Ωστόσο, αυτά τα επίπεδα ακτινοβολίας δεν παρεμπόδισαν την εξέλιξη και εμφάνιση της ζωής όπως τη γνωρίζουμε στον πλανήτη μας.
Μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Κέντρο Αστροβιολογίας (CAB) στην Ισπανία αποκάλυψε ότι τα επίπεδα υπεριώδους (UV) ακτινοβολίας που υπάρχουν στην επιφάνεια του Άρη είναι συγκρίσιμα με εκείνα που υπήρχαν στη νεαρή Γη. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι αυτά τα επίπεδα είναι απολύτως συμβατά με την ανάπτυξη ζωής.
Στη μελέτη τους, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό “Proceedings of the National Academy of Sciences” (PNAS), οι ερευνητές παρουσιάζουν δεδομένα σχετικά με τις δόσεις υπεριώδους (UV) ακτινοβολίας που φτάνουν στην επιφάνεια του Άρη. Οι μετρήσεις αυτές βασίζονται σε στοιχεία που κατέγραψε το όργανο REMS του ρομποτικού οχήματος Curiosity της NASA, το οποίο προσεδαφίστηκε το 2012 στον κρατήρα Gale, κοντά στον ισημερινό του Κόκκινου Πλανήτη.
Οι αστροβιολόγοι έχουν αναλύσει περισσότερα από πέντε χρόνια δεδομένων υπεριώδους ακτινοβολίας του Άρη (που ισοδυναμούν με περισσότερα από 10 γήινα χρόνια) στις ζώνες UV-A, UV-B και UV-C. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η ακτινοβολία που φτάνει στην επιφάνεια του κρατήρα Gale αποτελείται, κατά μέσο όρο, από 79,6% UV-A, 15,3% UV-B και 5,1% UV-C.
Η τελευταία, η υπεριώδης ακτινοβολία τύπου C (UV-C), είναι ιδιαίτερα επιβλαβής για τους ζωντανούς οργανισμούς. Στη Γη, η ακτινοβολία UV-C απορροφάται από το στρώμα του όζοντος που την προστατεύει. Η ατμόσφαιρα του Άρη περιέχει επίσης όζον, αλλά σε συγκέντρωση περίπου 100 φορές μικρότερη, με αποτέλεσμα η ηλιακή ακτινοβολία να φτάνει σχεδόν ανεμπόδιστα έως την επιφάνεια.
Παρόλο που οι δόσεις υπεριώδους ακτινοβολίας στον Άρη είναι πολύ υψηλότερες από αυτές που επικρατούν σήμερα στη Γη, τα επίπεδά τους είναι συγκρίσιμα με αυτά που πιστεύεται ότι υπήρχαν στην πρώιμη Γη όταν δημιουργήθηκε και εξελίχθηκε η ζωή.
“Αυτή η υπεριώδης ακτινοβολία είναι ο πιο επιβλαβής παράγοντας για την επιβίωση των μικροοργανισμών στον Άρη, εξ ου και το ενδιαφέρον για τον χαρακτηρισμό της”, εξηγεί στο RTVE.es ο Ντανιέλ Βιούντεζ, επικεφαλής ερευνητής του επιστημονικού έργου, ο οποίος τονίζει ότι “μέχρι πρόσφατα, δεν υπήρχαν άμεσες μετρήσεις της δόσης υπεριώδους ακτινοβολίας στον Άρη, και οι σχετικές μελέτες βασίζονταν αποκλειστικά σε αριθμητικά μοντέλα, τα οποία απαιτούσαν την υιοθέτηση πολλών υποθέσεων και περιορισμών κατά τη διαδικασία της μοντελοποίησης”.
Μόλυνση του Άρη με γήινα μικρόβια
Η μελέτη αυτή δείχνει ότι η υπεριώδης ακτινοβολία που φτάνει στην επιφάνεια του Άρη δεν είναι ασυμβίβαστη με τη ζωή και ίσως να μην επαρκεί για να εξαλείψει όλους τους γήινους μικροοργανισμούς που ταξιδεύουν σε διαστημικές αποστολές που έχουν φτάσει στον κόκκινο πλανήτη. Ως εκ τούτου, όπως τονίζει ο ερευνητής, “είναι απαραίτητο να συνεχίσουμε να εφαρμόζουμε αυστηρά μέτρα πλανητικής προστασίας για να αποφύγουμε τη μόλυνση του Άρη με γήινη ζωή, ιδίως σε μελλοντικές επανδρωμένες αποστολές”.
Μεταξύ άλλων αρνητικών επιπτώσεων, η μόλυνση αυτή θα μπορούσε να αλλοιώσει τα αποτελέσματα των επιστημονικών μελετών, εκτός του ότι αποτελεί κίνδυνο για τα πιθανά αρειανά οικοσυστήματα.
Ο Άρης αποτελεί σημαντικό επίκεντρο της αστροβιολογικής έρευνας λόγω των γεωλογικών και κλιματικών ομοιοτήτων του με την πρώιμη Γη, γεγονός που τον καθιστά ιδανικό υποψήφιο για τη μελέτη της πιθανής ανάπτυξης ζωής πέρα από τον πλανήτη μας. Η παρουσία αρχαίων κοιτών ποταμών, ορυκτών που σχηματίστηκαν παρουσία νερού και υπόγειων στρωμάτων πάγου υποδηλώνουν ότι ο Άρης είχε κατοικήσιμες συνθήκες στο παρελθόν. Τα στοιχεία αυτά τροφοδοτούν την υπόθεση ότι η μικροβιακή ζωή μπορεί να έχει προέλθει από τον κόκκινο πλανήτη.