Τους γνωρίσαμε μαζί με τον μεγάλο, άγνωστο εχθρό, που επί 2,5
χρόνια, μας έκλεινε στα σπίτια μας και μας έκανε να αποδεχθούμε
εκόντες άκοντες την περιστολή ακόμη και των στοιχειωδέστερων
δικαιωμάτων μας. Ο λόγος για τους επιστήμονές μας. Για ένα
μορφωμένο, πολύτιμο επιστημονικό δυναμικό, που μας έδινε
οδηγίες, μας εξοικείωνε με τον άγνωστο εχθρό, τον κορωνοϊό, μας
επέσειε τον κίνδυνο του θανάτου, προσπαθούσε να μας πείσει να
μην φοβόμαστε να εμβολιαστούμε, μας εξηγούσε τί ακριβώς πήγε
λάθος στην κάθε δύσκολη και απρόβλεπτη «στροφή» της
πανδημίας.
Ο λόγος, λοιπόν, για τους επιστήμονες, σε πολλούς εκ των
οποίων, προεξάρχοντος του Σωτήρη Τσιόδρα, ακουμπήσαμε τις
ελπίδες μας. Κρεμόμασταν από τα χείλη τους, ώστε να πειστούμε
ότι κάποια στιγμή, οι ζωές μας θα επέστρεφαν στην κανονικότητα.
Περιμέναμε πώς και πώς μία διαβεβαίωση ότι δε θα είμαστε επί
μακρόν εγκλωβισμένοι στη μέγγενη της πανδημίας, αλλά και πως
η επιστήμη θα καταφέρει να νικήσει και αυτή την πρόκληση.
Ο Σωτήρης Τσιόδρας, αλλά και άλλοι σοβαροί επιστήμονες,
πολλοί εκ των οποίων κοσμούν δημόσια πανεπιστήμια και
νοσοκομεία με την παρουσία τους, απέκτησαν εξαιρετική
δημοφιλία και αναγνωρισιμότητα, ενώ με όσα έλεγαν
αποτυπώθηκε η προσφορά τους στην κοινωνία –στο μέτρο,
βεβαίως, που «ανεχόταν» η κυβέρνηση τις παρεμβάσεις και τις
εισηγήσεις τους, πριν αρχίσουν τα «σήματα» από το Μαξίμου για
«σιωπητήριο».
Όπως και να έχει, σε αρκετούς από αυτούς τους επιστήμονες
–επαναλαμβάνουμε: προεξάρχοντος του Σωτήρη Τσιόδρα-
ακουμπήσαμε τις ελπίδες μας. Στηριχθήκαμε τις ώρες της
απελπισίας, που είτε κλεισμένοι στο σπίτι, είτε στέλνοντας SMS για
να πάρουμε μία φραντζόλα ψωμί, είτε πηγαίνοντας στη δουλειά και
αντικρύζοντας μία απόκοσμα έρημη πόλη-φάντασμα, δεν ξέραμε
αν θα έρθει ποτέ η ώρα που θα τελειώσει όλο αυτό.
Τούτων δοθέντων, θα ήταν χρήσιμο αν αυτοί οι κορυφαίοι
επιστήμονες και δη όσοι υπηρετούν στα δημόσια νοσοκομεία και
πανεπιστήμια, μας έλεγαν την άποψή τους για το νέο νόμο για το
ΕΣΥ. Ίσως, μάλιστα, κάτι τέτοιο να αποτελούσε και την επί της
ουσίας «απονομιμοποίηση» ενός νόμου, που ακόμη δεν έχει
στεγνώσει το μελάνι με το οποίο γράφτηκε.