Λάθη δεν κάνουν μόνο εκείνοι που δεν κάνουν τίποτα. Ο Κυριάκος
Μητσοτάκης είναι πρωθυπουργός, όχι ο Προκαθήμενος της
Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Τούτου δοθέντος, ουδείς περιμένει
από τον πρωθυπουργό ή από τον Πρόεδρο της Βουλής –αν
μιλήσουμε για το προχθεσινό φιάσκο με τους νεοναζί του
Τάγματος Αζόφ που απευθύνθηκαν στο ελληνικό Κοινοβούλιο…-
να μην κάνουν λάθη.
Όμως, εδώ τελειώνουν τα λόγια κατανόησης. Διότι, άλλο πράγμα
είναι να μην κάνεις λάθη και άλλο να μην τα αναγνωρίζεις. Ή,
ακόμη χειρότερα, να ζητάς και τα ρέστα, κατά το κοινώς λεγόμενο.
Μόνο την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση προέβη σε δύο
μεγάλα λάθη, χωρίς να παραδεχθεί κανένα: καταρχάς, ο
πρωθυπουργός μετέβη στην Κοζάνη προκειμένου όχι μόνο να
εγκαινιάσει ένα φωτοβολταϊκό πάρκο μαμούθ, αλλά και να σημάνει
ολική οπισθοχώρηση στην ενεργειακή πολιτική που ο ίδιος είχε
χαράξει. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε παράταση ζωής τριών
ετών στις λιγνιτικές μονάδες που ήταν προγραμματισμένο να
κλείσουν το 2025 και, συν τοις άλλοις, προανήγγειλε ότι για δύο
χρόνια η ΔΕΗ θα προστρέξει στον λιγνίτη για την παραγωγή
ενέργειας. Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς, ότι ο πρωθυπουργός θα
επικαλούνταν τους χιλιάδες λόγους που ευλόγως θα μπορούσε,
ώστε να δικαιολογήσει αυτή τη μεταστροφή του: κι όμως, όχι
απλώς δεν παραδέχθηκε ότι έκανε λάθος και πως αλλάζει τις
αποφάσεις του, αλλά… κατηγόρησε την αντιπολίτευση για
«κροκοδείλια δάκρυα» και εξαπέλυσε δριμεία επίθεση στον
ΣΥΡΙΖΑ, επιμένοντας ότι ο λιγνίτης είναι «πανάκριβος». Με άλλα
λόγια, και την πολιτική του άλλαξε, αλλά και την αλλαγή-αστοχία
δεν παραδέχθηκε.
Μερικά 24ωρα μετά, το είδαμε να επαναλαμβάνεται με το φιάσκο
στη Βουλή κατά την ομιλία του Ουκρανού προέδρου Ζελένσκι: Ο
πρωθυπουργός δεν είπε κουβέντα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
μίλησε για «αστοχία» (λες και δεν μίλησαν νεοναζί στη Βουλή, λες
και τους έπεσε περισσότερο αλάτι στις φακές…), ο Πρόεδρος της
Βουλής παραδέχθηκε ότι «θα μπορούσε να παραλειφθεί» η
βιντεοσκοπημένη παρουσία των νεοναζί και πέραν τούτου…
ουδέν. Ούτε μία συγγνώμη, ούτε ένα «συγγνώμη λάθος», ούτε καν
η στοιχειώδης ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Αντιθέτως, είχαμε
την αντεπίθεση της κυβέρνησης προς τον ΣΥΡΙΖΑ (αν και για
φιάσκο μίλησε και η ελάσσων αντιπολίτευση, όχι μόνο η
αξιωματική…). Με άλλα λόγια, αντί να ζητήσουν μία «συγγνώμη»,
κατηγόρησαν τους επικριτές τους ότι «ξεπλένουν τον Πούτιν».
Πέραν όλων των άλλων, όμως, το γεγονός ότι δεν μπορούν να
πουν μία «συγγνώμη» ή να αναγνωρίσουν την πολιτική τους
ευθύνη δεν δείχνει μόνο την έλλειψη ευθιξίας τους, αλλά αποτελεί
και σαφή ένδειξη «μικρότητας».