Η Ελλάδα χώρα παραγωγός και όχι «πελάτης», η μοναδική αλλαγή που θα βγάλει την χώρα από την ανάγκη για εξωτερικό δανεισμό! Τα τελευταία χρόνια, καταγράφεται μία σημαντική ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών, με τους έλληνες εξαγωγείς, να καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, είτε συλλογικά, είτε σε επίπεδο επιχείρησης. Αυτό σημαίνει, ότι προϊόντα κάθε είδους, που παρήχθησαν εντός του ελληνικού οικονομικού χώρου και ο κύκλος παραγωγής τους ενίσχυσε την ελληνική Οικονομία (θέσεις εργασίας, πρώτες ύλες, υποστήριξη), πωλείται στο εξωτερικό, φέρνοντας επιπλέον ρευστότητα στην αγορά και φόρους για το Δημόσιο, το οποίο ήδη έχει ενισχυθεί από τη φορολόγηση της διαδικασίας παραγωγής, καθώς και από τα οφέλη της αύξησης των θέσεων εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα γίνεται παραγωγός – εξαγωγέας και όχι απλά πελάτης.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι ισχυρότερες οικονομίες, είναι αυτές με την μεγαλύτερη παραγωγή και εμπορικό πλεόνασμα. Στην Ευρώπη είναι η Γερμανία και στην παγκόσμια Οικονομία η Κίνα. Τι είναι όμως αυτό το εμπορικό πλεόνασμα που πρέπει να χτίσει η Ελλάδα;
Σαν έννοια έχει να κάνει περισσότερο με την αξία των προϊόντων και υπηρεσιών που εξάγονται – εισάγονται παρά με χρήματα. Αν τα προϊόντα και υπηρεσίες που εξάγει το κράτος έχουν μεγαλύτερη αξία από αυτά που εισάγει, τότε έχουμε εμπορικό πλεόνασμα και ο οικονομικός χώρος της Εθνικής Οικονομίας, δηλαδή της Ελλάδας, αυξάνεται. Όμως για να κερδίσει κάποιος, κάποιος άλλος θα χάσει. Για αυτό λέμε ότι η παγκόσμια οικονομία είναι ανταγωνιστική σε πολλά επίπεδα. Αυτό σημαίνει ότι αν η Ελλάδα που έχει ισχυρή πρωτογενή παραγωγή και βιομηχανία μεταποίησης (ειδικά στα τρόφιμα), αποφασίσει να παράγει ένα νέο προϊόν και δοθούν επαρκεί κίνητρα ώστε η παραγωγή του να είναι συμφέρουσα από τον ιδιωτικό τομέα, τότε θα μειωθούν οι εισαγωγές από τα κράτη που μέχρι τότε εφοδίαζαν τη χώρα με αυτό το προϊόν.
Η Ελλάδα παραμένει «κλειδωμένη» σε εμπορικό έλλειμμα. Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους, όπως ότι κάποιες βιομηχανίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες στην ελληνική Οικονομία, καθώς λόγω εξωγενών και ενδογενών παραγόντων, η παραγωγή ορισμένων προϊόντων, απλά δεν μπορεί να γίνει με επιτυχία. Π.χ. η βιομηχανία αυτοκινήτων. Στην Ελλάδα υπήρχε και υπάρχει παραγωγή αυτοκινήτων, όπως το Pony της NAMCO στην Βόρεια Ελλάδα, αλλά κάτι η γραφειοκρατία, κάτι η φορολογία, μαζί με άλλα εμπόδια, δεν έχουν αφήσει την προσπάθεια να ευοδωθεί. Ακόμα όμως και αν έβγαιναν ελληνικά αυτοκίνητα, δεν θα μπορούσαν να ανταγωνιστούν τις τιμές (λόγω μεγάλων αριθμών παραγωγής) και τις τεχνολογίες που ενσωματώνουν οι ξένες εταιρίες. Παρόμοιες καταστάσεις υπάρχουν σε πολλούς κλάδους, όπως τηλεοράσεις, κινητά τηλέφωνα κ.α.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν άλλα προϊόντα όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα στην παραγωγή τους και σημειώνουν μεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό. Αυτά τα προϊόντα είναι από τον πρωτογενή τομέα, όπως λάδι, φρούτα, λαχανικά, ψάρια κ.α., καθώς και πολλά προϊόντα από τον ισχυρή ελληνική βιομηχανία μεταποίησης τροφίμων, τυριά, γιαούρτια, γλυκά, κρασί και πολλά, άλλα προϊόντα που έχουν κερδίσει τις διεθνείς αγορές, ενισχύουν σημαντικά την ελληνική Οικονομία. Σημαντική ενίσχυση στο ελληνικό ΑΕΠ έρχεται και από τη μεγάλη συμβολή του Τουρισμού, που φτάνει σχεδόν το 20%.
Με την κρίση, οι εξαγωγές είχαν σημειώσει αρχικά πτώση, αλλά τα τελευταία χρόνια υπάρχει σταθερή ανάκαμψη. Από την άλλη πλευρά, οι εισαγωγές, είχαν καταρρεύσει παράλληλα με την κατάρρευση των εισοδημάτων, αλλά και αυτές μετά το σοκ των πρώτων ετών έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν. Κλειδί, για την επίτευξη ενός ισχυρού εμπορικού πλεονάσματος, είναι η ενδυνάμωση της εσωτερικής παραγωγής και η αύξηση των εισαγωγών. Όμως πέρα από τα προϊόντα που φυσικά θα έρθουν από το εξωτερικό, όπως προαναφέραμε κινητά τηλέφωνα, αυτοκίνητα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές κ.α., υπάρχουν και ξένα τυριά, κρασιά, φρούτα, λαχανικά και πολλά άλλα, τα οποία εισάγονται ενώ υπάρχει ισχυρή εγχώρια παραγωγή. Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, έχει βγει το ελληνικό σήμα στα προϊόντα, μαζί με καμπάνιες που προωθούν την επιλογή των ελληνικών προϊόντων έναντι των εισαγόμενων.
Το ελληνικό έλλειμμα μειώθηκε 3,8% τον Σεπτέμβριο
Σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων επί των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, φαίνεται ότι σε αντίθεση με την εικόνα που παρατηρούνταν από την αρχή του έτους, οι εισαγωγές τον περασμένο Σεπτέμβριο εμφανίζονται οριακά μειωμένες κατά 0,2%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 3,74 δισ. Ευρώ έναντι 3,75 δισ. Ευρώ κατά τον ίδιο μήνα του έτους 2016. Εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 75,1 εκατ. ευρώ ή κατά 2,6%.
Κατά την περίοδο Ιανουάριος – Σεπτέμβριος 2017 στην Ελλάδα εισήχθησαν προϊόντα συνολικής αξίας 37,24 δισ. ευρώ έναντι 32,22 δισ. Ευρώ κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2016, παρουσιάζοντας αύξηση 15,6%. Χωρίς τα πετρελαιοειδή οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 2,5 δισ. ευρώ ή κατά 9,6%.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2017 κατά 3,8%, στα 1,32 δισ. ευρώ από 1,37 δισ. Ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2016. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, το εμπορικό έλλειμμα τον Σεπτέμβριο εμφανίζεται αυξημένο κατά 44,6, εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά 3,6%.
Για την περίοδο Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2017, το συνολικό εμπορικό έλλειμμα ανήλθε σε 16,12 δισ. Ευρώ έναντι 13,62 δισ. Ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2016, παρουσιάζοντας αύξηση 18,4%. Χωρίς πετρελαιοειδή, το έλλειμμα και πάλι εμφανίζεται αυξημένο κατά 13,1% ή κατά 1,61 δισ. Ευρώ.