Νέες αλλαγές μετά από πιέσεις της αγοράς.
Με δύο νέες αλλαγές στους περιορισμούς κίνησης κεφαλαίων (Capital Controls) η κυβέρνηση προχωρά σε νέα χαλάρωση του μέτρου, με νέα απόφαση του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου. Η αρχή έχει γίνει εδώ και ενάμιση μήνα και αργά αλλά σταθερά, μειώνονται οι περιορισμοί που έχουν «παγώσει» την ελληνική αγορά με την συνέχεια να δίνεται στις συναλλαγές με το εξωτερικό, για τα νομικά πρόσωπα και τους επιτηδευματίες.
Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων έχουν καταφέρει ισχυρό πλήγμα στην ελληνική επιχειρηματικότητα, «παγώνοντας» την αγορά και «δένοντας τα χέρια» σε εισαγωγείς, μεταποιητικές βιομηχανίες και εμπόρους. Με την επιστροφή στην κανονικότητα να φαίνεται δρόμος μακρύς και δύσκολος παρά τις εκτιμήσεις αρμόδιων αξιωματούχων πως, με τις κατάλληλες προϋποθέσεις η άρση των Capital Controls μπορεί να γίνει μέχρι το τέλος του έτους, όλα δείχνουν πως στην πράξη η εικόνα των περιορισμών να αποσυντίθεται κομμάτι-κομμάτι μέχρι την τελική τους κατάργηση.
«Έφυγε» το όριο των 1.800 ευρώ στα εμβάσματα
Η νέα απόφαση «χτίζει» πάνω σε προηγούμενη, που είχε εκδοθεί σχεδόν πριν δύο εβδομάδες και εξαιρούσε από τους περιορισμούς την είσπραξη σε μετρητά τουλάχιστον ισόποσου ποσού δικαιούχο εμβάσματος με όριο τα 1.800 ευρώ, ανά μήνα. Τώρα, μετά και από αντιδράσεις από φορείς της αγοράς, φεύγει ο περιορισμός των 1.800 ευρώ με τροποποίηση της συγκεκριμένης παραγράφου του νομού, που τώρα αναφέρει πως «είσπραξη σε μετρητά τουλάχιστον ισόποσου ποσού από πελάτες τους – πληρωτές εμβασμάτων προς το εξωτερικό».
Όριο 5.000 ευρώ την μέρα για εταιρικές συναλλαγές στο εξωτερικό
Η δεύτερη αλλαγή είναι ότι από τώρα, επιτρέπονται συναλλαγές εταιριών ή επιτηδευματιών προς το εξωτερικό στο πλαίσιο των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, μέχρι τις 5.000 ευρώ την ημέρα. Η αλλαγή, είναι η προσθήκη του «ανά ημέρα και ανά πελάτη» στη σχετική παράγραφο που προηγουμένως έγγραφε, «Συναλλαγές νομικών προσώπων ή επιτηδευματιών προς το εξωτερικό στο πλαίσιο των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, που δεν υπερβαίνουν τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ η καθεμία(…)»



