Πώς «φάγανε» τις συντάξεις… των παιδιών τους και των εγγονών τους τα σημερινά «περήφανα γηρατειά»…
Διότι, και στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόσθηκε ή κακοποιήθηκε στη χώρα μας, κυρίως από τις κυβερνήσεις, ένας βασικός οικονομικός νόμος, ότι δηλαδή «δεν «υπάρχει δωρεάν πιάτο στην οικονομία, αφού κάποιος το πληρώνει τελικά».
Απλώς αναφέρω ότι πολλά χρόνια πριν από την τελευταία (μετά το 2008) οικονομική κρίση, το ελληνικό κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα βρισκόταν υπό κατάρρευση, παρά τις πάμπολλες ειδικές επιτροπές και τα αφυπνιστικά μέτρα που προτείνονταν. Μάλιστα, οσάκις (δύο μόλις φορές) μερικές κυβερνήσεις τόλμησαν να προωθήσουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις (Νόμος Σιούφα το 1992, απόπειρα για μεταρρύθμιση από τον Τάσο Γιαννίτση το 2000) έγινε «χαλασμός» στη χώρα μας από απεργίες και προκλήθηκαν εσωκομματικοί «σεισμοί»…
Κι όλα αυτά τα εγκληματικά συνέβαιναν στη χώρα μας, όταν ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι δαπάνες για συντάξεις ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν ήδη από τις υψηλότερες μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και θα εμφανίζονταν ακόμη μεγαλύτερες εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού. Τότε μάλιστα, την ίδια περίοδο, εμφανιζόταν ως σοβαρό πρόβλημα και η επιδείνωση του «δείκτη εξάρτησης των ηλικιωμένων», δηλαδή του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω ως ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών, έως το 2050, ο οποίος σήμερα παρουσιάζεται ως «παιδοκτόνος»!
Ενώ, λοιπόν, συνέβαιναν όλα αυτά και το «αμύνεσθαι περί πάρτης» ήταν βασικό σύνθημα για τη διατήρηση της στρεβλής αγοράς εργασίας, η γήρανση του πληθυσμού και η υψηλή ανεργία επιδείνωναν συνεχώς ακόμη περισσότερο το κοινωνικοασφαλιστικό πρόβλημα, όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις ανταγωνίζονταν η μια την άλλη με αποφάσεις και μέτρα για συνεχείς παροχές, για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, για αναπηρικές συντάξεις «μαϊμού» και για σωρηδόν υπαγωγή στα δήθεν «βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Κι έτσι, προκλήθηκε μια πρωτοφανής ανισότητα στο συνταξιοδοτικό σύστημα, η οποία αποτυπώνεται στο ακόλουθο παράδειγμα: Ένας ασφαλισμένος πήρε συνολική σύνταξη, σε όλη τη ζωή, πολλαπλάσια του συνόλου των εισφορών που κατέβαλε σε όλο τον εργασιακό του βίο (συν τους τόκους), ενώ ένας άλλος ασφαλισμένος πήρε κλάσμα μόνο των συνολικών του εισφορών (έστω και αν η μηνιαία σύνταξή του ήταν μεγαλύτερη).
Σχετικά Άρθρα
Δείτε επίσης