Του Σαράντου Θεοδωρόπουλου από την Κυριακάτικη Kontranews
Μια από τις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας μας ήταν οι Επιτροπές Δημόσιας Ασφάλειας, που διέτασσαν τη διοικητική εκτόπιση( εξορία) του οποιουδήποτε ως διοικητικό μέτρο και χωρίς ποινική απόφαση για λόγους Εθνικής ή Δημόσιας Ασφάλειας,.
Ο Εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας περιγράφει γλαφυρά την προβληματικά διαδικασία ενώπιον των επιτροπών στο βιβλίο του «Το Σημειωματάριο ενός Πιλάτου». Ο διοικητής της Χωροφυλακής κάθε Νομού εισήγαγε υποθέσεις με αίτημα εκτόπισης «επικινδύνων» στην επιτροπή του με αιτιολογία « από πληροφορίες της υπηρεσίας μας οι ανωτέρω εμφορούνται από ανατρεπτικές ιδέες για το κοινωνικό καθεστώς, είναι σημαίνοντα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος, αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια και πρέπει να εκτοπισθούν για ένα έτος», χωρίς να παρατίθενται πραγματικά περιστατικά ή αποδείξεις , που δικαιολογούσαν την κρίση, ή τις υποψίες .
Ο διορισμένος Νομάρχης πρότεινε με στόμφο στον Πρωτοδίκη και τον Εισαγγελέα που συμμετείχαν « Να γίνει δεκτή η πρόταση! Έχετε αντίρρηση;» . Από προσήλωση στο καθεστώς, ή από φόβο για την υπηρεσιακή τους οι Δικαστικοί συγκατένευαν και οι «επικίνδυνοι» εκτοπίζονταν στους τόπους εξορίας για ένα έτος όπου έλιωναν για χρόνια, αφού η εκτόπιση ανανεωνόταν κάθε έτος.
Τα δημοσιεύματα για τις διαδικασίες ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής αποκάλυψαν αναλογίες στα αιτήματα για τις επισυνδέσεις .
Η παρακολούθηση της επικοινωνίας, δεν είναι, βέβαια, καταναγκαστικό μέτρο ίσης τάξεως με την εκτόπιση, αλλά η διαδικασία που ακολουθείται σήμερα είναι ακόμη πιο προβληματική. Την απόφαση της επιτροπής ασφαλείας έχει αντικαταστήσει διάταξη της Εισαγγελέως Πρωτοδικών που είναι αποσπασμένη στην ΕΥΠ, η διάταξη και το αίτημα καλύπτονται εσαεί από απόρρητο , ενώ οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν μπορούν να καταστρέφονται χωρίς συνέπειες.
Η προστασία της Εθνικής Ασφάλειας, δηλαδή η επιβουλή της Λαϊκής Κυριαρχίας , της Εδαφικής Ακεραιότητας , των Ειρηνικών Σχέσεων με άλλα κράτη και των θεμελιωδών λειτουργιών της Δημοκρατίας είναι οπωσδήποτε υψηλής σημασίας που τυποποιούνται ως τα πλέον σοβαρά και αντικοινωνικά ποινικά αδικήματα, από τα προβλεπόμενα στα άρθρα 134 έως 200 του ΠΚ
Δεν είναι δυνατό κάποιος να επιβουλεύεται την Εθνική Ασφάλεια και να μην παρανομεί. Όσοι, μάλιστα, συμμετέχουν, ακόμη και με τον πιο χαλαρό τρόπο, σε μία τέτοια οργανωμένη προσπάθεια είναι δυνατό να διωχθούν και με τις δρακόντειες διατάξεις των άρθρων 187, 187Α και 187Β ΠΚ .
Επομένως, η διερεύνηση, η αποκάλυψη και η δίωξη αυτών των αδικημάτων είναι, κατ΄αρχήν μια αστυνομική και ανακριτική διαδικασία.
Αυστηρότερη μυστικότητα , ή επέμβαση σε θεμελιώδη δικαιώματα, όπως στο απόρρητο της επικοινωνίας, είναι δυνατό να δικαιολογείται αφενός μεν ότι για κάποια αδικήματα αρκούν για τη δίωξη η προπαρασκευαστικές πράξεις ( π.χ. Εσχάτη Προδοσία) , ή αν οι ερευνώμενοι είναι εκπαιδευμένοι, διαθέτουν τεχνικά μέσα , ή , εν τέλει , διότι η διερεύνησή τέτοιων πράξεων μπορεί να έχει επιπτώσεις στη διεθνείς σχέσεις της χώρας .
Οι πράξεις επιβουλής της εθνικής ασφάλειας παραμένουν , όμως, ποινικά αδικήματα , ενώ η διερεύνησή τους από ειδικές υπηρεσίες, η με ειδική και εξαιρετική διαδικασία δεν θα πρέπει να παρακάμπτει τις εγγυήσεις του το ποινικού δικονομικού δικαίου, που είναι εφαρμοσμένο συνταγματικό δίκαιο.
Θα πρέπει να νομοθετηθεί αρμοδιότητα του κατά τόπο αρμόδιου Δικαστικού Συμβουλίου για την έγκριση των πράξεων αυτών με βούλευμα. Οι διωκτικές αρχές θα πρέπει να τεκμηριώνουν τις υποψίες και τα αιτήματά τους με αποδεικτικά στοιχεία ώστε το Βούλευμα να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη . Το ενδεχόμενο εύλογο χρονικό διάστημα για το οποίο θα κρίνεται απαραίτητο το απόρρητο , θα πρέπει να περιλαμβάνονται υποχρεωτικά στο διατακτικό του Βουλεύματος.
Αυτή η διαδικασία θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική και να επέβαλε στην αρμόδια υπηρεσία μία αίσθηση σοβαρότητας. Η σημερινή δυνατότητα να εγκρίνονται αυθημερόν 40-70 αιτήματα επισυνδέσεων δεν θα υπήρχε. Οι υπηρεσίες θα έπρεπε να επικεντρώνονται στις σοβαρές και πραγματικά επικίνδυνες υποθέσεις.
Έτσι μπορεί να αποφευχθεί στο μέλλον το φαινόμενο που αποκάλυψε η λειτουργία της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τις Υποκλοπές . Το αντιδημοκρατικό, δηλαδή, υπόδειγμα απορρύθμισης του Δικαίου, όπου με πρόσχημα το απόρρητο καλύπτεται, δυσανάλογα και κατ΄αρέσκεια, το οποιοδήποτε κυβερνητικό συμφέρον της έλλειψης διαφάνειας και λογοδοσίας.
* Δικηγόρος, Μέλος Κ.Ε. ΜέΡΑ25