ΓιατΙ η οικονομική κρίση της περιόδου 1929-1933 προσέλαβε τρομακτικές διαστάσεις και είχε τόσο μεγάλη διάρκεια; Η απάντηση σχετίζεται με τη διαπίστωση ότι το 1929, η ανεπάρκεια της εφαρμοσμένης οικονομικής και η αναποτελεσματικότητα της ασκούμενης μακροοικονομικής πολιτικής, συνετέλεσαν ώστε οι ασχολούμενοι με την οικονομική πολιτική στις ΗΠΑ και την Ευρώπη να υιοθετήσουν λανθασμένα μέτρα, τα οποία όχι μόνο δεν συνέβαλαν στην τιθάσευση της κρίσης, αλλά έριξαν λάδι στη φωτιά επιδεινώνοντας τις παρενέργειες της κρίσης και επιτείνοντας την χρονική της διάρκεια.
Οι κυβερνήσεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν είχαν τον απαιτούμενο βαθμό συνειδητοποίησης, ως προς την αναγκαιότητα και τη σημασία της δημοσιονομικής πολιτικής, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης. Παράλληλα, την εποχή εκείνη η εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής, αποσκοπούσε στον έλεγχο της προσφοράς χρήματος και των επιτοκίων από την πλευρά των Κεντρικών Τραπεζών, αγνοώντας το σημαντικό ρόλο της ζήτησης χρήματος στην προσπάθεια σταθεροποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την έξοδο της οικονομίας από τη φάση της αποτελμάτωσης. Τυπικό παράδειγμα εσφαλμένης οικονομικής πολιτικής, υπήρξε η εφαρμογή του νόμου Smoot-Hawley Tariff Act το 1930 από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ο νόμος αυτός προκάλεσε ένα κύμα διεθνούς προστατευτισμού, περιορίζοντας τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των διαφόρων χωρών και εκμηδενίζοντας τους ρυθμούς ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο Keynes από τις σελίδες του βιβλίου του General Theory υποστήριξε ότι η δημοσιονομική πολιτική, δηλαδή η οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται από την κυβέρνηση και αφορά τα μεγέθη του κρατικού προϋπολογισμού, συνιστά το μέσον εξόδου από την κρίση. Εστιάζοντας την ανάλυσή του στα μακροοικονομικά μεγέθη της οικονομίας, όπως εθνικό εισόδημα, επιτόκιο, απασχόληση, ανεργία, κρατικές επενδύσεις, ιδιωτική κατανάλωση, κ.ά., ο Keynes τόνισε ότι η εφαρμογή μέτρων επεκτατικής πολιτικής από τη πλευρά της κυβέρνησης, που σχετίζονται με την αύξηση των κρατικών δαπανών και τη μείωση των φόρων, συνδράμουν στην άνοδο της συνολικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, ενθαρρύνοντας έτσι τη γενική οικονομική δραστηριότητα και ωθώντας το οικονομικό σύστημα στη φάση της ανάκαμψης.
Η μεθοδολογική σύλληψη του Keynes ήταν καινοτόμος, καθώς υπήρξε ο πρώτος οικονομολόγος ο οποίος θεώρησε την οικονομία ως ένα ενιαίο σύνολο, διατύπωσε απλές εξισώσεις με μακροοικονομικές μεταβλητές για να δείξει τη συναρτησιακή τους σχέση, ανέλυσε τους σκοπούς της δημοσιονομικής και της νομισματικής πολιτικής, επεσήμανε το σπουδαίο ρόλο των κυβερνήσεων στην προσπάθεια σταθεροποίησης του οικονομικού συστήματος και υπογράμμισε ότι οι διακυμάνσεις της οικονομικής δραστηριότητας προσδιορίζονται από τις μεταβλητές που επηρεάζουν τη συνολική ζήτηση στην οικονομία.
Η περίοδος 1929-1939 υπήρξε τρικυμιώδης στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Το κτύπημα που δέχτηκαν οι οικονομίες των ΗΠΑ, της Γερμανίας και άλλων χωρών από το κραχ της περιόδου 1929-1933 ήταν βίαιο και πρωτοφανές. Αξιομνημόνευτο είναι ότι το ΑΕΠ των ΗΠΑ σε τρέχουσες τιμές το 1929 ήταν 108 δισεκατομμύρια δολάρια, μέγεθος που παρέμεινε αμετάβλητο κατά την δεκαετία 1929-1939. Δηλαδή, το ΑΕΠ των ΗΠΑ το 1939 ήταν όσο το 1929, κάτι το οποίο αποτυπώνει τη σεισμική δόνηση των πολλών ρίχτερ, που υπέστη η αμερικανική οικονομία στη φάση της Μεγάλης Ύφεσης.
Δεδομένου ότι την περίοδο 1929-1939 το ΑΕΠ των ΗΠΑ ήταν ουσιαστικά στάσιμο και το ποσοστό ανεργίας διατηρήθηκε σταθερά σε διψήφια επίπεδα, αρκετοί μελετητές του οικονομικού βίου ισχυρίζονται ότι η Μεγάλη Ύφεση στην αμερικανική οικονομία διήρκεσε μεταξύ των ετών 1929 και 1939. Η είσοδος των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτέλεσε βασικότατο παράγοντα για την αναπτυξιακή απογείωση της αμερικανικής οικονομίας. Οι υπέρμετρες στρατιωτικές δαπάνες υπήρξαν το πρωταρχικό αίτιο για την επίτευξη μέσων ετήσιων αναπτυξιακών ρυθμών της τάξης του 7% και του 8%.