Τρίτη, 16 Δεκεμβρίου 2025

Κ. Τσιάρας: Η κυβέρνηση έκανε τα απαραίτητα βήματα προκειμένου να προσέλθουν στο διάλογο οι αγρότες

«Υπήρχε ένας μεγάλος αριθμός, τουλάχιστον εκπροσώπων, των αγροτών οι οποίοι είπαν ότι με αυτές τις ανακοινώσεις δημιουργείται το έδαφος μιας βάσης συζήτησης και νομίζω ότι, σε αυτό πρέπει να σταθεί κανείς» δήλωσε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστας Τσιάρας στο ΕΡΤnews Radio 105,8 και στην εκπομπή «Πρωινές Διαδρομές» με τον Βασίλη Αδαμόπουλο την Μαρία Γεωργίου αναφορικά με το πώς υποδέχθηκαν οι αγρότες τις χθεσινές ανακοινώσεις του.

«Άλλωστε, αυτό που ζητούσαν δημοσίως είναι να υπάρχουν απαντήσεις σε κάποια ζητήματα, κυρίως σε αυτά τα οποία αφορούν στο κόστος παραγωγής, προκειμένου να μπορέσουν να προσέλθουν στο διάλογο» σημείωσε ο Υπουργός, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση, τόσο σε προηγούμενο χρόνο όσο και το τελευταίο χρονικό διάστημα, κινείται προς την κατεύθυνση της πραγματικής στήριξης των ανθρώπων του αγροτικού τομέα.

«Υπάρχουν δημόσιες δηλώσεις πολλών εξ αυτών, υπήρχαν και κάποιες επικοινωνίες, αυτή είναι η πραγματικότητα. Αλλά πέραν όλων αυτών, νομίζω ότι πλέον η κυβέρνηση έκανε τα απαραίτητα βήματα και τα έκανε με έναν πολύ σοβαρό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψιν ουσιαστικά και τα πραγματικά δημοσιονομικά δεδομένα από τη μία πλευρά, αλλά και το τι μας επιτρέπει το ευρωπαϊκό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε, προκειμένου να στηρίξουμε αυτή την πολύ, πραγματικά κρίσιμη στιγμή, τον παραγωγικό κόσμο της χώρας» ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Δεν έχω ψευδαισθήσεις, θέλω να είμαι ειλικρινής. Ξέρω πολύ καλά ότι είναι μια πολύ δύσκολη περίοδος για τον πρωτογενή τομέα και αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό ζήτημα, είναι ευρωπαϊκό ζήτημα. Από κει και πέρα όμως, πρέπει κανείς να δει ότι όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα η κυβέρνηση έχει σταθεί στο πλευρό των αγροτών, έχει δώσει με τις δικές της ρυθμίσεις και με τις δικές της πολιτικές, επιλογές ανακούφισης σε μια σειρά προβλημάτων που είχαν οι αγρότες εδώ και πάρα πολλά χρόνια, αλλά από κει και πέρα αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα, αυτή είναι η πραγματικότητα, τα οποία όμως θα τα αντιμετωπίσουμε» προσέθεσε.

«Αυτή τη στιγμή πρέπει οι ίδιοι οι αγρότες, οι εκπρόσωποί τους να αποφασίσουν να προσέλθουν στο τραπέζι του διαλόγου, διότι νομίζω ότι εκεί βρίσκεται όλη η ουσία. Και βεβαίως νομίζω ότι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο πρέπει να αποφασίσουν να μη συνεχίζουν να ταλαιπωρούν όλη την υπόλοιπη ελληνική κοινωνία. Αλλά αυτό είναι μία απόφαση που αφορά στους ίδιους» συμπλήρωσε ο κ. Τσιάρας.

Σχετικά με το αίτημα μη υπαγωγής του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, ο Υπουργός ξεκαθάρισε ότι δεν θα μπορούσε να είναι αντικείμενο συζήτησης και ότι «η μετάβαση του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ είναι ένας μονόδρομος για να πάμε τον ΟΠΕΚΕΠΕ σε εποχή διαφάνειας και δικαιοσύνης και είναι κρίμα, μεταξύ των αιτημάτων να τίθεται και αυτό το ζήτημα».

«Γιατί, αν όντως θέλουμε να λύσουμε το πρόβλημα του ΟΠΕΚΕΠΕ με όλα αυτά που διαλαμβάνονται στη δημόσια συζήτηση το τελευταίο χρονικό διάστημα, με γεγονότα, με θέματα και ζητήματα που πραγματικά μας εκπλήσσουν, μας προσβάλλουν, μας κάνουν να αισθανόμαστε πραγματικά πάρα πολύ άσχημα, δεν θα μπορούσε να υπάρχει καμία άλλη λύση παρά μόνο η μετάβασή του ΟΠΕΚΕΠΕ σε έναν φορέα που έχει πολύ υψηλό επίπεδο διασταυρωτικών ελέγχων» τόνισε ο κ. Τσιάρας.

Ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, για το οποίο εξέφρασε τη διαφωνία του και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Φάμελλος, την ενσωμάτωση δηλαδή του Οργανισμού στην ΑΑΔΕ, ο κ. Τσιάρας ανέφερε τα εξής:

«Αναρωτιέμαι λοιπόν, να απαντήσω έμμεσα αλλά ουσιαστικά στην ερώτηση, πώς αλήθεια θα μπορούσαμε να κάνουμε τους διασταυρωτικούς ελέγχους με όλα τα δεδομένα που είναι προϋπόθεση, με το Κτηματολόγιο, με πληροφοριακά συστήματα τα οποία μπορούν να διασταυρώνουν την πληροφόρηση, με τη σύγκριση του Ε9 με τη δήλωση του ΟΣΔΕ, με όλα αυτά τα οποία ουσιαστικά θα είναι και η ασφαλιστική δικλίδα, για να μη συνεχίζεται μια κακή πραγματικότητα που έχουμε καταγράψει για τον ΟΠΕΚΕΠΕ.

Διότι, αν κανείς πιστεύει ότι υπάρχουν μαγικές συνταγές ή δεν έχει επιχειρηθεί το προηγούμενο χρονικό διάστημα από προηγούμενες διοικήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ η λεγόμενη και αναζητούμενη εξυγίανση, εγώ θέλω να σας βεβαιώσω ότι πολλοί προσπάθησαν να την κάνουν. Αλλά δεν εξυγιαίνεται ο ΟΠΕΚΕΠΕ αν δεν πάμε σε ένα άλλο πολύ υψηλό επίπεδο διασταυρωτικών ελέγχων, αλλά και εσωτερικού ελέγχου, με δυνατότητα διασταύρωσης πληροφοριών από διαφορετικά πληροφοριακά συστήματα, αλλά και με έναν έλεγχο ο οποίος δεν μπορεί παρά να γίνει σε έναν φορέα που τουλάχιστον μέχρι σήμερα και μιλάω φυσικά για την ΑΑΔΕ, έχει αποδείξει και το υψηλό επίπεδο ουσιαστικά ελέγχων και το κύρος και την αξιοπιστία, αλλά πολύ περισσότερο μια δυνατότητα η οποία υπάρχει σε πολύ λίγους φορείς της ελληνικής πολιτείας».

Ερωτηθείς γιατί δεν έγιναν νωρίτερα οι ανακοινώσεις προκειμένου να αποφευχθεί η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, ο κ. Τσιάρας επισήμανε ότι «μόλις πέρυσι, δηλαδή το 2024 η κυβέρνηση ήταν αυτή η οποία αποφάσισε να επιστρέψει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης με νόμο, για πρώτη φορά. Θυμηθείτε ότι αυτό συνέβαινε ad hoc ανάλογα με το ποια κυβέρνηση είχε την επιθυμία να επιστρέψει ένα μέρος του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης ή να μην επιστρέψει καθόλου τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης. Αυτό για πρώτη φορά πλέον γίνεται με νόμο. Δηλαδή, η κυβέρνηση νομοθέτησε την συνολική επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για όλους τους αγρότες, χωρίς να υπάρχει ούτε όριο ποσού. Υπάρχουν προβλήματα σε αυτή τη διαδικασία τα οποία είδαμε από την πρώτη χρονιά; Βεβαίως, εγώ θέλω να είμαι ειλικρινής. Γιατί, υπήρχε θέμα με την σωστή ανάρτηση των τιμολογίων που αφορούσαν στην κατανάλωση του καυσίμου, με αποτέλεσμα η ΑΑΔΕ να μην μπορεί να τα αναγνωρίσει, γιατί έχουμε μία καταγραφή των «πραγματικών» αναγκών κατανάλωσης πετρελαίου ανά καλλιέργεια από το 2015 και αυτό έχει διαφοροποιηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό μέχρι σήμερα, το 2025. Με άλλα λόγια, κάποιες καλλιέργειες ευνοούνταν, κάποιες άλλες αδικούνταν και αυτό πρέπει να το εξορθολογίσουμε και αυτό δημιούργησε ενδεχομένως ένα μεγάλο ζήτημα» εξήγησε ο κ. Τσιάρας.

«Από κει και πέρα, το αίτημα των αγροτών είναι, πέραν όλων αυτών, γιατί όλα αυτά είναι καλά προφανώς για λόγους ρευστότητας και το κατανοώ, η αποφορολόγηση, δηλαδή να μην πληρώνει κανείς στον ειδικό φόρο κατανάλωσης, να γίνεται στην αντλία» σημείωσε.

Όσο αφορά το επιχείρημα ότι το αφορολόγητο πετρέλαιο στην αντλία μπορεί να οδηγήσει σε λαθρεμπόριο, ερωτηθείς πώς μπορεί αυτό να ξεπεραστεί, ο υπουργός ανέφερε τα παρακάτω:

«Η εμπειρία με αυτή την προσέγγιση δεν είναι και τόσο θετική στο πρόσφατο σχετικά παρελθόν. Μιλάω για την εποχή του χρωματισμού πετρελαίου. Δεν ξέρω αν το γνωρίζετε. Σίγουρα οι ακροατές και ειδικά οι αγρότες το θυμούνται, όπου εκεί πραγματικά είχαμε φαινόμενα τα οποία δεν τιμούν κανέναν. Και ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτή η «δυνατότητα» που δόθηκε τότε, σταμάτησε για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Η προσπάθεια λοιπόν είναι να εξευρεθεί λύση και έχω την αίσθηση ότι η ΑΑΔΕ έχει κάνει μία πολύ σοβαρή εργασία όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ούτως ώστε να εξευρεθεί η λύση προκειμένου να μπορεί κάποιος αγρότης να παίρνει χωρίς να πληρώνει τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης για την ποσότητα πετρελαίου που δικαιούται προκειμένου να καλύψει τα έξοδα της καλλιέργειας.

Την ίδια ακριβώς στιγμή και για πρώτη φορά κλειδώσαμε μία πολύ χαμηλή τιμή για το αγροτικό ηλεκτρικό ρεύμα, τα 9,2- 9,3 λεπτά την κιλοβατώρα, κάτι το οποίο είναι μία πολύ χαμηλότερη τιμή σε σχέση και με την οικιακή κατανάλωση αλλά και με τη βιομηχανική κατανάλωση».

Πρέπει κανείς να καταλάβει και ποιο είναι το πραγματικό κόστος για τη ΔΕΗ, σημείωσε ο υπουργός σχετικά με το ότι οι αγρότες ζητούν 7 λεπτά την κιλοβατώρα. «Η ΔΕΗ έχει κάνει μια τεράστια προσπάθεια δικής της εξυγίανσης και το γεγονός ότι εμείς θα κρατήσουμε κλειδωμένη τη χαμηλή τιμή και θα επιχειρήσουμε να χαμηλώσει ακόμη περισσότερο, γιατί αυτό είναι το ζητούμενο, είναι ένα θέμα το οποίο τίθεται στο τραπέζι της συζήτησης και νομίζω ότι εδώ όλα έχουν να κάνουν και με το χρόνο και με συγκεκριμένα δεδομένα.

Υπήρχε μια κλειδωμένη χαμηλή τιμή για το αγροτικό ηλεκτρικό ρεύμα για δύο χρόνια και μετά θα μπορούσε να συμμετέχει η χαμηλή τιμή κατά 33%. Για ποιο λόγο; Διότι ξέραμε ότι η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος πιθανόν θα μπορούσε να μειωθεί. Επειδή όμως αυτό δεν έχει συμβεί, θα παραταθεί ο χρόνος της χαμηλής τιμής. Επιχειρείται να χαμηλώσει κι άλλο ακόμη αυτή η χαμηλή τιμή, προκειμένου να ικανοποιηθούν σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό και το αίτημα των αγροτών» συμπλήρωσε ο Υπουργός.

«Πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι ναι, υπάρχουν προβλήματα, είμαι ο πρώτος που το αναγνωρίζει. Υπάρχουν συγκεκριμένα δημοσιονομικά περιθώρια. Ουσιαστικά υπάρχει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο το οποίο μας επιτρέπει κάποια συγκεκριμένα θέματα να μπορέσουμε να τα θυμίσουμε και από κει και πέρα η κυβέρνηση έχει αποδείξει και νομίζω ότι το έχει κάνει με πολλούς τρόπους από το 2019 και μετά και μειώνοντας φορολογικούς συντελεστές, ασφαλιστικές εισφορές, ΦΠΑ για τα εφόδια, για τα φυτοφάρμακα, για τα αγροτικά μηχανήματα, ενεργειακό κόστος με το ρεύμα και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης. Είμαστε εδώ όμως για να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο αυτή την προσπάθεια που χρειάζεται να κάνουμε όλοι μας, να στηρίξουμε τον αγροτικό κόσμο της χώρας» τόνισε χαρακτηριστικά ο Υπουργός.

Σχετικά με το θέμα της κατώτερης εγγυημένης τιμής, είναι ένα αίτημα το οποίο δεν μπορεί να μπει σε καμιά συζήτηση σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Τσιάρας.

«Στα αιτήματα των αγροτών υπάρχουν κάποια δίκαια αιτήματα, και νομίζω ότι γι’ αυτά ήδη συζητάμε, παραδείγματος χάριν, το ζήτημα με το πρόβλημα που υπάρχει με το λεγόμενο ΑΤΑΚ, τον αριθμό ταυτότητας ακινήτου ή το ΚΑΕΚ που αφορά σε ένα μεγάλο βαθμό αγροτεμάχια στη Βόρεια Ελλάδα και το ξέρουμε πάρα πολύ καλά γιατί δεν υπάρχουν καθαροί τίτλοι ιδιοκτησίας και αυτό η κυβέρνηση προτίθεται να το λύσει ως ζήτημα.

Ωστόσο, υπάρχουν όμως και κάποια αιτήματα τα οποία ξέρουμε πολύ καλά ότι δεν μπορούν να μπουν σε καμιά συζήτηση, διότι απλούστατα έχουν να κάνουν με μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση από αυτή που υπάρχει σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα. Δηλαδή κατώτατες εγγυημένες τιμές, δεν ξέρω αν υπάρχουν σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα ή αν αυτό μπορεί να το ορίσει μόνη της η Ελλάδα, όταν μέσα από την Κοινή Αγροτική Πολιτική ακολουθεί κάποιους συγκεκριμένους κανόνες και προφανώς υιοθετεί συγκεκριμένες πρακτικές. Ούτως ή άλλως, το ξέρουμε πολύ καλά ότι σε καμία χώρα, ουσιαστικά σε καμία χώρα του δυτικού κόσμου, για να το πω όσο γίνεται πιο γλαφυρά, δεν υπάρχουν κατώτατες εγγυημένες τιμές και αυτή είναι μια πραγματικότητα».

Επιπλέον, σε σχέση με το αίτημα των αγροτών για διπλασιασμό των αγροτικών συντάξεων, ο κ. Τσιάρας εξήγησε ότι «το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα από κάποιο σημείο και μετά, επιχειρεί να γίνει ανταποδοτικό και δεν είναι καθόλου εύκολη μία τέτοια εξίσωση. Ξέρουμε πως από το παρελθόν οι ασφαλιστικές εισφορές που δεν καταβάλλονταν από τους αγρότες, παρόλα αυτά έδιναν τη δυνατότητα μιας τυπικής σύνταξης. Πλέον όλα έχουν μπει σε μία εντελώς διαφορετική λογική.

Εγώ δεν θέλω να σας πω ποια θα ήταν η κοστολόγηση όλων αυτών που μπορεί να ζητούν μέσα από τα αιτήματά τους οι αγρότες γιατί δεν είναι αυτό το θέμα της συζήτησής μας. Πρέπει όμως να καταλάβουμε ότι υπάρχουν συγκεκριμένες δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας. Δεν γίνεται να επιστρέψουμε στο παρελθόν ούτε δίνοντας ενδεχομένως χρήματα ή ποσά τα οποία μας έφερναν τα ίδια ή μεγαλύτερα πρόστιμα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ούτε πολύ περισσότερο μέσα από μαξιμαλιστικές προσεγγίσεις που θα θέσουν σε κίνδυνο την πορεία εξυγίανσης της εθνικής μας οικονομίας.

Με σοβαρότητα, με υπευθυνότητα, έχουμε πει τι μπορούμε να κάνουμε. Θεωρώ ότι υπάρχουν κι άλλα πεδία, υπάρχουν και άλλα ζητήματα τα οποία μπορούμε να δούμε και στα οποία μπορούμε να συμφωνήσουμε. Τα βασικά τα οποία έχουν τεθεί ως βάση διαλόγου από τον αγροτικό κόσμο, νομίζω ότι ήδη τα έχουμε απαντήσει και ήδη ουσιαστικά τα έχουμε προτείνει. Άρα από εδώ και πέρα ο καθένας μας κρίνεται σε σχέση με αυτά τα οποία η ίδια η κοινωνία βλέπει και παρακολουθεί».

Αναφορικά με τα αγροτοδικεία και το αίτημα για απαλλαγή των αγροτών που έχουν εμπλακεί σε κινητοποιήσεις, ο κ. Τσιάρας επισήμανε «χρειάζεται υπευθυνότητα από όλους μας. Η ελληνική πολιτεία δεν λειτουργεί με διαφορετικούς όρους και κανόνες προς διαφορετικές κατηγορίες πολιτών, αυτό πρέπει όλοι να το καταλάβουμε. Ωστόσο, νομίζω ότι οι συμπεριφορές που πολλές φορές μπορεί να δημιουργούν θέματα και ζητήματα, αν αποφεύγονται με αυτοσυγκράτηση από όλους μας, δεν θα φτάνουμε σε αυτό το σημείο. Και νομίζω ότι είναι πολύ εύκολο να βρούμε τον τρόπο και να επιχειρήσουμε με κάθε δυνατότητα που μας παρέχεται να μην επαναλαμβάνονται στερεότυπα συμπεριφορών που σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό αντιλαμβάνεστε ότι δημιουργούν και άλλα προβλήματα. Δεν νομίζω όμως ότι αυτό θα μπορούσε να μπει σε κάποια συζήτηση, εγώ θέλω να είμαι ειλικρινής, διότι απλούστατα αφορά σε «επιλεκτική» μεταχείριση της ελληνικής πολιτείας σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες».

Όσο αφορά στον κτηνοτροφικό κλάδο, οι οποίοι ζητούν ουσιαστικά την ανασύσταση των κοπαδιών, άρα υψηλότερη αποζημίωση ανά ζώο, ο Υπουργός επισήμανε τα εξής:

«Πρώτα πρέπει να δούμε τι δίνεται ως αποζημιώσεις στους Έλληνες κτηνοτρόφους, οι οποίοι ομολογουμένως είναι στην πιο δύσκολη περίοδο της ελληνικής κτηνοτροφίας, αυτή είναι η πραγματικότητα, μιλάμε για την ευλογιά, η οποία έχει βάλει σε διακινδύνευση το ζωικό κεφάλαιο της χώρας και μετά να κάνουμε οποιαδήποτε συζήτηση.

Δίνουμε την μεγαλύτερη αποζημίωση σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Δίνουμε ως 250 ευρώ το ζώο, εγώ θα σας πω ότι ο μέσος όρος μπορεί να είναι 200 ευρώ, όταν η μεγαλύτερη αποζημίωση που δίνεται σε ευρωπαϊκή χώρα είναι 95 ευρώ το ζώο. Επιπλέον, έχουμε δώσει αποζημιώσεις για ζωοτροφές. Θα δώσουμε για δεύτερη φορά μέσα στην ίδια χρονιά μέχρι το τέλος του χρόνου. Και βέβαια ο ίδιος ο πρωθυπουργός αποφάσισε να δώσει αποζημίωση στους κτηνοτρόφους ως απώλεια εισοδήματος, λόγω του ότι υπάρχει απώλεια εισοδήματος για τους κτηνοτρόφους, τα κοπάδια των οποίων έχουν θανατωθεί ακριβώς για να τους στηρίξει αυτή την πραγματικά πολύ δύσκολη περίοδο.

Ξέρω ότι τίθενται και κάποια άλλα ζητήματα. Προφανώς σε ένα δεύτερο χρόνο θα βρεθούμε στο ίδιο τραπέζι με τους κτηνοτρόφους για να τους στηρίξουμε στο κομμάτι της ανασύστασης του ζωικού κεφαλαίου. Όσο όμως διαρκεί η ευλογιά, δηλαδή η συγκεκριμένη ιογενής νόσος των αιγοπροβάτων, είναι πολύ δύσκολο να γίνει ανασύσταση, διότι δεν το επιτρέπει καν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάτι τέτοιο. Απλά πρέπει να δούμε τους όρους και τους κανόνες μέσα από τους οποίους θα προχωρήσουμε στην ανασύσταση του ζωικού κεφαλαίου. Και βεβαίως η κυβέρνηση θα είναι εδώ προκειμένου να τους στηρίξει και γι’ αυτό. Αυτή είναι η πραγματικότητα».

Σχετικά με το θέμα του εμβολιασμού σημείωσε ότι είναι θέμα επιστήμης και όχι πολιτικής.

«Προφανώς, για να γίνει ένα εμβόλιο ο πλέον κατάλληλος για να το αποφασίσει δεν είναι ούτε ο πολίτης, ούτε ο κτηνοτρόφος εν προκειμένω, αλλά είναι η ίδια η επιστήμη. Και νομίζω ότι σε αυτό έχουμε πολύ σαφείς απαντήσεις τόσο από την Κτηνιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης όσο και από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Από κει και πέρα όμως, επειδή μου είπατε ότι γίνονται εμβόλια σε άλλες χώρες, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα.

Έχει γίνει το εμβόλιο της ευλογιάς σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα; Η απάντηση είναι όχι. Έχει γίνει το εμβόλιο της ευλογιάς σε κάποιες άλλες χώρες; Βεβαίως έχει γίνει. Σε ποιες χώρες έχει γίνει; Στην Ινδία, στο Πακιστάν, στην Ιορδανία, στην Αίγυπτο, στην Τουρκία και στο Ισραήλ. Ποια από αυτές τις χώρες κατάφερε μετά τον εμβολιασμό να φύγει από το ενδημικό καθεστώς της ευλογιάς; Η απάντηση είναι καμία.

Επίσης, πρέπει να ξέρουμε ότι όταν μια χώρα είναι σε ενδημικό καθεστώς μιας νόσου, επιβάλλονται σαφείς και συγκεκριμένοι περιορισμοί σε ό, τι αφορά την εξαγωγή των γαλακτοκομικών προϊόντων. Αν σκεφτούμε ότι η φέτα είναι ένα κυρίαρχο προϊόν το οποίο στηρίζει την ελληνική κτηνοτροφία, γι’ αυτό άλλωστε και το γάλα έχει τόσο υψηλή τιμή 1,60 ευρώ, γι’ αυτό το λόγο πρέπει να καταλάβουμε ότι αν βάλουμε σε μια διακινδύνευση τις εξαγωγές των βασικών κτηνοτροφικών προϊόντων, θα υπάρχει ένα γενικότερο πρόβλημα επιβίωσης της ίδιας της ελληνικής κτηνοτροφίας» ανέφερε καταλήγοντας.

 

Δείτε επίσης

Τελευταία Άρθρα

Τα πιο Δημοφιλή