Ολοένα και περισσότερο ακούγεται η φράση «ψυχρός πόλεμος», ως η πιο κατάλληλη να περιγράψει αυτό που συμβαίνει ή, ακόμη χειρότερα, αυτό που έρχεται. Κάποιοι, δυτικότεροι και από τους δυτικούς, δείχνουν να το ευχαριστιούνται. Μάλλον, στην πραγματικότητα, δείχνουν άγνοια κινδύνου, αλλά και άγνοια της ιστορίας. Στη χώρα μας ειδικά, η είσοδος σε αυτή τη νέα περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας, με νωπό το αίμα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την βρήκε στην «πρώτη γραμμή» αυτής της ιδιότυπης «μαχητικής συνύπαρξης», μεταξύ των δύο διαμορφωμένων «στρατοπέδων», που αντιστοιχούσαν σε δύο εντελώς διαφορετικές ιδεολογικές προτάσεις και αντιλήψεις πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης. Η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα στην Ευρώπη, όπου η θεμελιακή αυτή αντίθεση, προσέλαβε το χαρακτήρα στρατιωτικής αναμέτρησης.
Πριν από τον «ψυχρό πόλεμο», στη χώρα μας διήλθαμε από τη φάση ενός πραγματικού πολέμου, η φρίκη του οποίοι αποτυπώθηκε στην εξαιρετική ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή βαθιά».
Το αδελφικό αίμα που χύθηκε, η σκληρότητα και αγριότητα που επιδείχθηκε και από τις δύο πλευρές, άφησαν βαθιά ίχνη, δημιουργώντας σκληρές διαχωριστικές γραμμές, που μόνο μετά τη λαίλαπα της δικτατορίας και την εγκαθίδρυση της μεταπολιτευτικής μας δημοκρατίας, άρχισαν να εξαλείφονται.
Οι πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου 1967, άθελά τους κατάφεραν να ενώσουν τους αντιπάλους του ψυχρού πολέμου.
Ανθρωποι που πολέμησαν ο ένας απέναντι στον άλλο, δίνοντας έναν αγώνα ατομικής και συλλογικής ύπαρξης, που πίστευαν ότι το χάσμα ήταν αγεφύρωτο μεταξύ τους, βρέθηκαν συγκρατούμενοι στα κελιά της χούντας. Τότε συνειδητοποίησαν ότι αυτά που τους ένωναν ήταν περισσότερα από εκείνα που τους χώριζαν. Είναι χαρακτηριστικό ένα στιγμιότυπο που είχαν αφηγηθεί αυτόπτες μάρτυρες, ανάμεσα στο κορυφαίο στέλεχος του ΚΚΕ, τον μετέπειτα γενικό του γραμματέα, Γρηγόρη Φαράκο και έναν στρατιωτικό, μέλος αντιδικτατορικής-αντιστασιακής οργάνωσης, τον Κώστα Ζησίου.
Συζητώντας οι δυο τους, όντες κρατούμενοι στις σκληρές φυλακές της Κέρκυρας, διαπίστωσαν από τις εκατέρωθεν περιγραφές, ότι σε κάποια στιγμή, στη διάρκεια της εμφύλιας στρατιωτικής αναμέτρησης, βρέθηκαν σχεδόν ο ένας απέναντι στον άλλο, με το όπλο στο χέρι. Όταν διαπίστωσαν αυτό, σύμφωνα με τις περιγραφές, έπεσε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.
Αυτό το πνεύμα συμφιλίωσης, που διαπλάστηκε μέσα στο καμίνι της αντιδικτατορικής αντίστασης, διαμόρφωσε και τους όρους της νέας πολιτικής ζωής, μετά την 24 η Ιουλίου 1974. Η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, ευρύτερα της κομμουνιστικής ιδεολογίας, αποτέλεσε τη νομική επικύρωση μίας ήδη συντελεσμένης πραγματικότητας.
Οι πληγές όμως παρέμειναν για πολύ ανοιχτές, οι νοοτροπίες δεν ήταν εύκολο ν’ αλλάξουν, ούτε και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις. Γι’ αυτό και η επίλυση των εκκρεμοτήτων, δεν ήταν εύκολη.