του Μερτς στο AfD για κυβερνητική συνεργασία, θα σηµάνει µία ιστορική αλλαγή, όχι µόνο για το Χριστιανοδηµοκρατικό Κόµµα, αλλά για το ίδιο το πολιτικό σύστηµα στην Γερµανία, µε την ΕΕ να γνωρίζει νέους «κραδασµούς», χωρίς να αποκλείεται και διάσπαση του CDU. Θυµίζουµε ότι η διάδοχος της Μέρκελ, Άνεγκρετ Καρενµπάουερ, παραιτήθηκε, όταν στελέχη του CDU ψήφισαν πρωθυπουργό της Θουριγγίας από κοινού µε το AfD.
Από την άλλη, αν ο Μερτς επιλέξει την «πεπατηµένη» και συνεργαστεί µε το κόµµα του ελάχιστα δηµοφιλούς Σολτς, θα έχει περαιτέρω διαρροές στα δεξιά του που θα εκτινάξουν το AfD, ενώ θα βρεθεί και στο στόχαστρο της κυβέρνησης Τραµπ. Βλέπετε, έχουµε ένα ιστορικό πρωτοφανές: Μία Ρεπουµπλικανική κυβέρνηση να µην στηρίζει τους Χριστιανοδηµοκράτες, αλλά ένα κόµµα σαν το AfD, µε τον Ίλον Μασκ και τον Αµερικανό Αντιπρόεδρο Βανς, σχεδόν να απαιτούν να µετέχει στον σχηµατισµό κυβέρνησης!
Ο Μασκ
Ο Μασκ, µιλώντας µέσω τηλεδιάσκεψης σε συγκέντρωση του AfD, ανέφερε πως «επικεντρωνόµαστε υπερβολικά στην ενοχή του παρελθόντος και πρέπει να το προσπεράσουµε» και βεβαίως αναφέρονταν στο ναζιστικό παρελθόν! Ο δε Βανς επέλεξε να συναντήσει την αρχηγό του AfD, Άλις Βάιντελ στο Μόναχο, ψέγοντας τα γερµανικά πολιτικά κόµµατα για το «τείχος αποµόνωσης» απέναντι του!
Με αρχηγό την οµοφυλόφιλη Βάιντελ (µε σύντροφο µάλιστα από την Σρι Λάνκα) το AfD εµφανίζεται µε ένα «µοντέρνο» πρόσωπο, ακολουθώντας τα βήµατα έτερων κοµµάτων του ακροδεξιού ρεύµατος, όπως της Μαρίν Λεπέν ή της Τζόρτζια Μελόνι, αν και στην πραγµατικότητα διαφέρει πολύ από τον Εθνικό Συναγερµό και τα Αδέλφια της Ιταλίας.
Ο γερµανικός και διεθνής Τύπος βοά για τις µυστικές συναντήσεις στελεχών του AfD µε σκληρές οµάδες νεοναζί. Μπορεί οι Εβραίοι στην Γαλλία να ψηφίζουν µαζικά το κόµµα της Λεπέν, αλλά οι εβραϊκές οργανώσεις στην Γερµανία δήλωσαν «σοκαρισµένες» από την νίκη του κόµµατος στην Θουριγγία. Η δε Λεπέν απέπεµψε το AfD από την ευρωοµάδας της λόγω αναθεωρητικών δηλώσεων στελεχών του για τα SS!
Στην πραγµατικότητα η ακροδεξιά ήταν πάντα περιθωριακή στην µεταπολεµική Γερµανία και είχε σχεδόν στο σύνολο της νεοναζιστικά και «συµµορίτικα» χαρακτηριστικά. Απέκτησε δε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση µόλις το 2017, µε το AfD. Δεν έχει, λοιπόν, η γερµανική ακροδεξιά την µακροχρόνια πολιτική εµπειρία του ιταλικού MSI ή του αυστριακού Κόµµατος της Ελευθερίας.
Γέννηµα της οικονοµικής κρίσης
Το AfD είναι γέννηµα θρέµµα της οικονοµικής κρίσης: Ξεκίνησε ως κόµµα νοσταλγών του µάρκου (υποστηρίζοντας τα γνωστά στερεότυπα περί «τεµπέληδων» του Νότου) για να υιοθετήσει στην πορεία µία ακραιφνή αντιµεταναστευτική-αντιϊσλαµική ατζέντα µετά την µεταναστευτική κρίση. Την περίοδο της πανδηµίας, όπου το µεταναστευτικό «έφυγε» προσωρινά από το προσκήνιο, διατήρησε δυνάµεις, αντιτασσόµενο στο lockdown και τον υποχρεωτικό εµβολιασµό.
Οι τεκτονικές συνέπειες που επέφερε ο πόλεµος στην Ουκρανία για τη γερµανική οικονοµία ήταν η τρίτη κρίση που «τροφοδότησε» τις δυνάµεις του AfD, το οποίο αντιτάσσεται στις κυρώσεις έναντι της Ρωσίας (τις οποίες πληρώνει πολύ ακριβά η ίδια η Γερµανία).
Πλέον το AfD, που βρίσκεται και στο «µικροσκόπιο» των οµοσπονδιακών αρχών, επιστρέφει στον ριζοσπαστισµό της πρώτης περιόδου του: Υποστηρίζει την έξοδο της Γερµανίας από την ΕΕ, στα πρότυπα του Brexit και υιοθετεί αντιαµερικανική (όχι βεβαίως αντιτραµπική) ρητορική, ισχυριζόµενο πως η Γερµανία έχει καταντήσει «αποικία» των ΗΠΑ, λόγω της «υποτελούς» στάσης της στο Ουκρανικό. Ένα «καρφί» και για τον Μερτ που είναι ένθερµος υποστηρικτής του Κιέβου, κάτι που στην εποχή Τραµπ δεν αποτελεί πλεονέκτηµα…

* Αναλυτής
Διεθνών Θεµάτων,
Δηµοσιογράφος