2026: Το τέλος του πολέµου, η αρχή των ευρωπαϊκών ψευδαισθήσεων
Toυ ΛΑΜΠΡΟΥ ΠΑΠΑΔΗ *
Ο πόλεµος στην Ουκρανία εισέρχεται πλέον στην πιο σκοτεινή, αλλά ίσως και την πιο καθοριστική φάση του. Τρία χρόνια µετά τη ρωσική εισβολή, η Ευρώπη εξακολουθεί να κινείται χωρίς πυξίδα, εγκλωβισµένη σε µια στρατηγική που περισσότερο θυµίζει αυτοµατισµό παρά συνειδητή πολιτική απόφαση. Κι όµως, το τέλος αυτής της σύγκρουσης δεν θα έρθει επειδή η ΕΕ το θέλει, ούτε επειδή η Ουκρανία µπορεί να ανατρέψει τα δεδοµένα στο πεδίο. Θα έρθει όταν η Ρωσία θεωρήσει ότι έχει επιτύχει τους επιχειρησιακούς της στόχους. Και αυτό, όσο κι αν ενοχλεί τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, σηµαίνει ότι το 2026 -ίσως νωρίς την άνοιξη- ο Βλαντίµιρ Πούτιν θα εµφανιστεί στη ρωσική κοινή γνώµη για να δηλώσει πως «η αποστολή ολοκληρώθηκε».
Η ανάλυση δεν είναι ευκολόπιστη ούτε κυνική. Είναι, απλώς, ρεαλιστική. Η Μόσχα έχει προσανατολίσει όλες τις στρατιωτικές της δυνάµεις στη σταδιακή, σταθερή και µεθοδική κατάληψη του συνόλου του Ντονµπάς. Όσο οι µήνες περνούν, το ρωσικό στρατιωτικό αποτύπωµα επεκτείνεται. Η Ουκρανία, παρά την ηρωική αντίσταση των στρατιωτών της, καταπονείται από την ανθρώπινη και οικονοµική αιµορραγία. Οι δυτικές παραδόσεις οπλισµού αργούν, αποσυντονίζονται από γραφειοκρατίες και πολιτικές εµπλοκές, ενώ η Ευρώπη κουράζεται ολοένα και περισσότερο να χρηµατοδοτεί έναν πόλεµο που δείχνει ατελείωτος.
Οι ΗΠΑ
Και την ίδια στιγµή, οι ΗΠΑ, παρά τις εσωτερικές τους αντιφάσεις, παρουσίασαν το περιβόητο σχέδιο ειρήνης 28 σηµείων. Μια συµφωνία που -αν µη τι άλλο- επιχειρούσε να ανοίξει έναν δίαυλο εκτόνωσης. Όµως η Ευρώπη προτίµησε να το αγνοήσει, για λόγους που αγγίζουν περισσότερο την ψυχολογία παρά τη στρατηγική: ένας συνδυασµός φόβου, ιδεολογικής εµµονής και µιας παράξενης αντίληψης ότι το «τράβηγµα του σχοινιού» θα πιέσει τη Ρωσία σε υποχώρηση. Αλλά η ιστορία των τελευταίων εκατό ετών διδάσκει το αντίθετο· η Ρωσία δεν υποχωρεί επειδή πιέζεται, παρά µόνον όταν θεωρεί ότι έχει ολοκληρώσει αυτό που επιδίωκε.
Έτσι, η Ευρώπη βρέθηκε εγκλωβισµένη σε µια ψευδαίσθηση: ότι η Ουκρανία δεν θα χρειαστεί να παραχωρήσει εδάφη εάν απλώς «κρατήσει» για λίγο ακόµη. Στην πραγµατικότητα, όµως, η απροθυµία να υπογραφεί µια συµφωνία ειρήνης οδήγησε στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσµα. Η Ουκρανία έχασε έδαφος στρατιωτικά, αργά και βασανιστικά, µέσα από αλλεπάλληλες ρωσικές προελάσεις. Μια εξέλιξη που καθιστά την οποιαδήποτε µελλοντική συµφωνία πολύ χειρότερη από αυτή που θα µπορούσε να είχε επιτευχθεί το 2024 ή το 2025. Πρόκειται –χωρίς υπερβολή– για µια πολιτική παραλογισµού, που θα καταγραφεί ως ένα από τα µεγαλύτερα στρατηγικά λάθη της ΕΕ.
Fast track
Και ενώ αυτό συµβαίνει στο µέτωπο, η Ευρώπη προετοιµάζεται –αθόρυβα αλλά σταθερά– για το επόµενο κεφάλαιο: την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση µε µια διαδικασία fast track. Κάπου στα µέσα του 2026 αναµένεται η πολιτική απόφαση που θα ανοίξει τον δρόµο για τη µεγαλύτερη και πιο δαπανηρή διεύρυνση στην ιστορία της ΕΕ. Με µια Ουκρανία µισοκατεστραµµένη, βαθιά εξαρτηµένη από εξωτερική βοήθεια και µε οικονοµία αποδιαρθρωµένη από τον πόλεµο, το βάρος της ανοικοδόµησης θα πέσει, αναπόφευκτα, στους Ευρωπαίους φορολογούµενους. Στους πολίτες που ήδη πιέζονται από ακρίβεια, ενεργειακή αστάθεια και συρρίκνωση των κοινωνικών υπηρεσιών.
Με άλλα λόγια, η Ευρώπη ετοιµάζεται να κληρονοµήσει ένα κράτος υπό διάλυση, να το χρηµατοδοτήσει, να το ξαναχτίσει και να απορροφήσει τις τεράστιες δηµοσιονοµικές του ανάγκες. Είναι µια απόφαση µε ιστορικές συνέπειες, που όµως λαµβάνεται χωρίς σοβαρή δηµόσια συζήτηση, χωρίς στρατηγικό σχέδιο και χωρίς να τίθεται το θεµελιώδες ερώτηµα: µπορεί η ΕΕ πραγµατικά να επωµιστεί αυτό το βάρος;
Ακόµη πιο παράδοξο είναι ότι, εάν τελικά υπογραφεί συµφωνία ειρήνης (όποτε κι αν γίνει αυτό), θα αντιµετωπίσουµε ένα ακόµη πρόβληµα, εξίσου γελοίο και ταυτόχρονα τραγικό. Με την ειρήνη, καταρρέει αυτοµάτως το αφήγηµα που θεµελίωσε το πρόγραµµα «SAFE» – εκείνο το τεράστιο αµυντικό σχέδιο που υποτίθεται ότι θα προστάτευε την Ευρώπη από τη «νέα ρωσική απειλή». Εάν οι ΗΠΑ και η Ρωσία συµφωνήσουν σε µηχανισµούς αµοιβαίων εγγυήσεων, τότε και η Ευρώπη καλύπτεται. Κι έτσι, ξαφνικά, µένουµε µε δεσµεύσεις για άρµατα, αεροσκάφη, γραµµές παραγωγής και πολεµικές βιοµηχανίες… αλλά χωρίς βαρβάρους, όπως θα έλεγε ο ποιητής. Χωρίς έναν «εχθρό» που να δικαιολογεί αυτές τις δαπάνες.
Τι θα κάνουµε τότε; Ποιο θα είναι το πολιτικό επιχείρηµα για νέους εξοπλισµούς, για στρατιωτικούς προϋπολογισµούς που εκτοξεύονται, για θυσίες των Ευρωπαίων πολιτών στον βωµό ενός κινδύνου που, µε την ειρήνη, ουσιαστικά θα έχει εξουδετερωθεί; Η Ευρώπη θα βρεθεί αντιµέτωπη µε το δικό της κατασκεύασµα – µε µια βιοµηχανία και µια στρατηγική που δεν θα έχουν πλέον αντικείµενο.
Το πραγµατικό δράµα δεν είναι ότι η ειρήνη θα έρθει αργά. Το δράµα είναι ότι η Ευρώπη επέλεξε να ζήσει εν τω µεταξύ µέσα σε έναν παρατεταµένο παραλογισµό, αποµακρυνόµενη από την πραγµατικότητα και αδιαφορώντας για το κόστος που µεταφέρει στους πολίτες της. Κι όταν, τον Μάρτιο του 2026, όλοι αναζητούν ξαφνικά ένα σχέδιο ειρήνης, το ερώτηµα δεν θα είναι πια τι θέλουµε. Θα είναι τι χάσαµε, πόσο άσκοπα το χάσαµε και ποιος τελικά θα πληρώσει τον λογαριασµό.
* Πολιτικός αναλυτής,
Δηµοσιογράφος
Σχετικά Άρθρα
01/12/2025 - 21:34
01/12/2025 - 21:32
Δείτε επίσης