Ας μάθουμε να συζητάμε

Γράφει ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς

Δεν θα αναλύσω την έννοια του διαλόγου, στο βαθύτερο νόημα του και δεν θα αναφερθώ στο πώς αυτός είναι γέννημα του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Και ούτε στο τι αποσκοπούσε ο διάλογος του Σωκράτη, δηλαδή στο να ξυπνήσει από το λήθαργο της ανευθυνότητας των Αθηναίων της εποχής τους.

Οι Νεοέλληνες είμαστε σφόδρα συζητητικοί. Ωστόσο δεν ξέρουμε δυστυχώς να συζητούμε. Δε μάθαμε τι θα πει διάλογος, δεν ξέρουμε πως ο διάλογος απαιτεί τη διαφώτιση του θέματος που μας απασχολεί. Ύστερα από τις πρώτες φράσεις μας χάνουμε το θέμα και τοποθετούμε στη θέαση του, τον εαυτό μας και η συζήτηση γίνεται διαφωνία, η οποία μετατρέπεται σε προσωπική διένεξη. Σπάνια η συζήτηση διατηρείται ως το τέλος στο επίπεδο της σοβαρότητας και της ευπρέπειας, κατά κανόνα εκφυλλίζεται σε λογομαχία κακού είδους και μερικές φορές αγοραία.

Πώς να συζητήσουμε, αφού δεν μάθαμε ποτέ ν’ ακούμε τον άλλον, δηλαδή κι όταν τον αφήνουμε να μιλήσει εμείς βιαζόμαστε τόσο, που δεν προσέχουμε διόλου στα λόγια του, δεν παρακολουθούμε καθόλου τη σκέψη του, παρά σαν να λέμε από μέσα μας, ότι αν ανοίξω το στόμα μου εγώ θα σε καταυγάσω με την δική μου ορθή σκέψη.

Δεν κρατάμε τη σοβαρότητα της συζήτησης, το ρίχνουμε στην πλάκα, νομίζοντας πως λύνουμε το ζήτημα με ένα λογοπαίγνιο, ή με μια εξυπνάδα κ.α.

Είμαστε φοβερά υποκειμενικοί και φυσικά ισχυρογνώμονες, επιμένουμε για πράγματα που δεν έχουμε ιδέα ή υποστηρίζουμε τις δήθεν γνώμες μας, επικαλούμενοι το ένα ή το άλλο ανακριβές ή φανταστικό, ή κακοχωνεμένο πράγμα, πάντοτε δε σε μορφή αοριστίας, που ακούσαμε κάποτε κάπου. Δεν αναγνωρίζουμε καμιά ειδικότητα θέματος σε κανέναν και προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας με την επίμονη ισχυρογνωμοσύνη, πως εμείς τα ξέρουμε όλα. Η ισχυρογνωμοσύνη βέβαια και μάλιστα με το νόημα που μας διακρίνει: «πως ου με πείσεις καν με πείσεις», αυτό δεν είναι συζήτηση, παρά εριστική λογομαχία ή κοκορομαχία.

Η συζήτηση είναι σκέψη . Είναι σειρά συλλογισμών, πορεία του νου. Εκείνος που συζητεί εποικοδομητικά, που σκέπτεται σωστά και καθαρά, αντικειμενικά. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια και οπωσδήποτε ότι όποιος δεν ανταποκρίνεται στην εποικοδομητική συζήτηση, πως είναι μειωμένης αντίληψης. Χωρίς να είναι  μειωμένης αντίληψης και αρκετά έξυπνος, αν  είναι, ακόμη πέφτει σε σφάλματα σκέψης και αυτό διότι ο άνθρωπος δεν σκέπτεται μονό με το νου, παρά με όλο του το είναι. Η αιτία της εσφαλμένης κατά τη συζήτηση σκέψης μας δεν βρίσκεται τόσο στο βαθμό της νοημοσύνης, αλλά και σε άλλους παράγοντες. Σε μια συζήτηση δεν παίρνει μέρος μόνο η νοημοσύνη, παρά ο άνθρωπος σκέπτεται και μιλά με το όλο του το είναι, δηλαδή σκέπτεται και μιλά ολόκληρος ο άνθρωπος, με όλες τις λειτουργίες του, τα συναισθήματα του, τις φιλοδοξίες του, την ματαιοδοξία του, τις ευαισθησίες του, τον εγωισμό του, με όλους τους φόβους του, με τις προλήψεις, τις πεποιθήσεις του, τις επιδιώξεις του κ.α. Αν θέλουμε, λοιπόν να σκεφτόμαστε και να συζητούμε σωστά και αντικειμενικά θα πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη μας πόσα πολλά πράγματα π.χ. μπορούν να εμφιλοχωρήσουν την νοητική διαδικασία μας, που μας κάνουν να σκεφτόμαστε αντικειμενικά κατά τη συζήτηση.

Από τη συζήτηση μπορεί να ανακαλύψεις το βαθμό της αγωγής του ανθρώπου, κάτι στο οποίο υστερούμε ολοφάνερα. Δεν καλλιεργούμε την αγωγή, παρά καλλιεργούμε τις κακές συνήθειες και τα  ελαττώματά μας, αυτά που μας καταπνίγουν. Κάτι που δεν θέλουμε να το συνειδητοποιήσουμε, για να καταπολεμήσουμε τον κακό μας εαυτό στο διάλογο.

Μιας και είμαστε σε προεκλογική περίοδο θα πρέπει να σεβόμαστε τον συνομιλητή μας, αυτό δεν πρέπει να το κάνουν μόνο οι πολίτες, αλλά κυρίως οι υποψήφιοι εκπρόσωποι του λαού. Αυτό που παρατηρούμε σήμερα, κυρίως στις τηλεοπτικές συζητήσεις ανάμεσα τους, να μην αφήνει ο ένας να συμπληρώσει ο συνυποψήφιος την πρότασή του και τον διακόπτει πολλές φορές χωρίς ουσιαστικό λόγο. Με αυτό τον τρόπο πρέπει να καταλάβουν ότι δεν διαφωτίζουν τους πολίτες για τις πολιτικές τους θέσεις.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή