Νέα ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις προκαλεί η πρόσφατη δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος κάλεσε ευθέως την Τουρκία να αποσύρει το «casus belli» — την απειλή πολέμου που είχε κηρύξει το 1995 σε περίπτωση επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.
Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ 100,3, ο Έλληνας πρωθυπουργός συνέδεσε το θέμα άμεσα με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα, ζητώντας ως προϋπόθεση την άρση της απειλής.
«Τριάντα χρόνια μετά την απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, ήρθε η ώρα να ζητήσουμε ευθέως από τους Τούρκους φίλους μας να αποσύρουν το casus belli».
Ο πρωθυπουργός υπενθύμισε πως η Ελλάδα διατηρεί το κυριαρχικό της δικαίωμα για επέκταση των χωρικών υδάτων, κάτι που είχε ανακοινωθεί επίσημα στις 31 Μαΐου 1995, γεγονός που προκάλεσε την τουρκική αντίδραση.
Η τοποθέτηση αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης. Η φιλοκυβερνητική εφημερίδα Turkiye έκανε λόγο για «σκανδαλώδες αίτημα», ενώ η Hurriyet μετέφερε την είδηση υπό τον τίτλο: «Πρόταση Μητσοτάκη για το Αιγαίο – Ζήτησε την άρση του casus belli». Και στις δύο περιπτώσεις, η ελληνική πρωτοβουλία παρουσιάστηκε ως απόπειρα αμφισβήτησης μιας θεμελιώδους, κατά την τουρκική πλευρά, στρατηγικής θέσης.
Παράλληλα, πηγές του τουρκικού υπουργείου Άμυνας έσπευσαν να υπερασπιστούν τον ρόλο της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, απορρίπτοντας κάθε προσπάθεια αποκλεισμού της από τα κοινοτικά αμυντικά εργαλεία. «Οι απόπειρες αποκλεισμού είναι καταδικασμένες να αποτύχουν», τόνισαν, καταγγέλλοντας την «πολυμερή εργαλειοποίηση διμερών διαφορών» ως μη εποικοδομητική τακτική.
Στον απόηχο των δηλώσεων, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε μία δήλωση με πολιτικές προεκτάσεις, άφησε να εννοηθεί ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος για την προεδρία. Παράλληλα, υποστήριξε την ανάγκη σύνταξης ενός νέου, δημοκρατικού και φιλελεύθερου συντάγματος, ενώ ανακοίνωσε το ενδεχόμενο συνάντησής του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, τονίζοντας τις καλές διμερείς σχέσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να θέσει το ζήτημα του casus belli και σε επικείμενη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο πλαίσιο του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας που προγραμματίζεται για τους επόμενους μήνες.
Το casus belli παραμένει ένα από τα πιο ευαίσθητα αγκάθια στον ελληνοτουρκικό διάλογο. Για την Αθήνα, πρόκειται για μια αναχρονιστική απειλή που εμποδίζει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας. Για την Άγκυρα, ωστόσο, αποτελεί κρίσιμο εργαλείο στρατηγικής αποτροπής στο Αιγαίο. Η έκβαση της αντιπαράθεσης θα καθορίσει όχι μόνο τις διμερείς σχέσεις, αλλά και τη μελλοντική θέση της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας.
Παρατίθεται δε, αυτούσια, η συγκεκριμένη αναφορά του κ. Μητσοτάκη στη συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ:
«Αν η Τουρκία επιθυμεί να μπει στα χρηματοδοτικά εργαλεία της ευρωπαϊκής άμυνας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι δικαιολογημένοι προβληματισμοί και της Ελλάδας και της Κύπρου. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος και πιο σαφής: είναι 30 χρόνια από τότε που η Τουρκική Εθνοσυνέλευση ψήφισε το περιβόητο casus belli. Νομίζω ότι, 30 χρόνια μετά, έχει έρθει η ώρα να ζητήσουμε ευθέως από τους Τούρκους φίλους μας να το βγάλουν από το τραπέζι. Στις 31 Μαϊου του 1995 η Ελλάδα είχε πάρει απόφαση της επέκτασης των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 μίλία.
Η Τουρκία ως αντίδραση σε αυτό στις 8 Ιουνίου πήρε απόφαση στο Κοινοβούλιο και είχε ανακοινώσει πως αν γίνει μια μονομερής ενέργεια στο Αιγαίο αυτό θα είναι «casus belli» δηλαδή αιτία πολέμου». «Πρόταση Μητσοτάκη για το Αιγαίο, ζήτησε άρση του casus belli», γράφει ο τίτλος της Hurriyet ενώ η Turkiye κάνει λόγο για «σκανδαλώδες αίτημα Μητσοτάκη για το Αιγαίο». «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε μια σκανδαλώδη δήλωση με στόχο τη συμμετοχή της Τουρκίας σε νέα αμυντικά έργα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Μητσοτάκης υποστήριξε ότι η Τουρκία θα πρέπει να καταργήσει την απόφαση της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης του 1995 που ισοδυναμούσε με πολεμική απειλή προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση στα αμυντικά κονδύλια της ΕΕ», περιγράφει η Turkiye. Είχαν προηγηθεί οι λεονταρισμοί του τουρκικού υπουργείου Αμυνας σε σχέση με τις ελληνικές αντιδράσεις στην προοπιτκή εισόδου της Τουρκίας -έστω και από την πίσω πορτα- στο ReArm Εurope, με το αυστηρό μήνυμα-παρατήρηση ότι «θα συνεχίσουμε να εξηγούμε τη δύναμη της Τουρκίας σε όσους δεν την αντιλαμβάνονται».