Φορολογία: Τα μέτρα που έχουν «κλειδώσει» για ΔΕΘ

Ενα πιο «ευέλικτο» πακέτο μέτρων για τη φετινή ΔΕΘ, το οποίο υπαγορεύουν η νέα ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή (παρότι δείχνει ότι μπαίνει σε ύφεση) και η αβεβαιότητα από τους δασμούς Τραμπ, σχεδιάζει πλέον το οικονομικό επιτελείο για τον Σεπτέμβριο. Κάτι τέτοιο υπαινίχθηκε εμμέσως πλην σαφώς πρόσφατα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Κυριάκος Πιερρακάκης, αναφερόμενος στο θέμα. Συγκεκριμένα, ο ΥΠΕΘΟ τόνισε ότι η «λογική» της ΔΕΘ παραμένει αναλλοίωτη. Εξηγώντας, είπε ότι θα στηριχθεί η μεσαία τάξη, όπως έχει προαναγγείλει εδώ και καιρό ο πρωθυπουργός, αλλά θα πρέπει να εξασφαλιστεί επίσης και το γεγονός ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Στο θέμα του στεγαστικού τόνισε ότι η ανατροπή της άνισης σχέσης προσφοράς και ζήτησης θα γίνει με «σοκ προσφοράς κατοικίας», το οποίο θα προέλθει από την αγορά και το Δημόσιο. Σε δεύτερη ανάγνωση, οι δηλώσεις του υπουργού θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ως εξής: Το από καιρό αναμενόμενο πακέτο για τη μεσαία τάξη θα έχει κάποια βασικά μέτρα που θα ανακοινωθούν στην ώρα τους. Θα υπάρξει όμως και μια δεύτερη περίμετρος μέτρων, τα οποία είναι μεν στο τραπέζι, αλλά μπορούν να ανακοινωθούν και στην επόμενη ΔΕΘ για να εφαρμοστούν το «εκλογικό» 2027.

Η χρηματοδότηση που πακέτου είναι εξασφαλισμένη ακόμη και στις συνθήκες υψηλότερου πληθωρισμού, οι οποίες έχουν αρχίσει να διαμορφώνονται έτσι κι αλλιώς, λόγω της γενικότερης αβεβαιότητας που συνθέτουν ο εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ και η ανοιχτή «πληγή» της Μέσης Ανατολής, η οποία φυσικά δεν έχει κλείσει ακόμη. Ούτως ή άλλως, τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος μπορεί να απαιτήσουν μέσα στο καλοκαίρι επιδοτήσεις για τους περισσότερο οικονομικά ευάλωτους, ενώ και το πρόβλημα με τις νέες ανατιμήσεις στα τρόφιμα μάλλον θα συνεχιστεί. Ωστόσο φαίνεται ότι αποφεύγεται μια ευρύτερη ενεργειακή κρίση στα μέτρα του 2022, η οποία θα μπορούσε να σημάνει ανατροπή ακόμη και για πακέτο της ΔΕΘ.

Τα σίγουρα

Με δεδομένο ότι ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος θα ξεπερνά τα 2,7-2,8 δισ. ευρώ, το οικονομικό επιτελείο μπορεί να εξασφαλίσει την καταρχάς ελάφρυνση της μεσαίας τάξης, με συγκεκριμένα μέτρα. Στην κατεύθυνση αυτή είναι δεδομένο ότι θα δούμε την επανεξέταση της φορολογικής κλίμακας ώστε να ελαφρυνθούν τα εισοδήματα από 25.000 μέχρι και 50.000 ευρώ. Με βάση τον μέχρι στιγμής σχεδιασμό, η φορολογική κλίμακα χρειάζεται έναν ενδιάμεσο συντελεστή της τάξης του 15% για τα εισοδήματα από 10.001 ευρώ (μέχρι τα 10.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 9%) μέχρι και 20.000 ευρώ και πάνω που φορολογούνται σήμερα με συντελεστή 22%.

Επίσης, η μείωση του ανώτερου συντελεστή του 44% για τα εισοδήματα πάνω από 40.000 ευρώ ή και η μεταφορά του σε ένα κλιμάκιο εισοδήματος πάνω από τα 60.000 ευρώ. Επίσης πιθανή είναι και μια παρέμβαση στους συντελεστές για τα εισοδήματα από 30.000 και πάνω. Από τα 20.001 μέχρι και τα 30.000 ο συντελεστής αυξάνεται στο 28% και από τα 30.001 μέχρι τα 40.000 ευρώ στο 28%. Και εδώ υπάρχει η σκέψη για έναν ενδιάμεσο συντελεστή από τα 30.000 μέχρι και τα 40.000 ευρώ.

– Αν αποφασιστεί να γίνει παρέμβαση μόνο στην άκρη της κλίμακας, δηλαδή αν έχουμε μόνο έναν ενδιάμεσο συντελεστή από το 9% έως και το 22% και στο άλλο άκρο την επιβολή φόρου 44% πάνω από τα 50.000-55.000 ευρώ, είναι πιθανό να εφαρμοστεί και η τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας η οποία συζητείται επί δεκαετίες αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκε. Το σχέδιο επανήλθε, καθώς η αύξηση των εισοδημάτων οδήγησε τους φορολογούμενους σε υψηλότερο φορολογικό κλιμάκιο, χωρίς αυτό να συνοδευτεί από ουσιαστικές φορολογικές αλλαγές προς όφελός τους. Για τους εργαζόμενους η άνοδος του πληθωρισμού είναι επί της ουσίας ένας επιπρόσθετος φόρος που περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημα.

– Το τρίτο μέτρο που θεωρείται σίγουρο, μετά τη σύλληψη πάνω από 2 δισ. ευρώ από φοροδιαφυγή, θα είναι η μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης κατά 30%.

– Επίσης, θα πρέπει να αναμένεται ότι θα καταργηθεί και το ειδικό τέλος επιτηδεύματος για τις επιχειρήσεις, διαγράφοντας οριστικά τον συγκεκριμένο μνημονιακό φόρο.

Φόροι ακινήτων

Στα φορολογικά κίνητρα για την τόνωση της προσφοράς κατοικίας εξετάζονται μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ (με χρονικό περιορισμό) για όσους ανοίγουν κλειστά ακίνητα, αλλά και αντικίνητρα (ίσως και πάλι μέσω ΕΝΦΙΑ) για όσους επιμένουν να κρατούν κλειστές κατοικίες. Η μείωση της αυτοτελούς φορολόγησης των ενοικίων, αν και είχε συζητηθεί, φαίνεται να αναβάλλεται, μέχρι να δημιουργηθεί ένα θεσμικό πλαίσιο που θα διασφαλίζει την είσπραξη και των μισθωμάτων τα οποία σήμερα κινούνται κάτω από το ραντάρ της ΑΑΔΕ. Αν δηλαδή, πάψει να είναι ο μέσος όρος του ενοικίου στα 255 ευρώ που είναι σήμερα. Σε ό,τι αφορά την προσφορά ακινήτων θα υπάρχουν νέα κίνητρα για την αγορά κατοικίας με πολύ μικρότερα ποσά από ό,τι τα συνολικά 3 δισ. ευρώ που διατέθηκαν μέσα από το Σπίτι μου Ι και ΙΙ, με σημείο αναφοράς το ΕΣΠΑ. Το δεύτερο βήμα θα γίνει με τη διάθεση στην αγορά μέρους των ακινήτων που διαθέτουν σήμερα οι τράπεζες και οι servicers σε συνδυασμό με τη διάθεση ακινήτων από την περιουσία της ΕΤΑΔ.

Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών

Επίσης, οι αποφάσεις για μείωση ή μηδενισμό των ασφαλιστικών εισφορών για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας φαίνεται ότι μεταφέρεται για το 2026. Υπενθυμίζεται ότι μαζί με τη μείωση κατά 1% για φέτος, έχει φτάσει σωρευτικά το 5,4% από το 2019 και είναι προγραμματισμένη η μείωση κατά 0,5% το 2027.

Αυτή τη φορά, η έμφαση αναμένεται να δοθεί σε νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας (κυρίως νέους και γυναίκες), όπου υπάρχει πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μηδενιστούν οι ασφαλιστικές εισφορές για να γίνονται ευκολότερα προσλήψεις και να αυξηθούν τα εισοδήματα, αφού στην ουσία οι ασφαλιστικές εισφορές θα προστίθενται στον μισθό των γυναικών και των νέων που θα πιάνουν δουλειά για πρώτη φορά ή θα επανέλθουν στην εργασία από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό.

Η προσωπική διαφορά στις συντάξεις

Σε αναμονή σημαντικών αποφάσεων βρίσκονται 650.000 παλαιοί συνταξιούχοι, καθώς στο τραπέζι με τα μέτρα που συζητούνται για το πακέτο της ΔΕΘ βρίσκεται και η τύχη της προσωπικής διαφοράς.

Οι επιλογές που εξετάζονται από την κυβέρνηση, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι δυο:

  1. Η κατάργησή της διά της ενσωμάτωσής της στο ποσό της σύνταξης που θα φέρει αυξήσεις στους 650.000 συνταξιούχους από το 2026, ενώ αν μείνει η διαφορά, θα περιμένουν να δουν αυξήσεις έως και μία 10ετία.
  2. Η μείωσή της κατά 50% που θα φέρει πιο γρήγορα τις αυξήσεις στους συνταξιούχους γιατί το ποσό που θα μείνει θα συμψηφιστεί νωρίτερα από τις ετήσιες αυξήσεις των συντάξεων.

Σε κάθε περίπτωση, οι αποφάσεις της κυβέρνησης θα κρίνουν τον χρόνο και την έκταση των μελλοντικών αυξήσεων στις συντάξεις.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή