Tου ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΙΣΤΟΛΑ*
Στις ευρωεκλογές του 2019 το κύριο θέμα συζήτησης ήταν η πράσινη μετάβαση. Πέντε χρόνια, μια πανδημία και έναν πόλεμο αργότερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην. Ζητούμενο πλέον για τους πολίτες της Ευρώπης είναι η ασφάλεια σε όλους τους τομείς. Στην οικονομία επιζητούν ένα δίχτυ ασφαλείας καθώς η κρίση αγοραστικής δύναμης δεν έχει φύγει πλήρως, στα σύνορα αναζητούν την προστασία τους καθώς βλέπουν εισροές μεταναστών από στεριά και θάλασσα, στην καθημερινότητά τους την προσωπική τους ασφάλεια απέναντι στην εγκληματικότητα που αυξάνεται αλλά και την προστασία του τρόπου ζωής τους.
Η βιβλιογραφία της συμπεριφοράς ψηφοφόρου μας λέει πως όταν κρίσεις στην οικονομία και στα ταυτοτικά ζητήματα παντρεύονται οι ψηφοφόροι πηγαίνουν προς συντηρητικά κόμματα. Αυτό είναι λογικό καθώς αυτά είναι που «πουλάνε» την ασφάλεια σε όλους τους καιρούς. Από την άλλη τα αριστερά κόμματα μπορεί σε επίπεδο οικονομίας να προσφέρουν κι αυτά συνταγές που εξασφαλίζουν ασφάλεια αλλά σε ταυτοτικά ζητήματα βρίσκονται απέναντι στις τάσεις των εκλογικών σωμάτων των χωρών τους. Έτσι, τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε μια συνεχώς αυξανόμενη τάση δημοσκοπικής και εκλογικής ανόδου των συντηρητικών κομμάτων και κυρίως της αντισυμβατικής πτέρυγας αυτών. Τα παραδείγματα είναι πολλά, με κυριότερα την Ιταλία και τη Σουηδία όπου αντισυμβατικά συντηρητικά κόμματα βρίσκονται στην κυβέρνηση. Πιο πρόσφατο παράδειγμα η Πορτογαλία όπου το Chega σχεδόν τριπλασίασε τα ποσοστά του, και από το 7% του 2021 έφτασε στο 18% της περασμένης Κυριακής.
Η κάλπη των ευρωεκλογών όπου η διακύβευμα δεν είναι η διακυβέρνηση των κρατών μελών της ΕΕ είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τα αντισυμβατικά συντηρητικά κόμματα (κάποια εκ των οποίων έχουν ακραίες τοποθετήσεις) να καταδείξουν σημαντική άνοδο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό διότι οι ψηφοφόροι τείνουν να ψηφίζουν σε ένα βαθμό με περισσότερο ιδεολογικά κριτήρια παρά κριτήρια κυβερνησιμότητας. Επίσης, συνήθως η κάλπη αυτή συνδέεται και με αυξημένη αποχή, σε σχέση με κάλπη βουλευτικών εκλογών, αλλά και με χαλαρή ψήφο και ψήφο διαμαρτυρίας – τιμωρίας. Οι δημοσκοπήσεις μάλιστα δείχνουν πως το ID περνάει καθαρά τρίτο και το ECR παλεύει για την τέταρτη θέση (ID και ECR είναι οι δύο ευρωομάδες στα δεξιά του ευρωπαϊκού λαϊκού κόμματος) με τους φιλελεύθερους να κινδυνεύουν να περάσουν στην πέμπτη θέση, από την τρίτη του 2019.
Αυτό σε σημαντικό βαθμό επιτυγχάνεται διότι πολλά από τα κόμματα που ανήκουν στην οικογένεια του ευρωπαϊκού λαϊκού κόμματος, σε μια προσπάθεια να ανταγωνιστούν σοσιαλδημοκράτες και φιλελεύθερους, έχουν βρεθεί σε κοινωνικά ζητήματα βρίσκονται απέναντι από την τάση των συντηρητικών ψηφοφόρων αλλά και έχουν πάρει σε ζητήματα όπως το μεταναστευτικό και η εγκληματικότητα πιο ήπιες τοποθετήσεις από αυτές που ζητούν τα εκλογικά σώματα των χωρών τους. Και όταν αυτό γίνεται για χρόνια και στις συνεχείς εκκλήσεις των ψηφοφόρων τους οι πολιτικοί των κομμάτων αυτών κωφεύουν, τότε οι ψηφοφόροι θα ψάχνουν να βρουν εναλλακτικές. Να το πω πιο απλά: Όταν ένας πολίτης πηγαίνει στη λαϊκή να αγοράσει λεμόνια πρώτα θα πάει στον αγαπημένο του πωλητή. Εάν δει πως δεν έχει στον πάγκο του λεμόνια, τότε θα ψάξει να βρει σε άλλο πάγκο. Εάν μόνο ένας πωλητής έχει λεμόνια στον πάγκο του τότε θα αγοράσει από αυτόν διότι δεν έχει άλλη επιλογή. Χρειάζεται να συμπαθεί τον πωλητή; Όχι. Δεν απαιτείται καν να τον ξέρει. Αγοράζει τα λεμόνια που πουλάει διότι αυτά χρειάζεται. Το εάν αυτά τα λεμόνια αποδειχθούν χαλασμένα θα το δει όταν τα κόψει στο σπίτι. Η αγορά όμως θα έχει ήδη γίνει.
Για να σταματήσει αυτή η άνοδος των αντισυμβατικών συντηρητικών κομμάτων θα πρέπει αρκετά από τα κόμματα της οικογένειας του ευρωπαϊκού λαϊκού κόμματος να κάνουν μετατόπιση προς μια πιο σκληρή γραμμή, κοντά στη γραμμή Βέμπερ, όσον αφορά κυρίως το μεταναστευτικό, που σε κεντρική και βόρεια Ευρώπη είναι σε υψηλή θέση (σε κάποιες χώρες ακόμα και πρώτο) στα βασικά κριτήρια ψήφου. Με άλλα λόγια θα πρέπει να βάλουν λεμόνια στον πάγκο τους. Σε αντίθετη περίπτωση, και με δεδομένο πως οι τάσεις στα εκλογικά σώματα θα συνεχιστούν, καθώς τα προβλήματα – πληθωρισμός και μεταναστευτικό – θα παραμείνουν, οι ευρωεκλογές του 2024 θα αποτελέσουν έναν σημαντικό προσεισμό πριν έρθει ο κύριος σεισμός το 2029.
* Πολιτικός επιστήμονας,
Εκλογολόγος
Από την Κυριακάτικη Kontra News της Κυριακής 17 Μαρτίου 2024
