Εκεινο τὸ βράδυ χόρεψα κι ἐγώ. Κι εἶχα χρόνια νὰ χορέψω, ἀφότου οἱ ἀσταμάτητες φοροδοτικὲς μου ὑποχρεώσεις κάθε λίγο μὲ χορεύουνε στὸ… ταψί! Ἦταν Σάββατο, 6 Μαΐου. Μετὰ ἀπὸ μιὰ κοπιαστική ἡμέρα, κάθησα μπροστὰ στὴ μικρή ὀθόνη γιὰ νὰ πάρω τὴν καθιερωμένη δόση ἀπελπισίας ποὺ μᾶς προσφέρει τὸ χάλι τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας καὶ πολιτείας. Εἶδα τρεῖς καὶ τέσσερις φορὲς τὰ λεγόμενα ἔκτροπα, δηλαδὴ τὶς βαναυσότητες καὶ χυδαιότητες καὶ τὶς ἐγκληματικὲς ἐνέργειες ποὺ ἔλαβαν χώρα ἔξω καὶ μέσα στὸ ποδοσφαιρικό γήπεδο τοῦ Βόλου ὅπου θὰ γινόταν ἡ ἀναμέτρηση τῶν δύο δικεφάλων, τῆς ΑΕΚ καὶ τοῦ ΠΑΟΚ. Τὸ τελικὸ Κ καὶ τῶν δύο ὁμάδων εἶναι δηλωτικὸ τῆς αὐτοκρατορικῆς τους καταγωγῆς. Καὶ οἱ δύο ὁμάδες ἔχουν τὶς ρίζες καταγωγῆς τους στὴν Βασιλεύουσα καὶ γι’ αὐτὸ ἔχουν ἔμβλημα τὸν Δικέφαλο ποὺ ἦταν σημαία τῆς βυζαντιακῆς αὐτοκρατορίας. Δὲν ξέρω οὔτε φρόντισα νὰ μάθω ποιὸς ἀναδείχθηκε τελικὰ νικητής. Ξέρω ὅμως ποιὸς βγῆκε ἡττημένος. Αὐτὸς ἦταν ὁ Δικέφαλος ποὺ βγῆκε… κοψοκεφαλισμένος ἀπὸ ἕνα τέτοιο κακοκέφαλο πλῆθος ἀτόμων ποὺ ἀντιποιοῦνται ἰδιότητα φιλάθλων. Καταρρακώθηκε κυριολεκτικὰ τὸ νόημα καὶ τὸ σύμβολο τοῦ Δικεφάλου!
Ἀπογοητευμένος, πατώντας κάποια κουμπιὰ, βρέθηκα, ὅπως τὸ κάνω συχνὰ γιὰ νὰ ἔχω καλύτερη ἐνημέρωση, πρὸς τὸ ΡΙΚ. Καὶ τότε ἡ καρδιὰ μου φτερούγισε ἀπὸ χαρὰ. Ἡ μικρὴ ὀθόνη ἔδειχνε ἕνα κυπριακὸ γλεντοκόπι. Ποὺ δὲν ἦταν σὰν αὐτὰ τὰ στυλιζαρισμένα ποὺ δείχνουν οἱ δικὲς μας ὀθόνες. Γλεντοῦσε ἕνα ὁλόκληρο χωριὸ. Καὶ μετεῖχαν σ’ αὐτὸ τὸ «τσιμπούσι» (ἔτσι μετασχημάτισαν οἱ Τοῦρκοι τὸ ἑλληνικό συμπόσιο) μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἦσαν κάτοικοι ἑνὸς κάπως ὀρεινοῦ χωριοῦ ποὺ λέγεται Ἀγρὸς. Εἶχα περάσει σὲ δύσκολες ὧρες γιὰ τὴ Μεγαλόνησο ἀπὸ τὸ χωριὸ αὐτὸ καὶ μοῦ εἶχαν πεῖ ὅτι φημίζεται γιὰ τὰ τριαντάφυλλὰ του, ἀπὸ τὸ ὁποῖο οἱ κάτοικοι βγάζουν τὸ ροδόσταμο ποὺ ἔχει μιὰ ὑπέροχη μυρωδιὰ. Ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες ὅμως ἡ ἀτμόσφαιρα μύριζε… μπαρούτη. Ὅ,τι ὅμως δὲν χάρηκα τότε, τὸ χάρηκα τὸ Σάββατο τῆς 6ης Μαΐου. Εἶδα εὐτυχισμένους ἀγρότες. Παιδιὰ βεργολυγερὰ νὰ χορεύουν ἀσίκικα καὶ ἡλικιωμένους νὰ κάνουν τσακίσματα σὰν λευκαρίτικα κεντήματα. Καὶ ὅταν σταματοῦσε τὸ τραγούδι, καὶ ὁ χορὸς, ἄψογα συντονισμένοι ἀπὸ μιὰ αἰθερίου κάλλους παρουσιάστρια, νὰ μιλοῦν ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο γιὰ τὸ χωριὸ τους, γιὰ τὸ πανέμορφο κι εὐωδιαστό προϊόν τους, γιὰ τὸ μάζεμα σὲ ὁρισμένη ὥρα τῶν πετάλων, γιὰ τὴ μεταφορὰ τους στὸ σύγχρονο ἐργαστήρι γιὰ νὰ βγεῖ ἀπὸ αὐτὰ ὁ χυμὸς μὲ τὰ αἰθέρια ἔλαια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα βγαίνει τὸ ροδόσταμο. Καὶ μετὰ πάλι τραγούδι καὶ πάλι χορὸς. Ξανάζησαν οἱ ἔνδοξες στιγμὲς τοῦ Γιώργου Μητσάκη, τῆς Σωτηρίας Μπέλλου, τοῦ Πυθαγόρα καὶ τοῦ Βίρβου. Ἀκολουθοῦσε νέος κύκλος δηλώσεων. Μιλοῦσαν γυναῖκες καλοντυμένες καὶ καλοβαλμένες γιὰ τὸ πῶς φτιάχνουν –βιομηχανοποιημένο τώρα– τὸ γλυκὸ ἀπὸ τριαντάφυλλο, μιλοῦσε ἕνας θεριακωμένος ἄντρας γιὰ τὸ πῶς κράτησε –χάρη στὴν καλλιέργεια τοῦ τριαντάφυλλου– καὶ τὰ πέντε παιδιά του στὸ χωριό, μιλοῦσε κι ἕνας λευκομάλλης –ἐξαίσιος χορευτὴς– γιὰ τὸ πῶς ὁλοχρονὶς ἐργάζεται μεθοδικὰ τὸ χωριὸ γιὰ τὴν ἐτήσια γιορτὴ τοῦ τριαντάφυλλου, μιλοῦσαν νέα παιδιὰ μὲ ἀγάπη γιὰ τὴ γῆ καὶ τὴ δουλειὰ, ποὺ τοὺς δίνουν ὅλα τὰ ἀγαθὰ, μιλοῦσε κι ἕνας ἡλικιωμένος ὅλο λεβεντιὰ λέγοντας καμαρωτὰ: «Εἶμαι εὐτυχισμένος ποὺ ἔγινα ἀγρότης»! Καὶ ἄρχισε μετὰ τὸ χορό. Μαζί του –ναὶ– χόρεψα κι ἐγὼ. Καὶ διερωτῶμαι: Γιατί τὰ δικὰ μας κανάλια δὲν δείχνουν καὶ δικοὺς μας εὐτυχισμένους ἀλλὰ δείχνουν μόνο ἐξαγριωμένους καὶ παραπονεμένους ἀγρότες; Ἔτσι δημιουργεῖται μιὰ ἀποστροφὴ πρὸς τὴν ἀγροτικὴ ἐργασία ποὺ εἶναι γιὰ τὴ χώρα μας ἡ μόνη σίγουρη σανίδα σωτηρίας. Ὁ τουρισμὸς δὲν παρέχει ἐχέγγυα σιγουριᾶς.
www.sarantoskargakos.gr