H διαπίστωση ανήκει στον καθηγητή του Πανεπιστημίου
Μακεδονίας, Νίκο Μαραντζίδη και είναι πέρα για πέρα επίκαιρη,
αφού αφορά το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών: «Αυτή η
φαεινή ιδέα να διοικούν τραπεζίτες και να κουνάνε το δάχτυλο
στους λαούς οι διάφορες ελίτ, οδηγεί σε αυτά τα εκλογικά
αποτελέσματα», είπε, για να προσθέσει: «οι ελίτ πρέπει να
αντιληφθούν ότι στις Δημοκρατίες χρειάζονται ηγέτες που να
εμπνέουν τους λαούς».
Πράγματι, λοιπόν, η απόφανση των Ιταλών ψηφοφόρων δεν
αφορά μόνο την προϊούσα εκπτώχευσή τους, ούτε μόνο την
αγωνία τους για τον βαρύ «ρωσικό» χειμώνα, ούτε την αδυναμία
της εκεί Κεντροαριστεράς να αρθρώσει συνεκτικό και ελκυστικό
προγραμματικό λόγο. Πέραν αυτών των –πολύ σωστών και
καίριων, κατά τα λοιπά- επισημάνσεων, το γεγονός ότι οι Ιταλοί
κατά πλειοψηφία στράφηκαν στην ακροδεξιά μεταφασίστρια
Μελόνι συνδέεται απολύτως και με τον τρόπο που η λεγόμενη
«λαϊκή ψηφος» αποσυνδέθηκε από το ποιος ασκεί την εξουσία, τα
τελευταία πολλά χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο τελευταίος
εκλεγμένος πρωθυπουργός στην Ιταλία ήταν ο Μπερλουσκόνι
–εκλεγμένος με την έννοια ότι ήταν ο αρχηγός του πρώτου
κόμματος που, ως ο νικητής των εκλογών ανέλαβε και
πρωθυπουργός. Έκτοτε, αφού οι ελίτ των Βρυξελλών «έριξαν» τον
Μπερλουσκόνι (την ίδια περίοδο που ανετράπη εδώ ο Γιώργος
Παπανδρέου…), οι πρωθυπουργοί άλλαζαν ο ένας μετά τον άλλο,
στο Παλάτσο Κίτζι εγκαταστάθηκαν και δύο κανονικοί τεχνοκράτες
(ο Μόντι και ο Ντράγκι) ενώ ήταν κοινή πεποίθηση της ιταλικής
κοινωνίας ότι οι διάφορες κινήσεις του προέδρου Σέρτζιο
Ματαρέλα ήταν σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις προτεραιότητες και
τα «θέλω» όχι των Ιταλών ψηφοφόρων, αλλά των ελίτ των
Βρυξελλών και των «λευκών κολάρων» της Κομισιόν.
Εξάλλου, οι Βρυξέλλες δεν έκαναν τίποτα για να το κρύψουν: αρκεί
να σκεφτεί κανείς την αδιανόητη γκάφα της Προέδρου της
Κομισιόν, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, η οποία ουσιαστικά
απείλησε τους ιταλούς ψηφοφόρους την παραμονή των εκλογών
με… αποστέρηση των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ αν ψήφιζαν
ακροδεξιά –και κάπως έτσι, έδωσε αέρα στα πανιά της,
αυτοπροβαλλόμενης ως αντισυστημικής, Μελόνι.
Η κάλπη, ακόμη και στο σύνθετο εκλογικό και πολιτικό σύστημα
της Ιταλίας, που «επιτρέπει» με μεγαλύτερη άνεση από εδώ την
αλλαγή πρωθυπουργών και την ανάρρηση στην πρωθυπουργία
ανθρώπων που δεν έχουν εκλεγεί γι’ αυτό (ή και για οτιδήποτε
άλλο…), πρέπει να επικοινωνεί με τους τελικούς φορείς της
εξουσίας. Και, όταν δεν γίνεται αυτό –ειδικά επί μακρόν- τότε η
κάλπη γεννά τέρατα. Όπως έγινε την περασμένη Κυριακή.