Συνέντευξη στη ΣΟΦΙΑ ΛΙΑΚΟΥ για την Κυριακάτικη Kontranews
Με σκληρή γλώσσα περιγράφει ο Βουλευτής Νοτίου Τομέα Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας, Μπάμπης Παπαδημητρίου την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για μεγάλο κούρεμα χρεών επισημαίνοντας ότι «δυστυχώς δεν έμαθε τίποτε από τις τραγικές επιπτώσεις που είχε η ίδια πολιτική απατηλών και ανέφικτων.
Η καθυστέρηση στη συγκρότηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στήριξης έχει επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία;
Είναι αλήθεια ότι ενώ η δημιουργία του Ταμείου ήταν γρήγορη, για τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η εκταμίευση των πόρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της Covid-19 έχει καθυστερήσει. Δεν υπάρχουν πάντως άλλες επιπτώσεις πλην της ανάγκης να αυξηθεί ο διεθνής δανεισμός, ο οποίος, ευτυχώς, γίνεται με ευχέρεια και με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους. Από την άλλη, ευτυχώς, η Ελλάδα είναι από τους πρώτους που ετοίμασε και έστειλε στις Βρυξέλλες την ανάλυση για το πρόγραμμα αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου. Επομένως, το σημαντικό είναι τώρα να κινητοποιηθούν οι επιχειρήσεις, οι μελετητές και, βεβαίως, οι κρατικές υπηρεσίες ώστε να μη χαθεί χρόνος, ούτε χρήμα, στα τρία-τέσσερα επόμενα χρόνια.
Υπάρχει ενδεχόμενο μετά το τέλος της πανδημίας να αναζωπυρωθεί και πάλι η συζήτηση για τις χώρες όπως η Ελλάδα που έχουν αυξημένο δημόσιο χρέος;
Κάποιοι θα το κάνουν, προφανώς. Δεν πιστεύω όμως ότι θα εισακουστούν. Στην Ευρώπη και στην Αμερική οι απόψεις για το ρόλο του κράτους και την αξιολόγηση της δημοσιονομικής πολιτικής αλλάζουν άρδην. Η συζήτηση εμπλουτίζεται αφού και άλλα κράτη που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα με εμάς, όπως η Ιταλία, ζητούν την αλλαγή της στενάχωρης, «γερμανικής», προσέγγισης του προβλήματος που αντικειμενικά αποτελεί το αναλογικό προς το ΑΕΠ μέγεθος του χρέους. Υπάρχουν τρεις τρόποι αντιμετώπισης της συσσώρευσης δημόσιου χρέους. Ο ένας, που αποκλείεται, είναι αυτός που στην χώρα μας αποκαλείται μνημονιακός, δηλαδή με την επιβολή μέτρων λιτότητας. Αποκλείεται ειδικότερα για την Ελλάδα αφού το μεγαλύτερο μέρος του χρέους είναι προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και η εξόφλησή του εκτείνεται σε εξαιρετικά μακρινό χρονικό διάστημα. Ο άλλος τρόπος είναι η αναδιάρθρωση, Αυτό έχει ήδη γίνει για την Ελλάδα, αν και η προηγούμενη κυβέρνηση κατέληξε με μια χειρότερη συμφωνία από εκείνη που είχε δρομολογηθεί το 2012- 2014. Μένει η διαγραφή χρεών. Πολιτικά είναι αδύνατη, ειδικά επειδή το μεγαλύτερο κομμάτι του χρέους μας ανήκει, όπως είπαμε, στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό. Επομένως, το πιο πιθανό σενάριο είναι μια σταδιακή προσαρμογή κυρίως μέσω των πολύ χαμηλών αποδόσεων των κρατικών ομολόγων. Θα εξαρτηθεί τελικά από την παράταση της νομισματικής διευκόλυνσης που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας κατέθεσε πρόταση για μεγάλο κούρεμα χρεών προς τις τράπεζες, οφειλών προς ασφαλιστικά ταμεία και εφορίες καθώς επίσης και για τις επιστρεπτέες προκαταβολές. Αντέχει η οικονομία υλοποίηση αυτού του σχεδίου;
Δυστυχώς ο κ. Τσίπρας δεν έμαθε τίποτε από τις τραγικές επιπτώσεις που είχε η ίδια πολιτική απατηλών και ανέφικτων «υποσχέσεων» τις οποίες έδωσε αφειδώς πριν το 2015 ενώ δεν έκανε απολύτως τίποτε συγκεκριμένο μέχρι το 2019, οπότε μάλιστα η κυβέρνησή του κατήργησε πλήρως το ισχύον τότε πλαίσιο προστασίας, γνωστό ως «νόμος Κατσέλη». Αποτέλεσμα ήταν να παγιδευτούν χιλιάδες νοικοκυριά κι επιχειρήσεις. Ακόμη και τώρα όμως, αυτά που λέει η αξιωματική αντιπολίτευση είναι ασαφή και επισφαλή. Ποιος θα πληρώσει; Προφανώς οι φορολογούμενοι. Υπάρχει, ευτυχώς, τώρα, πλαίσιο δεύτερης ευκαιρίας για τα χρέη το οποίο διευκολύνει και όσους χρωστούν, ειδικότερα τους ευάλωτους δανειολήπτες και εκείνους που δεν μπορούν να αποφύγουν την πτώχευση. Το νέο πλαίσιο θα αρχίσει να αποδίδει πλήρως στους αμέσως επόμενους μήνες, ενώ, στο μεταξύ, οι τράπεζες, υποστηριζόμενες από τη ρύθμιση «Ηρακλής», που λειτουργεί με την εγγύηση του κράτους, ρυθμίζουν συνεχώς χιλιάδες δάνεια σε συμφωνία με τους ενδιαφερομένους με σημαντικό κούρεμα, κατά κανόνα. Συμπέρασμα, οι παρεμβάσεις που επιθυμεί ο ΣΥΡΙΖΑ αφορούν κάποιους, λίγους, που θα επιθυμούσαν να τους χαριστούν αδιακρίτως οι υποχρεώσεις τους χωρίς μάλιστα να γνωρίζουμε την περιουσιακή τους κατάσταση. Ειδικότερα, όσο διαρκεί η πανδημία, το κράτος έχει αναλάβει πλήρως τις ασφαλιστικές κρατήσεις, εξασφαλίζοντας έτσι ότι οι εργαζόμενοι δεν χάνουν τίποτε από τα έτη συνταξιοδότησής τους και τα δικαιώματα παροχών υγείας. Νέα δάνεια δεν δόθηκαν αυτούς τους μήνες, ενώ οι τράπεζες έχουν «παγώσει» την εξυπηρέτηση παλαιότερων υποχρεώσεων. Νομίζω ότι ειδικές ενισχύσεις μέσω προγραμμάτων υποβοήθησης στα δάνεια (ΓΕΦΥΡΑ 1 και 2) κάνουν καλύτερα τη δουλειά. Ως προς την Εφορία, το 2020 δημιουργήθηκαν νέα χρέη 5 δισ., ενώ εξοφλήθηκαν χρέη 4 δισ. Τι θα κάνουμε με όσους πλήρωσαν; Θα τα επιστρέψουμε ή θα τους πούμε ότι είναι «κορόιδα»; Σημειώστε ότι το 2019 είχε δημιουργηθεί νέο χρέος 5 δισ. ενώ το 2018 σχεδόν 8 δισ. Σε κάθε περίπτωση το πλαίσιο δεύτερης ευκαιρίας προβλέπει αποπληρωμή σε 240 μήνες, όπου κρίνεται απαραίτητη, ρύθμιση που με μεγάλη δυσκολία πέρασε από τις Βρυξέλλες.
Τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων προκαλούν προβληματισμό στην κυβέρνηση;
Οι έρευνες της κοινής γνώμης είναι πάντοτε χρήσιμες. Δείχνουν πράγματι την υπεροχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη και αναδεικνύουν λάθη, ασυνέπειες, δυσκολίες και ανησυχίες, ειδικά για την εξέλιξη της πανδημίας, του υποχρεωτικού εγκλεισμού και των συνεπειών στην εργασία και τα οικονομικά των ανθρώπων. Στα «ποσοστά των κομμάτων» δίνω μικρότερη σημασία: χωρίς κάλπη στον κοντινό ορίζοντα οι δημοσκοπήσεις μπορούν μόνον να καταγράψουν ποιόν θέλουν να κυβερνά και ποιόν όχι. Από την άποψη αυτή, η κυβέρνηση τα πάει καλά και, μόλις τιθασεύσουμε αυτή την τόσο επικίνδυνη φάση της πανδημίας θα τα πάει καλύτερα εφόσον προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η ανάταση της οικονομίας. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι η κοινή γνώμη καταδίκασε τις δύο πιο προβεβλημένες επιλογές του κ. Τσίπρα: την υποστήριξη στον Κουφοντίνα και την αμεριμνησία για την αποφυγή συναθροίσεων, που είναι ένας εξαιρετικά κρίσιμος παράγοντας στις προσπάθειες των πολλών για τον περιορισμό της επιδημίας.Τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων προκαλούν προβληματισμό στην κυβέρνηση; Οι έρευνες της κοινής γνώμης είναι πάντοτε χρήσιμες. Δείχνουν πράγματι την υπεροχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη και αναδεικνύουν λάθη, ασυνέπειες, δυσκολίες και ανησυχίες, ειδικά για την εξέλιξη της πανδημίας, του υποχρεωτικού εγκλεισμού και των συνεπειών στην εργασία και τα οικονομικά των ανθρώπων. Στα «ποσοστά των κομμάτων» δίνω μικρότερη σημασία: χωρίς κάλπη στον κοντινό ορίζοντα οι δημοσκοπήσεις μπορούν μόνον να καταγράψουν ποιόν θέλουν να κυβερνά και ποιόν όχι. Από την άποψη αυτή, η κυβέρνηση τα πάει καλά και, μόλις τιθασεύσουμε αυτή την τόσο επικίνδυνη φάση της πανδημίας θα τα πάει καλύτερα εφόσον προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η ανάταση της οικονομίας. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι η κοινή γνώμη καταδίκασε τις δύο πιο προβεβλημένες επιλογές του κ. Τσίπρα: την υποστήριξη στον Κουφοντίνα και την αμεριμνησία για την αποφυγή συναθροίσεων, που είναι ένας εξαιρετικά κρίσιμος παράγοντας στις προσπάθειες των πολλών για τον περιορισμό της επιδημίας.