Της Ελένης Τσερεζόλε
Η συζήτηση που διεξάγεται στη Βουλή σχετικά με τη συνταγματική αναθεώρηση είναι μια κορυφαία διαδικασία της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Και τούτο γιατί αφορά σε θεμελιώδη ζητήματα λειτουργίας της Πολιτείας καθώς και στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Πρόκειται για μία συζήτηση, που η κυβέρνηση επέλεξε να μην περιορίσει σε επίπεδο τεχνοκρατών ή «ειδικών», αλλά να ανοίξει σε μια ευρεία διαβούλευση.
Στο σημείο αυτό ο ρόλος της Επιτροπής Διαλόγου για τη Συνταγματική Αναθεώρηση υπήρξε σημαντικός και καινοτόμος καθώς «άνοιξε» τη διαδικασία στην κοινωνία και οργάνωσε μια πρωτόγνωρη ηλεκτρονική διαβούλευση – θέματα που δεν πρέπει να παραβλέπονται. Στο επίκεντρο βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, η προστασία του κοινωνικού κράτους, η καθιέρωση της απλής αναλογικής, η θέσπιση ορίου βουλευτικών θητειών, η κατοχύρωση της εποικοδομητικής ψήφου δυσπιστίας, η υποχρέωση να έχει η Πολιτεία εκλεγμένους πρωθυπουργούς, η διακήρυξη της θρησκευτικής ουδετερότητας, η αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από την διάλυση της Βουλής και φυσικά η αναθεώρηση του άρθρου 86 που οδηγούσε στην ατιμωρησία του πολιτικού προσωπικού – είναι μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά της αναθεώρησης.
Τα θέματα αυτά και η όλη διαδικασία ανέδειξαν (για άλλη μία φορά) τις αβυσσαλέες, θεμελιακές διαφορές μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, τις διαφορές όχι απλά δύο κομμάτων αλλά δύο διαφορετικών κοσμοθεωριών. Δύο διαφορετικών προσεγγίσεων λειτουργίας της Πολιτείας. Δύο διαφορετικών προσεγγίσεων λειτουργίας της κοινωνίας. Πρόκειται, όπως τόνισε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία του χθες, για τη «βούληση για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που εκφράζουν και δικαιώνουν πλειοψηφικά λαϊκά αιτήματα». Ο ίδιος τόνισε ότι η πρόταση της κυβέρνησης «εκκινεί από την ανάγκη ενίσχυσης του κοινοβουλίου αλλά και της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης απέναντι σε αυτές ακριβώς τις εξουσίες που δεν ανάγονται ευθέως στη λαϊκή κυριαρχία».
Η τελευταία αυτή φράση του πρωθυπουργού είναι μια φράση – κλειδί, που ενδεχομένως να περάσει απαρατήρητη λόγω των τοποθετήσεων σχετικά με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ωστόσο αφορά μια θεμελιώδους σημασίας προσέγγιση που διαφοροποιεί ριζικά ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ. Πρόκειται για τις «εξουσίες που δεν ανάγονται ευθέως στη λαϊκή κυριαρχία», τις εξουσίες δηλαδή που αποτελούν τη στοιχειώδη ασφαλιστική δικλείδα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο Πρωθυπουργός ήταν σαφής. Από την πλευρά του ο επικεφαλής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κινήθηκε σε ένα ασαφές πλαίσιο. Φυσικά ποτέ δεν είναι αργά…