Στις 10 Μαΐου 1979, ανακοινώνεται περιορισμένου χαρακτήρα αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, υψηλής όμως σημειολογίας.
Δυο κοινοβουλευτικές προσωπικότητες, κεντρογενούς προέλευσης, εισέρχονται στην κυβέρνηση, ταυτόχρονα δε εντάσσονται στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ.
Ιδιαίτερα το ένα από τα δύο ονόματα, εκείνο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, κουβαλούσε ιδιαίτερη φόρτιση, καθώς έφερε το στίγμα του πρωταγωνιστή, αν όχι του αρχιτέκτονα, της αλήστου μνήμης «αποστασίας» του 1965.
Στη διάρκεια της δικτατορίας, ο άλλοτε κορυφαίος παράγοντας του κεντρώου χώρου και ειδικά της Ενωσης Κέντρου και μαχητικός επικριτής των κυβερνήσεων της ΕΡΕ, ήρθε πολύ κοντά με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, κατά την κοινή τους αυτοεξορία στο Παρίσι.
Ο αποκλεισμός του, ωστόσο, από την «κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας», αλλά και από τα ψηφοδέλτια της ΝΔ, μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, τον μετέτρεψε πάλι σε σφοδρό επικριτή του αρχηγού πλέον της ΝΔ.
Όμως, η ανάγκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή να εξασφαλίσει την αυξημένη πλειοψηφία, για τη μεταπήδησή του στην Προεδρία της Δημοκρατίας και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, να επανέλθει στην κεντρική πολιτική σκηνή, μέσα από ένα μεγάλο κόμμα, παραμέρισε την αμοιβαία καχυποψία και αντιπάθεια που, όπως από τα κείμενα προκύπτει, δεν τους εγκατέλειψε ποτέ.
Ισως μεγαλύτερη έκπληξη αποτέλεσε η ένταξη στο τότε κυβερνητικό σχήμα και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, του έτερου «Καπαδόκη».
Ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος δεν είχε ανάλογη πολιτική προϋπηρεσία,
αλλά έδειχνε μέχρι τότε συνεπής στην κεντρώα του πορεία, έστω και μακριά από ριζοσπαστικές θεωρήσεις.
Προδικτατορικά, υπήρξε βουλευτής της Ενωσης, στην τελευταία κοινοβουλευτική περίοδο, πριν την κατάλυση της δημοκρατίας και μέλος της βραχύβιας κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου.
Στη διάρκεια της δικτατορίας έγραφε δηκτικά σχόλια κατά του καθεστώτος, με αιχμή την οικονομική πολιτική των συνταγματαρχών, αρθρογραφώντας με ψευδώνυμο στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο».
Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας έλαβε μέρος στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» ως υπουργός Εμπορίου, υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αλλά στις πρώτες μεταδικτατορικές εκλογές πολιτεύτηκε και επανεκλέχθηκε βουλευτής, με το σχήμα «Ενωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις», υπό την ηγεσία του Γεωργίου Μαύρου, «επανερχόμενος» στο «φυσικό» πολιτικό του χώρο.
Κατάφερε να «διασωθεί» στις, καταστροφικές για το κεντρώο χώρο εκλογές του Νοεμβρίου 1977, αλλά τίποτα δεν έδειχνε πρόθεση μεταπήδησης στο νέο κόμμα της δεξιάς ή κόμμα της νεοδεξιάς.
Ενδεικτικό της ανάγκης του ιδρυτή της ΝΔ ήταν και το γεγονός ότι οι δύο «μεταγραφές» ανέλαβαν καίρια υπουργεία. Το Συντονισμού ο Μητσοτάκης, το Οικονομικών ο Κανελλόπουλος.
Πέρα όμως από τη διεύρυνση, οι τελευταίες κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1977-80) ήταν το έντονο «άρωμα ανανέωσης».
Θα πρέπει, κατ’ αντικειμενική κρίση, να πιστωθεί στο γενάρχη της δεξιάς παράταξης, η προώθηση και αξιοποίηση στελεχών της νεότερης γενιάς.