Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση ζητούν, επανειλημμένως, από την αντιπολίτευση, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αφήσει για μετά την κριτική, την ένταση και την πόλωση.
Πράγματι, η ίδια η φύση της υγειονομικής κρίσης που ζούμε, σε συνδυασμό, βεβαίως, με τα ήδη διαφαινόμενα κοινωνικά και οικονομικά ερείπια που θα αφήσει πίσω της, είναι τέτοια που επιβάλλει μετρημένες κουβέντες. Μετρημένες κουβέντες και κυρίως να αρθούν όλοι στο ύψος των περιστάσεων.
Ωστόσο, αυτό δεν αφορά μόνο την αντιπολίτευση. Αφορά τους πάντες και, κυρίως, την κυβέρνηση. Αν, δηλαδή, ο πρωθυπουργός ζητά από τους πολιτικούς αντιπάλους τους να δείξουν «μεγαθυμία» και να μην επιχειρούν να προσπορίσουν πολιτικά οφέλη από την επιδημία, τότε έχει την κύρια ευθύνη –ως εκ της θέσεώς του- να κάνει πρώτος το ίδιο. Και, ειδικά στο υγειονομικό κομμάτι της κρίσης, έχει πεδίο δόξης λαμπρόν, αν σκεφτεί κανείς πόσους παραπάνω γιατρούς και νοσηλευτές άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ στο σύστημα υγείας. Για να μην αναφερθεί κανείς στο οικονομικό, αφού θα ήταν μίζερο και μικροπρεπές να μην αναγνωριστεί έστω και τώρα η σημασία του «μαξιλαριού» που κληρονόμησε από τους προηγούμενους η παρούσα κυβέρνηση.
Ωστόσο, προσώρας, βλέπουμε τα ακριβώς αντίθετα: για παράδειγμα, στο τελευταίο τηλεοπτικό μήνυμά του προς τους πολίτες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν αναγνώρισε τη συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ στην ενίσχυση του συστήματος υγείας, αλλά ταυτοχρόνως ακύρωσε ακόμη και την ιστορική παρακαταθήκη του Γιώργου Γεννηματά! «Ένα νέο Εθνικό Σύστημα Υγείας χτίζεται ήδη, καθώς σε μόλις πέντε εβδομάδες, έγιναν όσα δεν γίνονταν επί δεκαετίες», ισχυρίστηκε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μία εμφανή προσπάθεια να κερδοσκοπήσει πολιτικά από την κρίση –και μάλιστα με ανακρίβειες και ψεύδη.
Τούτου δοθέντος, ας μην περιμένει μεγαθυμία από τους πολιτικούς του αντιπάλους ο πρωθυπουργός. Ειδικά όταν, στην δική τους σοβαρότητα και ευθύνη, εκείνος «απαντά» εκμεταλλευόμενος την κρίση για μία χούφτα ψηφαλάκια ή «πόντους αποδοχής» στις κυλιόμενες μετρήσεις.