Της Ελένης Τσερεζόλε
Σε άλλη μια επίδειξη προεκλογικού καιροσκοπισμού και όψιμου ενδιαφέροντος ο Πρωθυπουργός επέλεξε τα φιλικά Νέα, για να δείξει υποκριτικό ενδιαφέρον για το ζήτημα των γυναικοκτονιών, εμμένοντας παράλληλα στην απόρριψη της νομικής κατοχύρωσης του όρου, όπως ζητά η δημοκρατική αντιπολίτευση. Κρίνοντας επικοινωνιακά ότι η συγκυρία προσφέρεται, λόγω του αυξανόμενου αριθμού των γυναικοκτονιών, ο πρωθυπουργός έκανε σχετική παρέμβαση το Σάββατο με τίτλο «Ας δώσουμε νόημα στον όρο «γυναικοκτονία».
Διαβάζοντας ο αναγνώστης τις 898 λέξεις του άρθρου διαπιστώνει αμέσως ότι πρόκειται για άλλη μία άσκηση αυτοπροβολής, προώθησης του κυβερνητικού έργου και απόρριψης του όρου «γυναικοκτονία».
Κείμενο διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, καθώς η αλλαγή του οικογενειακού δικαίου που ψήφισε η κυβέρνησή του αντί να λύσει τα προβλήματα, τα επιτείνει. Κουβέντα από τον κ. Μητσοτάκης για το οργανώσεων που τόνιζαν ότι δεν χρειάζεται αλλαγή του οικογενειακού δικαίου που συχνά προκαλεί ενδοοικογενεικές συγκρούσεις, γυναικοκτονίες, κακοποιήσεις παιδιών, αλλά εφαρμογή του νόμου για τα Οικογενειακά Δικαστήρια. «Επιμείνατε στην ικανοποίηση του λόμπι των οικονομικά εύρωστων εκδικητικών πατεράδων», παρατηρούσε στις 30 Σεπτεμβρίου, μια μέρα πριν από την πρωθυπουργική παρέμβαση, η «Πρωτοβουλία κατά των Γυναικοκτονιών», απευθυνόμενη στον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Τσιάρα, σχολιάζοντας τον σχετικό νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση: «Αυτό το νομικό ιδεολόγημα που έχει οπλίσει το χέρι δεσποτικών και πατριαρχικών αφεντάδων που θεωρούν την ανθρώπινη ύπαρξη ιδιοκτησία τους, επειδή είναι άλλου φύλου, επειδή είναι μικρής ηλικίας, επειδή απλώς το είπαν αυτοί». Βέβαια ο κ. Μητσοτάκης δηλώνει δήθεν «ανοικτός» σε προτάσεις, όμως στην πραγματικότητα προκρίνει την εικόνα του. Αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο τα αναγκαία: το ισχυρό υποστηρικτικό πλαίσιο για τα θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, την αλλαγή συμπεριφοράς των Αρχών απέναντι στις καταγγελίες γυναικών για κακοποίηση, τις δομές υποδοχής κακοποιημένων γυναικών, κ.ά. Καμία έκπληξη από τον Πρωθυπουργό της επικοινωνίας και όχι της ουσίας.