Tου ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΙΣΤΟΛΑ *
Το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από ρευστότητα. Αυτό δεν είναι κάτι καινούριο, ξεκίνησε με την εκλογική βόμβα του Μαΐου του 2012 και παρά τις προσωρινές φαινομενικές σταθεροποιήσεις, συνεχίζεται μέχρι σήμερα, και μάλιστα με αυξημένη ένταση από τις διπλές εκλογές του 2023 και την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ. Πλέον το πολιτικό σύστημα βρίσκεται με οκτώ κόμματα στη βουλή, με δέκα κόμματα να διεκδικούν με αξιώσεις την είσοδο τους στο επόμενο κοινοβούλιο και σε αναζήτηση κυβερνητικης εναλλακτικής. Παρά το γεγονός πως η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει δημοσκοπικά προβλήματα, ο «κανένας» που κυριαρχεί εδώ και μήνες στην καταλληλότητα για πρωθυπουργία δεν έχει ακόμα βαπτιστεί. Και εάν δεν υπάρξει κάποια έκπληξη στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, τα βαφτήσια θα αργήσουν να γίνουν.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται σε πολύ δεινή θέση, οι 87 δείχνουν να ακολουθούν τα πατήματα της Νέας Αριστεράς. Είτε δεν έχουν κατανοήσει πως το πολιτικό πλαίσιο έχει αλλάξει άρδην από την περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ κυριάρχησε στο πολιτικό σκηνικό είτε έχουν κατανοήσει και είτε δε μπορούν, είτε δε θέλουν να προσαρμοστούν μέσα στο νέο αυτό πλαίσιο. Ό,τι και να είναι αυτο που προτείνουν ως κυβερνητική πρόταση δεν απειχεί παρά σε ένα μικρό ποσοστό του εκλογικού σώματος. Είναι σαν να πουλάνε μάσκες για το COVID σε μια εποχή που ελάχιστοι δείχνουν ενδιαφέρον να τις αγοράσουν. Από την άλλη, ο Στέφανος Κασσελάκλης, τον οποίο πολύ βολεύει η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να τον μετατρέψει έπειτα σε ένα συμπαγές προσωποκεντρικό κόμμα, προωθεί την liberal αριστερά, στο πρότυπα του κόμματος των Δημοκρατικών των ΗΠΑ. Αυτό το πρότζεκτ ενώ έχει δυνητικό κοινό που μπορεί να δημιουργήσει ένα κόμμα στο 5%-6% δεν έχει, τουλάχιστον σήμερα, την κρίσιμη μάζα που θα μπορέσει να δημιουργήσει κυβερνητικές προοπτικές. Ο μόνος υποψήφιος που παίζει με το κλίμα της εποχής, αλλά και αυτός με κοινά που δε μπορούν να τον οδηγήσουν σε κυβερνητικη τροχιά όπως είναι στημένο το εκλογικό σκηνικό (αρκετοί ανταγωνιστές στα συγκεκριμένα κοινά, περίοδος σχετικής ομαλότητας στη χώρα) είναι ο Παύλος Πολάκης.
Αβεβαιότητα…
Από την άλλη στο ΠΑΣΟΚ έχουμε δυο υποψηφίους που για να αυξήσουν τις πιθανότητες εκλογής τους θα έπρεπε να μπουν σε μια υποψηφιότητα (Διαμαντοπούλου, Γερουλάνος) και οι ο οποίοι είναι σαφές πως σε περίπτωση που εκλεγούν θα αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό. Όχι απαραίτητα να κυριαρχήσουν οι ίδιοι, αλλά να αυξηθεί η αβεβαιότητα και η ρευστότητα, αφού νίκη τους θα σήμαινε αυτόματα περαιτέρω πτώση των ποσοστών της ΝΔ, αλλά και απελευθέρωση δυνάμεων στα αριστερά (στην περίπτωση Διαμαντοπούλου). Όμως, το κοινό στο οποίο απευθύνονται σε σημαντικό βαθμό (ειδικά η κυρία Διαμαντοπούλου), δε βρίσκεται αυτήν τη στιγμή στο ΠΑΣΟΚ και είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα βρεθεί στην κάλπη του ΠΑΣΟΚ σε τέτοιο βαθμό ώστε να αλλάξει το παιχνίδι. Θα μπορούσαμε δηλαδή να είχαμε τα «βαφτίσια του κανένα» σύντομα, αλλά οι δημοσκοπήσεις τουλάχιστον δείχνουν πως δεν είναι το βασικό σενάριο. Από την άλλη ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εάν επανεκλεγεί αλλά δεν πείσει μέσα σε ένα χρονικό διάστημα πως μπορεί να αποτελέσει κυβερνητική εναλλακτική είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε «σύρσιμο» το εκλογικό σκηνικό μέχρι τις εκλογές του 2027. Ο μόνος που στο ΠΑΣΟΚ κινείται «παραδοσιακά» προσπαθώντας να στοχεύσει πρώτα στο να «συμμαζέψει» την αριστερά (τον βοηθά πολύ η συγκυρία με την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ) και σε δεύτερο χρόνο να κινηθεί προς το κέντρο είναι ο Χάρης Δούκας. Κι αυτός όμως δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν έχει κατανοήσει πως τα πολιτικά δεδομένα έχουν αλλάξει σε όλη τη Δύση και εάν θα μπορέσει να στρίψει όταν έρθει η ώρα (εάν εκλεγεί προφανώς) ή παίζει με το εγχειρίδιο μιας παλιάς σχολής που δε μπορεί να έχει εφαρμογή στη νέα εποχή.
Όπως και να έχει, ένα οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν στο ΠΑΣΟΚ τότε τα βαφτίσια του «κανένα» δε θα γίνουν σύντομα, τουλάχιστον από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό. Αυτό σημαίνει πρώτα από όλα πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έχει χρόνο να «συμμαζέψει» τα δεξιά του πριν δώσει, κάποια στιγμή, τη μάχη του κέντρου. Επίσης αυξάνει τις πιθανότητες να οδηγηθούμε στις εκλογές του 2027 με τη Νέα Δημοκρατία κυρίαρχο κόμμα (έστω και λαβωμένο σε σχέση με τα ποσοστά του 2023) αλλά παράλληλα αυτό θα ενισχύσει τις σκέψεις κάποιων για δημιουργία νέου πολιτικού σχηματισμού ώστε να αποτραπεί το παραπάνω σενάριο. Όποιο σενάριο και να επικρατήσει στο τέλος, το σίγουρο είναι πως διανύουμε μια άκρως ενδιαφέρουσα πολιτική περίοδο στη χώρα.
* Αναλυτής εκλογικής συμπεριφοράς