Ευρωπ. Ελεγκτικό Συνέδριο: Μικρής επιτυχίας και χωρίς αναπτυξιακή στρατηγική τα μνημόνια!

Σκληρή κριτική στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα μνημόνια, ασκεί το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), που σύμφωνα με την έκθεση του «Η παρέμβαση της Επιτροπής στην ελληνική χρηματοπιστωτική κρίση», επισημαίνει ότι είχαν μικρή επιτυχία και ότι οι όροι των προγραμμάτων που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα δεν είχαν ιεραρχηθεί σωστά, ούτε εντάχθηκαν σε κάποια ευρύτερη στρατηγική για τη χώρα!

 

Σύμφωνα με την έκθεση, τα μνημόνια συνέβαλαν μεν στην ανασυγκρότηση της χώρας, όμως οριακά. Οι ελεγκτές της ΕΕ διαπίστωσαν ότι η Επιτροπή δεν διέθετε προηγούμενη πείρα στη διαχείριση ενός τέτοιου εγχειρήματος ούτε εντάχθηκαν σε κάποια ευρύτερη στρατηγική για τη χώρα.

 

Το έργο των ελεγκτών,. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, επικεντρώθηκε στην αξιολόγηση της Επιτροπής καθώς τόσο ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και το ΔΝΤ όσο και οι ελληνικές αρχές δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα ελέγχου τους.

 

Για Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η έκθεση σημειώνει ότι αμφισβήτησε την εντολή των ελεγκτών και δεν τους παρείχε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία.

 

Έφτιαξαν μνημόνια, δίχως στρατηγική ανάπτυξης!

 

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «τα προγράμματα δεν υποστηρίζονταν από συνολική αναπτυξιακή στρατηγική με πρωτοβουλία της ίδιας της χώρας, η οποία θα μπορούσε να καλύπτει και την μετά τη λήξη των προγραμμάτων περίοδο. Μια τέτοια μακροπρόθεσμη στρατηγική θα μπορούσε να αποδειχθεί αποτελεσματικότερη για τον συντονισμό της διαδικασίας προσαρμογής και τον σχεδιασμό μέτρων στους διάφορους σχετικούς τομείς πολιτικής».

 

Για την επάνοδο στην ανάπτυξη, οι ελεγκτές διαπίστωσαν ότι κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά περισσότερο από ένα τέταρτο και η Ελλάδα δεν επανήλθε σε τροχιά ανάπτυξης το 2012, όπως προβλεπόταν αρχικά.

 

Μεγάλο βάρος, δόθηκε στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, για την οποία τα προγράμματα εξασφάλισαν τη βραχυπρόθεσμη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα, δεν κατάφεραν, ωστόσο, να αποτρέψουν τη ραγδαία επιδείνωση των ισολογισμών των τραπεζών, πρωτίστως λόγω των δυσμενών μακροοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων, με συνέπεια να περιοριστεί η ικανότητα των τραπεζών να χρηματοδοτούν την πραγματική οικονομία.

 

 

Όλα ξεκίνησαν με μία άπειρη Ευρώπη και ένα διστακτικό ΔΝΤ

Όλα τα μνημόνια συνεννόησης (ΜΣ) βασίστηκαν σε κοινούς όρους που συμφωνήθηκαν από όλους τους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), και σε συμφωνία με τις ελληνικές αρχές, έπειτα από μια διαδικασία εσωτερικών συζητήσεων και ουσιαστικού διαλόγου. Η ανάγκη να υπάρχουν κοινοί όροι ήταν επιδίωξη της Ευρωομάδας. Αυτό προϋπέθετε την επίτευξη συμβιβαστικών θέσεων με τους άλλους θεσμούς, ιδίως το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Οι όροι πολιτικής σχεδιάστηκαν έπειτα από διεξοδικές εσωτερικές συζητήσεις μεταξύ των θεσμών, οι οποίες περιλάμβαναν σειρά προφορικών και γραπτών επαναληπτικών διαδικασιών.

Η ζώνη του ευρώ δεν διέθετε χρηματοδοτικά μέσα και νομικό πλαίσιο προκειμένου να παρέχει χρηματοδοτική συνδρομή στις χώρες της ζώνης του ευρώ. Το πρώτο πρόγραμμα, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από τη δανειακή διευκόλυνση για την Ελλάδα (ΔΔΕ), θεσπίστηκε ταχέως προκειμένου να αποτραπεί η αθέτηση υποχρεώσεων του κράτους. Ελλείψει πλαισίου εκείνη την περίοδο, η Επιτροπή και η Ευρωομάδα βασίστηκαν στο πλαίσιο και στις μεθοδολογίες που είχε αναπτύξει το ΔΝΤ, το οποίο ήταν τότε ο διεθνής οργανισμός που διέθετε την εντολή και την πείρα να αναλαμβάνει τέτοια προγράμματα. Η Επιτροπή κωδικοποίησε επισήμως τη δική της διαδικασία το 2011. Οι δράσεις πολιτικής ιεραρχήθηκαν δεόντως, ιδίως μέσω του κοινού προγράμματος με το ΔΝΤ.

Η Επιτροπή, μεταξύ άλλων, χρησιμοποίησε το γνωστό σύστημα των «προαπαιτούμενων» και των «διαρθρωτικών σημείων αναφοράς» του ΔΝΤ, τα οποία αποτελούν καίριες μεταρρυθμίσεις, απαραίτητες για το κλείσιμο μιας αξιολόγησης και την αποδέσμευση της εκταμίευσης. Αυτά σταδιακά αποσαφηνίστηκαν με ορισμένα πρόσθετα προαπαιτούμενα στο πεδίο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μέσω της χρήσης ορόσημων. Το τρέχον πρόγραμμα στήριξης της σταθερότητας του ΕΜΣ εισήγαγε επίσης την έννοια των «βασικών παραδοτέων».

Κάθε θεσμός ενεργεί εντός του νομικού πλαισίου που ισχύει για κάθε πρόγραμμα. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση των καίριων μεταρρυθμίσεων πραγματοποιήθηκαν στο ευρύτερο πλαίσιο της επικρατούσας δυσχερούς οικονομικής κατάστασης, καθώς και μιας σοβαρής αστάθειας στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση, η ουσιαστική αναδιάρθρωση, οι ρυθμιστικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση, που αναλήφθηκαν ως άμεση απάντηση σε μια οξεία κρίση και με σκοπό τον περιορισμό των υπό εξέλιξη αρνητικών επιπτώσεων, επέτρεψαν τη σταθεροποίηση ολόκληρου του συστήματος. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίστηκε η επίτευξη του βασικού στόχου των προγραμμάτων: η αποτροπή της κρατικής χρεοκοπίας και η διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Το αντίθετο σενάριο (η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος) θα επέφερε πολύ σημαντικότερο χρηματοπιστωτικό, οικονομικό και κοινωνικό κόστος.

Η απουσία πολιτικής σταθερότητας κατέστησε δύσκολη την ιδιοκτησία του μεταρρυθμιστικού προγράμματος σε βάθος χρόνου· τούτο αποτελεί ένα από τα βασικά σημεία που χρήζουν συνεκτίμησης κατά την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της πολιτικής στον συγκεκριμένο τομέα.

Η Ελλάδα γνώρισε επανειλημμένες παρατεταμένες περιόδους πολιτικής αστάθειας που αναζωπύρωσαν την αβεβαιότητα όσον αφορά την πολιτική πορεία, τη δέσμευση στις μεταρρυθμίσεις και την αποτελεσματική υλοποίησή τους. Ωστόσο, η Ελλάδα βγήκε στις αγορές τον Απρίλιο και τον Ιούλιο του 2014, έπειτα από μια περίοδο σταθερής μεταρρύθμισης, επιτυχών εκβάσεων στις αξιολογήσεις και βελτιωμένων προοπτικών ανάπτυξης. Αυτό καταδεικνύει με σαφήνεια πως η αποτελεσματική υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων ευνοεί την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των συμμετεχόντων στην αγορά και μια επιτυχημένη επιστροφή στις αγορές.

Η επιτυχημένη επιστροφή στην ανάπτυξη εξαρτάται από την επιτυχημένη υλοποίηση του προγράμματος. Η ανάπτυξη δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την αντιμετώπιση  των υποκείμενων συστημικών και διαρθρωτικών αδυναμιών του κράτους και της οικονομίας της Ελλάδας. Δεδομένου ότι τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο πρόγραμμα διακόπηκαν, αυτός ο τελικός στόχος δεν επιτεύχθηκε πλήρως.

Η υλοποίηση των προγραμμάτων απέτρεψε την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η οποία θα είχε πολύ πιο δραματικές συνέπειες τόσο για το ελληνικό κράτος όσο και για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ωστόσο, οι αντίξοες μακροοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, καθώς και η παρατεταμένη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στη χρηματοπιστωτική αγορά στο πλαίσιο των προγραμμάτων συνέτειναν στην επιδείνωση των προϋπολογισμών των τραπεζών.

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή