Γιάννης Μπασιάς: Ηλεκτρικές Δυσλειτουργίες στην Ιβηρική

Η εξέλιξη αυτή υπογραµµίζει την ευαλωτότητα των συστηµάτων µε υψηλή διείσδυση ΑΠΕ, ειδικά όταν η σύνδεσή τους µε ευρύτερα δίκτυα είναι ασθενής

Tο µπλακ άουτ της 28ης Απριλίου υπογράµµισε την κρίσιµη ανάγκη για αξιόπιστη παροχή ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς διαταράχθηκαν βασικές λειτουργίες όπως τηλεπικοινωνίες, τραπεζικές συναλλαγές και συγκοινωνίες. Η Ιβηρική χερσόνησος διαθέτει υψηλή διείσδυση ανανεώσιµων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), αλλά η σύνδεσή της µε το ευρωπαϊκό δίκτυο είναι ασθενής. Τη στιγµή του συµβάντος, οι ΑΠΕ κάλυπταν το 82% της παραγωγής, περιορίζοντας την συµβολή των διαθέσιµων θερµικών µονάδων που θα µπορούσαν να εξισορροπήσουν τυχόν διακυµάνσεις στη ζήτηση και την προσφορά. Επιπλέον, η αυξηµένη ανταλλαγή ενέργειας µε τη Γαλλία επιδείνωσε την ευαισθησία του συστήµατος.

Το συµβάν φαίνεται να ξεκίνησε από ταλαντώσεις χαµηλής συχνότητας, ένα ηλεκτροµηχανικό φαινόµενο που µπορεί να προκαλέσει αστάθεια στο δίκτυο. Στη συνέχεια, για αδιευκρίνιστους λόγους, υπήρξε απώλεια 15 γιγαβατώρων από φωτοβολταϊκά πάρκα στη νοτιοδυτική Ισπανία λόγω πτώσης τάσης, οδηγώντας σε ξαφνικό έλλειµµα ισχύος. Αυτό είχε ως άµεση συνέπεια την αποκοπή του Ισπανικού δικτύου από το ευρωπαϊκό σύστηµα, αφήνοντας την Ιβηρική, µαζί µε την Πορτογαλία και ένα µικρό µέρος του Μαρόκου, αποµονωµένη για αρκετές ώρες. Η εξέλιξη αυτή υπογραµµίζει την ευαλωτότητα των συστηµάτων µε υψηλή διείσδυση ΑΠΕ, ειδικά όταν η σύνδεσή τους µε ευρύτερα δίκτυα είναι ασθενής.

Η διείσδυση των ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστηµα

Η µεγάλη διείσδυση των ανανεώσιµων σε ένα ηλεκτρικό σύστηµα επιφέρει µοιραία τη µείωση της συµµετοχής των θερµικών σταθµών και οδηγεί τα συστήµατα να λειτουργούν πιο κοντά στα φυσικά τους όρια διαταράσσοντας την ευστάθειά τους. Η κατάσταση αυτή υπογραµµίζει τις δυσκολίες διαχείρισης του ευµετάβλητου χαρακτήρα της παραγωγής ανανεώσιµης ενέργειας. Νέες συνθήκες λειτουργίας απαιτούν την αναθεώρηση των κανόνων και πρακτικών λειτουργίας των συστηµάτων ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης. Προτού η ΕΕ εφαρµόσει µια πολιτική µηδενικών καθαρών εκποµπών, χρειάζονται σηµαντικές επενδύσεις για τη συντήρηση και την επέκταση των δικτύων, διασφαλίζοντας την αξιοπιστία τους και αποτρέποντας µελλοντικές διαταραχές. Γίνεται απαραίτητη η ενίσχυση των δικτυακών υποδοµών, η εγκατάσταση συστηµάτων αποθήκευσης ενέργειας (κυρίως µπαταριών), και η προσθήκη συσκευών που αυξάνουν την αδράνεια του συστήµατος, όπως οι σφόνδυλοι αδράνειας και οι σύγχρονοι συµπυκνωτές, ιδιαίτερα σε περιόδους περιορισµένης θερµικής παραγωγής. Μέχρι να υλοποιηθούν αυτές οι αναβαθµίσεις, η προσεκτική διαχείριση των ΑΠΕ από τους διαχειριστές είναι απαραίτητη. Σε επίπεδο κόστους και κοινωνικής αποδοχής, τα υψηλά τιµολόγια µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν σηµαντικό εµπόδιο στην υλοποίηση των απαραίτητων αναβαθµίσεων και επενδύσεων. Ένα µεγάλο µέρος των τελών κατευθύνεται προς τους φορείς εκµετάλλευσης δικτύων, αντί για τους σταθµούς ηλεκτροπαραγωγής, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη διασυνοριακών γραµµών µεταφοράς οδηγώντας στην έλλειψη ανεξάρτητων τοπικών κόµβων, την εγκατάσταση συστηµάτων αποθήκευσης ενέργειας και εφεδρικών γεννητριών βιοµηχανικής κλίµακας.

Η Γεωπολιτική των Ενεργειακών Δικτύων

Η αλληλεξάρτηση των κρατών έχει διαµορφώσει µια νέα ενεργειακή γεωπολιτική, όπου η σταθερότητα και η επάρκεια εφοδιασµού εξαρτώνται από ανθεκτικά και καλά διασυνδεδεµένα δίκτυα. Η ύπαρξη «αποµονωµένων ενεργειακών νησίδων», όπως η Κύπρος και η Ελλάδα, που δεν διαθέτουν ισχυρή σύνδεση µε το ηπειρωτικό ευρωπαϊκό δίκτυο, υπογραµµίζει τον κίνδυνο διαταραχών.

Όσον αφορά στη Βόρεια Ευρώπη, το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστηµάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας δηµοσίευσε πρόσφατα µελέτη που διεξήχθη βάσει της νοµοθεσίας της ΕΕ από διαχειριστές συστηµάτων µεταφοράς από την Κεντρική Ευρώπη και τη Σκανδιναβική Ζώνη. Η µελέτη αποσκοπούσε στη µεγιστοποίηση της οικονοµικής αποδοτικότητας και των συναλλαγών µεταξύ ζωνών, διατηρώντας παράλληλα την ασφάλεια του εφοδιασµού. Ωστόσο, όπως επισηµάνθηκε σε προηγούµενες αναλύσεις, οι διασυνδέσεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη παραµένουν σε εκκρεµότητα για τα έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης GIS µεταξύ Ισραήλ, Κύπρου και Ελλάδας και GREGY µεταξύ Αιγύπτου και Ελλάδας.

Η Τουρκία, µαζί µε τη Βουλγαρία, τη Γεωργία και το Αζερµπαϊτζάν, υπέγραψαν στις αρχές Απριλίου µια τετραµερή συµφωνία στο Μπακού για τη δηµιουργία ενός « Πράσινου Ενεργειακού Διαδρόµου ». Αυτός ο διάδροµος θα συνδέει την Κασπία Θάλασσα µε τα Βαλκάνια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιτρέποντας τη µεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης. Το έργο ευθυγραµµίζεται µε τις προσπάθειες της ΕΕ για διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και ενίσχυση της περιφερειακής ενεργειακής ασφάλειας. Η κίνηση της Τουρκίας παρουσιάζει µια εναλλακτική στρατηγική στα ενεργειακά έργα των ανταγωνιστών της Ελλάδας, Ισραήλ και Κύπρου. Είναι άξιο παρατήρησης ότι η ΕΕ εξέφρασε πρόσφατα την υποστήριξή της για το έργο GREGY, αφήνοντας σε δεύτερη προτεραιότητα την διασύνδεση GIS.

Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ο Καναδάς αποµακρύνεται από την ενεργειακή εξάρτηση από τις Ηνωµένες Πολιτείες, µε τη στήριξη µιας ευρείας πολιτικής συναίνεσης. Διαθέτοντας τα τρίτα µεγαλύτερα αποδεδειγµένα αποθέµατα πετρελαίου παγκοσµίως, µετά τη Βενεζουέλα και τη Σαουδική Αραβία, η πετρελαϊκή βιοµηχανία του Καναδά συνεχίζει να αναπτύσσεται, ενισχύοντας την ενεργειακή ανεξαρτησία και την ασφάλεια εφοδιασµού. Η χώρα εξετάζει τις δυνατότητες εξαγωγής υγροποιηµένου φυσικού αερίου µέσω του Ειρηνικού Ωκεανού, την επέκταση των υδροηλεκτρικών της σταθµών και την αξιοποίηση κρίσιµων ορυκτών, τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα. Την ίδια στιγµή, στην Ασία, η Κίνα έχει αναπτύξει προηγµένες τεχνολογίες παρέµβασης σε υποθαλάσσια καλώδια, συµπεριλαµβανοµένων µεθόδων αποκοπής καλωδίων σε βάθη που φτάνουν τα 4.000 µέτρα, υπερβαίνοντας το επιχειρησιακό εύρος των περισσότερων υφιστάµενων υποδοµών. Αυτές οι εξελίξεις αναδεικνύουν τη σηµασία των θαλάσσιων ανταγωνισµών στην παγκόσµια ενεργειακή γεωπολιτική, στις επικοινωνίες και στην ασφάλεια.

Ενεργειακές Διασυνδέσεις: Από την Οικονοµία στη Γεωπολιτική

Καθώς τα ενεργειακά δίκτυα γίνονται πιο διασυνδεδεµένα, συµβάλλουν στην οικονοµική σταθερότητα και τη συνεργασία, εξασφαλίζοντας τη διανοµή ηλεκτρικής ενέργειας και καυσίµων. Ωστόσο, αυτή η αλληλεξάρτηση συνοδεύεται από τεχνικές, πολιτικές και στρατιωτικές ευπάθειες που θέτουν σε κίνδυνο κρίσιµες υποδοµές. Σε αντίθεση µε τα ορυκτά καύσιµα ή την πυρηνική ενέργεια, που παρέχουν σταθερή ισχύ, η ηλιακή και η αιολική παραγωγή χαρακτηρίζονται από διακυµάνσεις, απαιτώντας προηγµένες λύσεις αποθήκευσης και εξισορρόπησης. Παράλληλα, τα δίκτυα µεταφοράς αντιµετωπίζουν αυξανόµενους κινδύνους κυβερνοασφάλειας, καθώς εχθρικοί παράγοντες µπορούν να αποσταθεροποιήσουν τη λειτουργία τους. Επιπλέον, η διαχείριση των µεγάλων ενεργειακών δικτύων προσδίδει στις χώρες στρατηγική ισχύ, επιτρέποντάς τους να καθορίζουν την πρόσβαση στον εφοδιασµό, την τιµολόγηση και τις επενδύσεις µέσω της λεγόµενης «διπλωµατίας των αγωγών». Οι συµφωνίες διαµετακόµισης ενέργειας µπορούν είτε να ενισχύσουν διεθνείς συµµαχίες είτε να τροφοδοτήσουν γεωπολιτικές εντάσεις.

* Ενεργειακός Επιθεωρητής,
π. Προέδρος και Διευθύνων Σύµβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων ΑΕ (EΔEY)

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή