Ο πολυσυζητηµένος ανασχηµατισµός «έκλεισε» και λίγες µέρες πριν έκλεισε και η πρόταση µοµφής που κατέθεσαν τα κόµµατα της αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Πλεύση Ελευθερίας κ.ά.).
Ωστόσο δεν φαίνεται ότι εύκολα θα αλλάξει η κοινωνική, οικονοµική και πολιτική πραγµατικότητα. Εκτός και αν γίνουν «θαύµατα» µε βαθιές τοµές και ριζικές αλλαγές πολιτικής πρωτίστως για την Κυβέρνηση αλλά και για τα κόµµατα της αντιπολίτευσης και κυρίως τα κόµµατα της Κεντροαριστεράς.
Το θέµα της τραγωδίας των Τεµπών είναι ακόµα στην πρώτη γραµµή της επικαιρότητας και αν η Κυβέρνηση, η «ανασχηµατισµένη» Κυβέρνηση, δεν αλλάξει τον τρόπο διαχείρισης του, εκτιµώντας ότι µε τον ανασχηµατισµό αλλάζει ατζέντα, τότε θα το βρίσκει συνεχώς µπροστά της και θα συνεχίσει να την τραυµατίζει πολιτικά.
Η καθηµερινότητα των πολιτών, µε την ακρίβεια, την κρίση στέγης, τα προβλήµατα στο Εθνικό Σύστηµα Υγείας, τις ανατιµήσεις κ.α, αλλάζει µόνο µε γενναία επαναπροσέγγιση των καυτών αυτών θεµάτων και αναπροσανατολισµό των πολιτικών που ακολουθούνται και δεν απέδωσαν, αλλά αντίθετα όξυναν αυτά τα προβλήµατα.
Η εξωτερική πολιτική, όσο και θεωρείται θέµα υψηλής πολιτικής, προβληµατίζει τους πολίτες που αναζητούν ευελιξία και σηµαντικό ρόλο της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή.
Η Κυβέρνηση, φθείρεται καθηµερινά και δεν είναι σίγουρο ότι ένας ανασχηµατισµός µπορεί να «φρενάρει» αυτή την φθορά, εκτός και αν µαζί µε τα πρόσωπα αλλάξουν και οι πολιτικές.
Το Μαξίµου, «ανασαίνει», γιατί απέναντι του έχει µια κατακερµατισµένη και αναποτελεσµατική αντιπολίτευση. Ένα γαλαξία µικροµεσαίων και µικρών κοµµάτων που δύσκολα συνεννοούνται µεταξύ τους και ακόµα πιο δύσκολα φαίνεται ότι θα «εγκαταλείψουν» την περιχαράκωση τους, θα ανοιχτούν στην κοινωνία και θα ανασυγκροτηθούν.
Η Κεντροαριστερά, ο λεγόµενος προοδευτικός χώρος, µε εκφραστές αυτές τις ώρες το ΠΑΣΟΚ. τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά, αδυνατούν έστω και κατά µόνας να παρουσιάσουν µια συγκροτηµένη εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Να πείσουν τους πολίτες πως µπορεί κάποιο από αυτά τα κόµµατα να αποτελέσει το «αντίπαλον δέος» της ΝΔ και την εναλλακτική λύση.
Και αν κατά µόνας κανένα από τα προαναφερθέντα κόµµατα δεν έχει καταφέρει να αποτελέσει το «αντίπαλον δέος» της Δεξιάς Παράταξης, το κρίσιµο ερώτηµα είναι, αν καταφέρουν να συνεργαστούν µεταξύ τους ώστε µέσα από διαδικασίες προγραµµατικής σύγκλισης να προχωρήσουν στη συγκρότηση ενός αξιόπιστου πόλου κυβερνητικής εναλλαγής.
Το όλο εγχείρηµα φαίνεται για την ώρα εξαιρετικά δύσκολο καθώς πέραν από διάφορες εκκλήσεις και πρωτοβουλίες περί συνεργασίας, κάθε κόµµα για την ώρα προσπαθεί να ενδυναµωθεί και να περιχαρακωθεί.
Όµως το πλέον σοβαρό είναι είτε κατά µόνας, είτε σε συνεργασία και συγκλίσεις, πως θα πείσουν την κοινωνία ότι έχουν καθαρές και ρεαλιστικές προτάσεις και θέσεις για τα µείζονα ζητήµατα.
Η διαχείριση των µεγάλων προβληµάτων που ταλανίζουν την κοινωνία, αλλά και η υπέρβαση της κρίσης αντιπροσώπευσης που σωβεί στο πολιτικό σύστηµα, είναι µεγάλες προκλήσεις και δεν αντιµετωπίζονται µόνο µε εξαγγελίες και σκληρή καταγγελτική γραµµή. Χρειάζονται σοβαρές προσεγγίσεις, τολµηρές και ρεαλιστικές προτάσεις και κυρίως γείωση στην κοινωνία.
Οι επόµενοι µήνες θα κρίνουν πολλά και για την Κυβέρνηση και για την κεντροαριστερή αντιπολίτευση.